[δημοσιεύτηκε 10:33-26/02/24, ανανεώθηκε 18:04-26/02/24]
Κάθε ημέρα που περνάει γίνεται αντιληπτό ότι στερεύουν οι πόροι της Δύσης για την υποστήριξη του πολέμου στην Ουκρανία. Αυτό αφορά στον αμυντικό εξοπλισμό αλλά και την οικονομική και ανθρωπιστική βοήθεια η οποία προσφέρθηκε αφειδώς. Τα παρακάτω διαγράμματα από ανάλυση του Council on Foreign Relations (23/02/24) είναι αποκαλυπτικά. Στην πραγματικότητα βέβαια ένα μεγάλο ποσοστό της αμερικανικής βοήθειας επιστρέφει στην ίδια τους την αμυντική βιομηχανία. Αμερικανοί αξιωματούχοι διατείνονται ότι από τα 60,7 δισεκατομμύρια δολάρια του επόμενου πακέτου βοήθειας που προορίζεται για την Ουκρανία, το 64% θα επιστρέψει στην αμυντική βιομηχανική βάση των ΗΠΑ. Προφανώς κάτι τέτοιο δεν ισχύει -τουλάχιστον όχι στον ίδιο βαθμό- για τις Ευρωπαϊκές χώρες.
«Αυτό είναι ένα από τα πράγματα που παρεξηγούνται… πόσο σημαντική είναι αυτή η χρηματοδότηση για την απασχόληση και την παραγωγή σε όλη τη χώρα», δήλωσε ο διευθυντής του Εθνικού Οικονομικού Συμβουλίου του Λευκού Οίκου, Λάελ Μπρέιναρντ.
Ακόμη κι αν τέτοιες αναφορές γίνονται για εσωτερική κατανάλωση -για να δικαιολογηθούν τα έξοδα υποστήριξης του πολέμου-, βαδίζουμε -κατά γενική ομολογία- ολοταχώς προς το σημείο όπου η Ουκρανία θα παύσει να λαμβάνει βοήθεια.
Το ερώτημα είναι, εάν όντως η Δύση φοβάται ένα γενικευμένο πόλεμο με την Ρωσία -ήδη έχουν προειδοποιήσει η Γερμανία, η Μ. Βρετανία, η Ρουμανία, η Σουηδία, η Νορβηγία, εκπρόσωποι του ΝΑΤΟ αλλά και της ΕΕ-, απορίας άξιον πώς θα εξασφαλισθούν οι πόροι -εξοπλιστικοί και οικονομικοί- για ένα τέτοιο ενδεχόμενο; Δεδομένου μάλιστα ότι έχουν ήδη χρησιμοποιηθεί τα διαθέσιμα δυτικά οικονομικά όπλα (κυρώσεις οι οποίες ειρήσθω εν παρόδω αντί να καταστρέψουν τη ρωσική οικονομία τελικώς την ωφέλησαν οδηγώντας στην επιταχυνόμενη αποδολαριοποίηση) και κρίσιμοι εξοπλισμοί για την αντιμετώπιση της Ρωσίας ενώ είναι πρόδηλο ότι η σύγκρουση στο ουκρανικό πεδίο έχει αποκαλύψει τα «τρωτά σημεία» του ΝΑΤΟ, κάτι για το οποίο αναλυτές προειδοποίησαν από την αρχή του πολέμου.
Τελικά είμαστε στα «πρόθυρα», ή το «τέλος» του «Γ' ΠΠ» με επικράτηση του παγκόσμιου Νότου..; Και εξηγούμε:
Αποκαλυπτική είναι και η συνέντευξη που παραχώρησε ο τέως εκπρόσωπος της Ουκρανικής Προεδρίας Ολέξι Αρίστοβιτς τον Ιανουάριο του 2024, ο οποίος αναφέρθηκε στα πλεονεκτήματα που εξασφάλισε η Ρωσία μετά τον πόλεμο:
«Υπάρχουν τέσσερις βασικές στρατηγικές αποφάσεις που έλαβε ο Πούτιν τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, οι οποίες του έδωσαν υπεροχή έναντι της ουκρανικής θέσης:
-Πρώτα απ' όλα, κατάφερε να αλλάξει το πλαίσιο αυτού του πολέμου από ένα ρωσικό-ουκρανικό πόλεμο σε ένα πόλεμο μεταξύ του παγκόσμιου Νότου και της Δύσης. Μπορούμε να δούμε πώς οι BRICS επεκτάθηκαν έκτοτε και η Σαουδική Αραβία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ιράν και άλλες χώρες, ενώνονται δημιουργώντας το λεγόμενο «αντιδυτικό μπλοκ». Αυτό αλλάζει το γενικότερο πλαίσιο και τους δίνει διπλωματικές και πολιτικές ικανότητες που δεν είχαν στην αρχή του πολέμου, όταν όλος ο κόσμος καταδίκαζε την εισβολή.
-Δεύτερον, ο Πούτιν κατάφερε να αποφύγει πολλές κυρώσεις λόγω ακριβώς αυτής της αλλαγής του γενικότερου πλαισίου, η οποία...
-Τρίτον, του έδωσε τη δυνατότητα να πολλαπλασιάσει την παραγωγή της αμυντικής του βιομηχανίας. Μιλούσαμε για το ότι η Ρωσία θα είχε ανεπαρκή μέσα για να παράγει τους πυραύλους κρουζ που χρησιμοποιεί για να χτυπήσει την Ουκρανία, αλλά έκτοτε κατάφερε να τους παράγει. Διαθέτουν ένα σύστημα αποφυγής κυρώσεων που λειτουργεί πολύ καλά.
-Η τέταρτη στρατηγική απόφαση ήταν να παρακινήσει τον ρωσικό λαό να εμπλακεί στον πόλεμο. Δεκατέσσερις χιλιάδες Ρώσοι νεοσύλλεκτοι καταφθάνουν κάθε μήνα στα κέντρα στρατολόγησης και ο Πούτιν δεν χρειάζεται πλέον στρατολογία. Αυτό είναι εντελώς διαφορετικό από την κατάσταση στην Ουκρανία. Προσπαθούμε να προσλάβουμε μισό εκατομμύριο προσωπικό, αλλά αντιμετωπίζουμε σοβαρά προβλήματα όσον αφορά τα κίνητρα.»
Οι επισημάνσεις του Αρίστοβιτς είναι εξόχως ενδιαφέρουσες όσον αφορά και στο πλαίσιο των κυοφορούμενων διαπραγματεύσεων για το ουκρανικό:
«Η βασική μου ιδέα είναι ότι δεν χρειαζόμαστε διαπραγματεύσεις Ρωσίας-Ουκρανίας, χρειαζόμαστε διαπραγματεύσεις σχετικά με την ασφάλεια της Ανατολικής Ευρώπης εν συνόλω. Θα μπορούσαν να είναι πολλαπλές διαπραγματεύσεις. Πρέπει να φτιάξουμε ένα νέο σύστημα ασφάλειας στην Ευρώπη, επειδή το προηγούμενο σύστημα βασισμένο στις διασκέψεις Πότσδαμ/Γιάλτας -που δημιουργήθηκε το 1945-, πλέον δεν λειτουργεί.
Πρέπει να διαπραγματευτούμε για ένα ολοκαίνουργιο σύστημα ασφαλείας για την Ευρώπη, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις πλευρές αυτού του προβλήματος. Η Ρωσία δεν αισθάνεται ότι είναι ασφαλής. Και μπορούμε να γελάσουμε με αυτό και να πούμε ότι ποτέ δεν είχαμε επιθετική προσέγγιση έναντί της, αλλά οι Ρώσοι δεν το πιστεύουν. Και είναι έτοιμοι να σκοτώσουν για αυτήν την ασφάλεια. Επομένως, χρειαζόμαστε μια ευρύτερη διαπραγμάτευση, με τις δύο πλευρές, όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ, όλους τους γείτονες της ΕΕ, όλα τα κράτη που ενδιαφέρονται για την ασφάλεια στην Ευρώπη, για να δημιουργήσουμε ένα νέο σύστημα Πότσδαμ/Γιάλτας, ειδάλλως η εναλλακτική θα είναι 10 ή 15 χρόνια πολέμου.»
Πέραν τούτου, η απόστρατος αντισυνταγματάρχης των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ και πρώην αναλύτρια του αμερικανικού Πενταγώνου, Κάρεν Κιτκόφσκι διαπιστώνει ότι:
«Το ΝΑΤΟ ... είναι πολύ πιο δαπανηρό και πλέον τόσο δημογραφικά, όσο δημοσιονομικά και πολιτικά είναι αδύνατον να υποστηριχθεί από τις ΗΠΑ ή τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.»
Ταυτόχρονα, ο τέως Πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντ. Τραμπ -όσο εξωφρενικό κι αν ακούγεται-, ρίχνει τροχιοδεικτικές όταν λέει ότι δεν θα προστατεύσει όποια χώρα δεν δαπανά το 2% του ΑΕΠ της για την άμυνα. Όλα αυτά υπό το πρίσμα των σχεδόν παράλληλων δηλώσεων του προέδρου της Ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ, Τζερόμ Πάουελ Jerome Powell ο οποίος στις 4 Φεβρουαρίου 2024 έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου για το υπερβολικό δημόσιο χρέος του ομοσπονδιακού κράτους το οποίο ξεπέρασε το αστρονομικό ποσό των 33 τρισ. δολαρίων.
Καταληκτικά, δεν θα ήταν υπερβολή εάν λέγαμε ότι η 24η Φεβρουαρίου 2022, ήταν η μέρα που άλλαξε τη γεωπολιτική του 21ου αιώνα μια για πάντα. Και το ερώτημα είναι: «μετά την Ουκρανία τι;». Ο Μπάιντεν είπε -προφανώς όχι τυχαία, ίσως γιατί γνωρίζει ότι η Ρωσία δεν θα επιτρέψει να υπονομευτεί η επιρροή της περαιτέρω σε κρίσιμες για την ίδια περιοχές- μια «προφητεία» για την πυριτιδαποθήκη των Βαλκανίων την οποία και απευχόμαστε. Η αλήθεια όμως είναι ότι ζούμε καταστάσεις παγκόσμιας αστάθειας, και ενίοτε συλλογικής παράνοιας, οι οποίες συνδυασμένες με την πολεμοχαρή διάθεση των ηγεσιών ένθεν κακείθεν, δεν φαίνεται να οδηγούν σε αίσιο τέλος για την ανθρωπότητα εν γένει...