iEpikaira.- [δημοσιεύτηκε 10:17 26/09/22, ανανεώθηκε 10:03 27/09/22] Εδώ και καιρό έχουμε επισημάνει τον ορατό κίνδυνο μιας ελληνοτουρκικής σύγκρουσης. Πλέον οι περισσότεροι αναλυτές καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα. Ο Ρ.Τ.Ερντογάν θα επιχειρήσει το επόμενο διάστημα (πριν τις τουρκικές προεδρικές εκλογές του Ιουνίου του 2023) να προκαλέσει κρίση με την Ελλάδα, πράγμα που θα του επιτρέψει να κηρύξει τη χώρα του σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, αναβάλλοντας τις εκλογές επικαλούμενος το Άρθρο 119. Σε προηγούμενο άρθρο μας (14/06/2022) εξηγήσαμε τους λόγους για τους οποίους θεωρούμε ότι η πλέον επικίνδυνη περίοδος για μια επιθετική ενέργεια είναι η άνοιξη του 2023.
Το δίλημμα όμως του επίβουλου γείτονα έγκειται στο πώς να αποδείξει ότι πρόκειται -δήθεν- για ένα «αμυντικό πόλεμο» -«ειδική επιχείρηση» προληπτικού χαρακτήρα(;)- και όχι για μια αναθεωρητική ενέργεια η οποία θα διαλύσει την ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Γι' αυτό και το σενάριο μιας καλοστημένης προβοκάτσιας εκτιμάται ότι είναι και το επικρατέστερο. Εντωμεταξύ οι διάφορες κωμικοτραγικές κατηγορίες που προσάπτονται στην Ελλάδα, μέρα με τη μέρα εμπλουτίζονται -χτίζουν το αφήγημα της «κακής Ελλάδας» που απειλεί την Τουρκία, γαλβανίζοντας το ήδη διογκωμένο τουρκικό ισλαμοεθνικιστικό φρόνημα, και διευρύνοντας την ατζέντα διαπραγμάτευσης-, ασχέτως της αξιοπιστίας/φερεγγυότητάς τους, παρουσιάζοντας το μαύρο-άσπρο. Η τουρκική αντιπροσωπεία στην Γ. Συνέλευση του ΟΗΕ (20-23 Σεπτεμβρίου 2022) γνωστοποίησε, μέσω διαρροών, ότι «η Τουρκία δεν αμφισβητεί την ακεραιότητα της Ελλάδος αλλά αντιθέτως, εκείνη που απειλεί είναι η Ελλάδα».
Η δε ελληνική πολιτική αποφυγής απάντησης στις εξόφθαλμα κατασκευασμένες κατηγορίες, δημιουργεί σωρευτικά την εντύπωση στη διεθνή κοινή γνώμη ότι ίσως και να έχουν κάποιο δίκιο οι άρπαγες γείτονες. Ο Χένρι Κίσινγκερ είπε κάποτε: «Δεν είναι το θέμα του τι είναι αλήθεια αυτό που μετράει, αλλά το τι θεωρείται αληθινό». Όπως έχει εύστοχα επισημανθεί στο παρελθόν από αναλυτές, λίγο ενδιαφέρει τον Ολλανδό ή τον Ελβετό εάν το σύμπλεγμα Καστελλόριζου έχει σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας δικαίωμα σε ΑΟΖ η οποία αποκόπτει την πρόσβαση της Τουρκίας στην Αν. Μεσόγειο. Αυτό που η διεθνής κοινή γνώμη αντιλαμβάνεται είναι ότι η Τουρκία έχει και αυτή δικαιώματα και ότι είναι πολύ παρακινδυνευμένο να ξεσπάσει μια νέα εστία έντασης στην εν λόγω περιοχή. Επομένως καλό θα ήταν η «αδιάλλακτη» Ελλάδα να βάλει νερό στο κρασί της... Άλλωστε την ίδια αύρα αποπνέει και το αποχαυνωμένο ελληνικό πολιτικό σύστημα το οποίο δείχνει να είναι διατεθειμένο να προβεί σε ακραίες υποχωρήσεις προκειμένου να αποφευχθεί μια θερμή αντιπαράθεση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι αλήστου μνήμης δηλώσεις του τύπου: «και να χάσουμε μερικά νησιά, δεν πειράζει»... μαζί με άλλα συναφή αποκρουστικά που έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί στο δημόσιο διάλογο από την εγχώρια ιδεοληπτική πέμπτη φάλαγγα των κάθε λογής, δεξιών, αριστερών, εθνομηδενιστών/εθνοαποδομητών, οπαδών της παγκοσμιοποίησης κ.α.
Ακριβώς επειδή οι πολιτικές ελίτ διαβλέπουν το αδιέξοδο στο οποίο οδηγούμαστε, αναζητούν εναλλακτικές για να καλύψουν την ατολμία τους με μια πολυκομματική συγκυβέρνηση ή υπηρεσιακή κυβέρνηση αναλώσιμων τεχνοκρατών/εντολοδόχων (μια ελληνική εκδοχή του εκ του αποτελέσματος αποτυχημένου μοντέλου «Ντράγκι» δηλαδή) οι οποίοι θα λειτουργήσουν ως εκτελεστικά όργανα/μαριονέτες (με την στήριξη των κυρίαρχων κομματικών παρατάξεων) λαμβάνοντας τις πιο δύσκολες ίσως αποφάσεις της μεταπολίτευσης στα Εθνικά αλλά και τα μείζονα εσωτερικά προβλήματα της χώρας.
Από την άλλη, ο Ερντογάν που έχει ζυγίσει το λιποβαρές ελληνικό πολιτικό σύστημα, ακολουθεί το «madman strategy» που εφάρμοσε στο παρελθόν και ο προαναφερθείς Κίσινγκερ (1 και 2). Σύμφωνα με αυτήν την στρατηγική, παριστάνοντας τον «τρελό», προσδοκά οι γύρω του να φερθούν όσο πιο λογικά γίνεται, ώστε να τον καθησυχάσουν, ενώ εκείνος επιτυγχάνει τον απώτερο σκοπό του. Κάτι το οποίο ο τούρκος πρόεδρος έχει σε μεγάλο βαθμό πετύχει, εργαλειοποιώντας τον διεθνή παράγοντα ώστε να ασκεί παρασκηνιακά πιέσεις στην Ελλάδα για να κάνει τα στραβά μάτια. Εν τοιαύτοι περιπτώσει η ευθύνη για την διατήρηση της ειρήνης πέφτει στον αμυνόμενο με ότι αυτό συνεπάγεται για τα εθνικά του δίκαια, τα κυριαρχικά του δικαιώματα ή/και την κυριαρχία του.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι επιδεικνύεται παθητικότητα όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός εν μέσω παροξυσμικής έξαρσης της τουρκικής επιθετικότητας που «θα έρθει ξαφνικά βράδυ» και προσβλητικών τοποθετήσεων -όπως αυτές που ακούστηκαν στην θεατρική παράσταση Ερντογάν στη Γ. Συνέλευση του ΟΗΕ-, δηλώνει ότι: «Δεν είμαστε εχθροί σας. Είμαστε γείτονες. Εκτιμούμε τις πολλές φιλικές σχέσεις μεταξύ απλών Ελλήνων και Τούρκων πολιτών. Γνωρίζω ότι η συντριπτική πλειονότητα στις δύο χώρες μας δεν επιθυμεί πολιτική σύγκρουση και εχθρότητα. Ας προχωρήσουμε, λοιπόν, σε ένα πνεύμα συνεργασίας και φιλίας, με αμοιβαίο σεβασμό και σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο».
Τραγική διαπίστωση: το ελληνικό πολιτικό προσωπικό συνεχίζει να έχει την εντύπωση ότι απέναντί του υπάρχει κάποια δυτικοευρωπαϊκή χώρα. Ο ελληνικός κατευνασμός ως απάντηση στον τουρκικό χλευασμό δεν συνιστά φιλειρηνική πρόθεση. Μήπως η πρόδηλη εθελοτυφλία χρησιμοποιείται διαχρονικά ως προπέτασμα για να καλύψει την φοβικότητα ή/και την υποτέλεια σε ξένες επιταγές; Σε ποιό «διεθνές δίκαιο» και ποιά «φιλία» αναφέρεται ο πρωθυπουργός; Του 1922 ή του 1974;
[Σχόλιο: Πριν αλέκτωρ φωνήσαι, λίγες ώρες μετά τη δημοσίευση του παρόντος, ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Yeditepe, Ντενίζ Τανσί, δήλωσε σε τηλεοπτική εκπομπή ότι «η Τουρκία έχει το δικαίωμα της αυτοάμυνας, και ίσως να το χρησιμοποιήσει όχι με επέμβαση, αλλά με αποκλεισμό [σσ. ναυτικό αποκλεισμό]», σημειώνοντας πως και αυτό είναι μέρος της διπλωματικής πίεσης, δηλαδή ένα επιπλέον διαπραγματευτικό χαρτί με το πιστόλι στον κρόταφο. Περισσότερα ΕΔΩ!]