Ο Αμερικανός ομογενής, ναύαρχος ε.α. Τζέιμς Σταυρίδης (πρώην επικεφαλής των νατοϊκών δυνάμεων στην Ευρώπη μεταξύ 2009-2013), γνωστός για τις κατά καιρούς ανθελληνικές του θέσεις, σε συνέντευξη που παραχώρηση στην Καθημερινή αναφέρει:
«Ελπίζω να μη φθάσουμε στο σημείο όπου η Συμμαχία θα είναι ουσιαστικά αναγκασμένη να επιλέξει μεταξύ της παραμονής της Τουρκίας και της ένταξης της Σουηδίας και της Φινλανδίας. Δεν είμαστε ακόμη στο σημείο αυτό και πρέπει να περιμένουμε την ολοκλήρωση της εκλογικής διαδικασίας στην Τουρκία την προσεχή άνοιξη. Αλλά η υπομονή των υπόλοιπων 29 μελών του ΝΑΤΟ στο θέμα αυτό έχει τα όριά της και η υποστήριξη για την ένταξη των Σουηδών και των Φινλανδών είναι ισχυρότατη. Στην παρούσα φάση, το σωστό είναι να αφήσουμε να πέσει το θερμόμετρο, να δούμε τι θα συμβεί με τις τουρκικές εκλογές και μετά να αξιολογήσουμε ποιες πρέπει να είναι οι επόμενες κινήσεις μας. Σε τελική ανάλυση, είμαι σίγουρος ότι η Σουηδία και η Φινλανδία θα γίνουν μέλη του ΝΑΤΟ φέτος».
Το ερώτημα είναι γιατί ο ναύαρχος συσχετίζει το αποτέλεσμα των τουρκικών εκλογών με την στάση της Τουρκίας έναντι της εισόδου ή μη Φινλανδίας-Σουηδίας στο ΝΑΤΟ; Γνωρίζει κάτι; Στηρίζεται στους ευσεβείς πόθους για αλλαγή στην τουρκική πολιτική ηγεσία η οποία θα στρίψει τη χώρα προς την Δύση; Ή κάτι άλλο;
Μήπως οι τουρκικές εκλογές αποτελούν μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για να επιχειρήσουν να υποσκάψουν/εκθρονίσουν τον Ερντογάν; Η αλήθεια είναι ότι ούτε η Τουρκία αλλά ούτε και οι ΗΠΑ είναι όπως πριν μερικά χρόνια. Η μεν πρώτη έχει υποστεί ριζική μετάλλαξη μετά το πραξικόπημα του 2016 το οποίο έδωσε την αφορμή για εσωτερικό «ξεκαθάρισμα» και «απο-αμερικανοποίηση». Η δε δεύτερη δεν φαίνεται να έχει τις ίδιες δυνατότητες παρέμβασης σε παγκόσμιο επίπεδο όπως στο πρόσφατο παρελθόν (ΕΔΩ και ΕΔΩ και ΕΔΩ).
Το ενδεχόμενο αμερικανικής ανάμειξης στη γείτονα βέβαια είναι πολυπαραγοντικό και ενδέχεται να ενέχει αυξημένο κίνδυνο δημιουργίας εσωτερικού χάους, το οποίο δεν είναι σίγουρο εάν οι αμερικανικοί στρατηγικοί σχεδιασμοί δικαιολογούν κάτι τέτοιο στην παρούσα γεωπολιτική συγκυρία η οποία απαιτεί νατοϊκή ενότητα. Από την άλλη, δεν είναι καθόλου σίγουρο εάν οι ΗΠΑ έχουν τη δυνατότητα εμπλοκής στα εσωτερικά της χώρας όπως στο παρελθόν. Οι αμφιβολίες μας αφορούν εξίσου και τα δύο αυτά σκέλη της εξίσωσης. Ξεκαθαρίζεται ότι φυσικά και δεν είμαστε υπέρμαχοι της οιασδήποτε ανάμιξης στα εσωτερικά άλλων χωρών, αλλά εν προκειμένω υπογραμμίζουμε τη διαπίστωση, η οποία έχει δυνάμει παγκόσμιες προεκτάσεις αφού το συμπέρασμα είναι ένα: Η pax-americana... τετέλεσται.
Πάντως αποτελεί γενική παραδοχή ότι δεν έχει απασχολήσει τον δημόσιο διάλογο το συγκεκριμένο ενδεχόμενο και αυτό συνιστά μια έκπληξη, αλλά ταυτόχρονα είναι και ενδεικτικό ότι τα δεδομένα έχουν αλλάξει ριζικά. Προς το παρόν διαβάζουμε διεθνή δημοσιεύματα τα οποία καταφέρονται εναντίον του Ερντογάν, τα οποία φυσικά και ΔΕΝ μπορούν να τον εκθρονίσουν, ενώ είναι πολύ αμφίβολο εάν έχουν την οποία απήχηση στο εσωτερικό μιας χώρας στην οποία η ελευθεροτυπία και η ελευθερία έκφρασης αποτελούν όνειρο θερινής νυκτός...
Όπως και να 'χει, το παλαιότερο ερώτημα που τέθηκε στον παρόν βήμα παραμένει: Τελικά, τί είδους «υπερδύναμη» είναι αυτή που φοβάται -κατά τα φαινόμενα- να συνετίσει μια ανερχόμενη περιφερειακή δύναμη όπως η Τουρκία;