Στην τακτική της αργής αλλά σταθερής επανεκκίνησης των διαφόρων διαύλων επικοινωνίας ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία παραμένει η Αθήνα μετά και την απολύτως αναμενόμενη επανεκλογή του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην προεδρία της χώρας.
Ο πρόεδρος της Ν.Δ., Κυριάκος Μητσοτάκης, σημείωσε χθες (στο Mega) ότι εφόσον επανεκλεγεί πρωθυπουργός στην αναμέτρηση της 25ης Ιουνίου, τότε θα επιδιώξει να συναντήσει τον κ. Ερντογάν στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ στις 11 και 12 Ιουλίου στο Βίλνιους της Λιθουανίας. Με δεδομένο ότι σε εκείνη τη φάση, βασική προτεραιότητα του ΝΑΤΟ και των Αμερικανών θα είναι η απεμπλοκή της ένταξης της Σουηδίας στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο, μια συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν θα εξυπηρετήσει την ανάγκη να δοθεί το σήμα εκκίνησης.
Εφόσον, βεβαίως, επιβεβαιωθεί η συγκρότηση αυτοδύναμης κυβέρνησης στην Αθήνα μετά τις 25 Ιουνίου, τότε στις δύο πλευρές θα υπάρχει ένας χρονικά ανοιχτός ορίζοντας, θεωρητικά χωρίς εμπόδια.
Εάν δε, επιβεβαιωθεί αυτό που ήδη έχει διαφανεί σε διάφορες φάσεις, δηλαδή η πλήρης αποχή από κάθε είδους μεγάλη στρατιωτική δραστηριότητα στο Αιγαίο μέχρι και τις 15 Σεπτεμβρίου (όταν δηλαδή λήγει και το επίσημο τρίμηνο μορατόριουμ Παπούλια – Γιλμάζ), τότε θα έχουν συμπληρωθεί πάνω από επτά μήνες δίχως ασκήσεις. «Δεν έχω αυταπάτες, ξέρω ότι δεν αλλάζουν οι πολιτικές των χωρών», επισήμανε πάντως χθες ο κ. Μητσοτάκης, προσθέτοντας πως «το ότι διαφωνούμε δεν σημαίνει ότι πρέπει να είμαστε στα πρόθυρα ενός θερμού επεισοδίου».
Ο κ. Μητσοτάκης προανήγγειλε ότι θα μιλήσει με τον κ. Ερντογάν. Στο επίσημο πεδίο, τον κ. Ερντογάν συνεχάρη με επιστολή του ο υπηρεσιακός πρωθυπουργός Ιωάννης Σαρμάς, ο οποίος και ευχήθηκε ειρήνη και ευημερία στον τουρκικό λαό.
Οσον αφορά το χρονοδιάγραμμα, μετά τις 25 Ιουνίου αναμένεται να αναζητηθεί η επανεκκίνηση αρχικά της διαδικασίας συζητήσεων για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) σε επίπεδο υπουργείων Εθνικής Αμυνας, με τις διερευνητικές επαφές και τον πολιτικό διάλογο σε επίπεδο υπουργείων Εξωτερικών να ακολουθούν. Η θετική ατζέντα και κυρίως η ενέργεια αναμένεται, επίσης, να αποτελέσει ένα στοιχείο συζήτησης.
Η «Κ» ήδη έχει αναφερθεί στην αμερικανική εκτίμηση ότι με βάση τα υφιστάμενα χαρακτηριστικά της κατάστασης στα ελληνοτουρκικά, είναι δυνατόν να δημιουργηθεί έδαφος για κάποια συνεργασία στον τομέα της ενέργειας και, μάλιστα, στο πλέον ανώδυνο σκέλος, δηλαδή τη μεταφορά υγροποιημένου φυσικού αερίου σε τερματικά τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Τουρκία.
Η μορφή της αμερικανικής πρωτοβουλίας δεν είναι ακριβής, ωστόσο φαίνεται να μετατίθεται προς το τέλος του θέρους, αν όχι στις αρχές του φθινοπώρου. Πρόσωπα τα οποία εξ ορισμού και αρμοδιοτήτων θα εμπλακούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο εκτιμάται ότι θα είναι ο υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για θέματα Ενεργειακών Πόρων, και τέως πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα, Τζέφρεϊ Πάιατ, αλλά και ο Aμος Χόκσταϊν, ειδικός συντονιστής για τις Παγκόσμιες Υποδομές και την ενεργειακή ασφάλεια υπό τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν.
Ετοιμότητα προκειμένου να διευκολύνουν τις ελληνοτουρκικές επαφές έχουν εκφράσει και οι Γερμανοί, ωστόσο στην Αθήνα προτιμούν να πιάσουν το νήμα από την αρχή, καλλιεργώντας κατ’ αρχάς ένα καλύτερο κλίμα –στον βαθμό του δυνατού– σε επίπεδο ηγετών.
Προφανώς κανένας στην Αθήνα δεν είναι έτοιμος να συμβιβαστεί επί της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, ωστόσο υπάρχει διάθεση για επανεξέταση του τρόπου με τον οποίο οι δύο πλευρές μπορεί να συζητούν.
Πηγή: kathimerini.gr