Στα δύο προηγούμενα άρθρα στο SLpress αναφερθήκαμε στις δυνατότητες αντιμετώπισης του υβριδικού τουρκικού πλοίου αμφίβιων επιχειρήσεων (ελικοπτεροφόρου-αεροπλανοφόρου) TCG Anadolu από τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις στο Αιγαίο και την ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Τονίστηκε πως το πλοίο αυτό μπορεί να μετατραπεί σε αχίλλειο πτέρνα της τουρκικής πολεμικής μηχανής και συνακόλουθα σε ισχυρό στοιχείο της ελληνικής αμυντικής και αποτρεπτικής στρατηγικής, ακριβώς λόγω της σπουδαιότητάς του, πραγματικής και συμβολικής.
Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι το πλοίο αυτό δεν είναι επικίνδυνο. Στην πραγματικότητα το Anadolu είναι το πιο επικίνδυνο ναυτικό σύστημα που έχει εισέλθει μέχρι στιγμής στο τουρκικό οπλοστάσιο. Όμως, θα ήταν μάλλον λάθος να το εξετάσουμε αυτόνομα. Πιθανώς, η μεγάλη του επικινδυνότητα προκύπτει από το ότι μπορεί να αποτελέσει μέρος μιας ευρύτερης, δικτυακά ενοποιημένης, τουρκικής δύναμης μάχης, η οποία θα περιλαμβάνει υπάρχοντα και μελλοντικά οπλικά συστήματα.
Μεταξύ αυτών, μπορεί να είναι το σύστημα αεράμυνας S-400, αν φυσικά αποκτηθεί τελικώς, αντιπλοϊκοί βαλλιστικοί πύραυλοι (ASBM) και ρουκέτες, οπλισμένα ρομποτικά αεροχήματα και περιφερόμενα πυρομαχικά (loitering munitions), ρομποτικά σκάφη επιφανείας και υποβρύχια (USV και UUV αντιστοίχως), προηγμένα συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου κλπ.
Μεταξύ των άλλων, μια παρόμοια δύναμη θα στόχευε να τοποθετήσει μέσα σε θόλους απομόνωσης ελληνικά νησιά, ή ομάδες νησιών, έτσι ώστε να τα αποκόψει από την ευρύτερη ελληνική αμυντική δομή. Ωστόσο, εκτός από τις επιχειρησιακές του εφαρμογές, το Anadolu απειλεί την ελληνική εθνική άμυνα κατά ορισμένους έμμεσους, πλην όμως εξαιρετικά επικίνδυνους τρόπους.
Όπλο σύμβολο
Ένας εξ αυτών είναι αυτός που ήδη αναφέραμε στα προηγούμενα άρθρα, δηλαδή οι συμβολικές του λειτουργίες. Τα αεροπλανοφόρα είναι τα κατεξοχήν όπλα-σύμβολα που αποσκοπούν να προκαλέσουν δέος σε φίλους και εχθρούς. Αυτό κάνει και το Anadolu, αποτελώντας το κερασάκι στην τούρτα ενός επικοινωνιακού μηχανισμού που εδώ και χρόνια προσπαθεί να επιβάλει στην ελληνική κοινωνία την εικόνα μιας πανίσχυρης Τουρκίας και μιας αδύναμης, «τελειωμένης» Ελλάδας.
Τελικός στόχος είναι να παγιωθεί σαν «αναντίρρητη αλήθεια» ότι η Ελλάδα δεν έχει καμιά ελπίδα να «κοντράρει» την Τουρκία. Ως εκ τούτου, η μόνη «λογική», «φυσιολογική» και «ρεαλιστική» επιλογή είναι να υποκύψει στις απαιτήσεις της Άγκυρας δια μιας «συμβιβαστικής λύσης» αναφορικά με την κυριαρχία στο Αιγαίο. Ωστόσο, αυτό το παρακλάδι του υβριδικού πολέμου που έχει εξαπολύσει η Τουρκία εναντίον της Ελλάδας και στο οποίο συμμετέχουν χαρούμενα και πολλοί Έλληνες διαμορφωτές γνώμης, είναι ένα πολύ ευρύτερο ζήτημα, η ανάλυση του οποίου ξεπερνά τα περιορισμένα όρια αυτού του κειμένου.
Το κινεζικό παράδειγμα
Μια άλλη πιθανή και μάλλον παραγνωρισμένη χρήση του Anadolu εναντίον της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας είναι η αξιοποίησή του ως ένα στοιχείο «τεχνητής γεωγραφίας» ώστε να επιβάλλει τις αξιώσεις της Άγκυρας στη θαλάσσια έκταση που ορίζει σαν «Γαλάζια Πατρίδα». Συγκεκριμένα, όπως ο γράφων έχει υποστηρίξει σε προηγούμενο άρθρο του στο SLpress, εδώ και μερικά χρόνια η ίδια η έννοια της ΑΟΖ βρίσκεται υπό μετάλλαξη. Χώρες όπως η Κίνα (και όχι μόνο) αντιμετωπίζουν τις κοντινές τους θάλασσες ως περιοχές απόλυτης κυριαρχίας κι όχι μόνο ως χώρο όπου έχουν δικαίωμα αποκλειστικής οικονομικής εκμετάλλευσης. Αναφερόμαστε σε διεθνή ύδατα.
Εάν όντως η Τουρκία παρακολουθεί στενά τις σχετικές προσπάθειες της Κίνας (όπως φαίνεται ότι συμβαίνει) προσπαθεί να τις προσαρμόσει στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Θα πρέπει, λοιπόν, να έχουμε υπόψη μας ότι η Κίνα χρησιμοποίησε το δικό της πρώτο αεροπλανοφόρο, το Liaoning, ως μέσον για να επιβάλλει τη δική της αντίληψη περί κυριαρχίας και Δικαίου της Θάλασσας στη Νότιο Σινική Θάλασσα.
Συγκεκριμένα, τον Δεκέμβριο του 2013, η Κίνα διεξήγαγε την πρώτη δοκιμή του Liaoning στη Νότιο Σινική Θάλασσα, έχοντας δηλώσει από πριν ότι η θαλάσσια αυτή περιοχή αποτελεί χώρο εθνικής της κυριαρχίας. Για να ενισχύσει αυτήν της την αξίωση, με την πρώτη έξοδο στη θάλασσα του Liaoning ανακοίνωσε τη δημιουργία μιας «ζώνης ασφαλείας» γύρω από αυτό, σε απόσταση, ούτε λίγο ούτε πολύ, 45 χλμ. Μέσα σ’ αυτήν κανένα πολεμικό ή εμπορικό πλοίο και αεροσκάφος δεν μπορούσε να διεισδύσει, χωρίς άδεια από τον κυβερνήτη του αεροπλανοφόρου.
Η ζώνη αυτή ξεπερνούσε κατά πολύ αντίστοιχες ζώνες ασφαλείας αμερικανικών ή άλλων αεροπλανοφόρων, που δεν ξεπερνούσαν τα μερικά μίλια. Κι αυτό επειδή ακριβώς η «ασφάλεια» δεν ήταν παρά ένα πρόσχημα. Στην πραγματικότητα, οι Κινέζοι επιχειρούσαν να ενισχύσουν τις αξιώσεις τους περί αποκλειστικής κυριαρχίας στη Νότια Σινική Θάλασσα, αξιοποιώντας το Liaoning ως ένα κινούμενο νησί, επαυξημένων μάλιστα κυριαρχικών δικαιωμάτων σε σχέση με ένα πραγματικό νησί, λόγω της σπουδαιότητας και της ευπρόσβλητός του.
Αμερικανική αντίδραση
Φυσικά, οι ΗΠΑ και τα υπόλοιπα κράτη της περιοχής δεν αποδέχονταν (και δεν αποδέχονται) αυτές τις κινεζικές απόψεις και το αμερικανικό Ναυτικό διεξαγάγει κατά καιρούς «επιχειρήσεις ελεύθερης ναυσιπλοίας» (Freedom of Navigation Operations/FONOP), αμφισβητώντας εμπράκτως τις κινεζικές αξιώσεις. Έτσι λοιπόν, ειδικά για την περίπτωση της «υπερβάλλουσας» ζώνης ασφαλείας γύρω από το Liaoning, η αμερικανική κυβέρνηση έστειλε το Cowpens (CG–63), ένα καταδρομικό κλάσης Ticonderoga να προσεγγίσει το κινεζικό αεροπλανοφόρο, αδιαφορώντας για την αυθαίρετη απαγόρευση των 45 χλμ.
Πράγματι το Cowpens κατάφερε να φθάσει απαρατήρητο σε απόσταση μερικών ναυτικών μιλίων από το κινεζικό αεροπλανοφόρο. Όμως, κατόπιν της αποφασιστικής αντίδρασης των συνοδών σκαφών, ιδιαίτερα ενός πλοίου αμφίβιων επιχειρήσεων (LPD) που δεν δίστασε να κλείσει την πορεία του Cowpens, διακινδυνεύοντας να εμβολιστεί από αυτό, το αμερικανικό καταδρομικό αναγκάστηκε να σταματήσει και στη συνέχεια να αποχωρήσει. Ήταν η πρώτη φορά που αμερικανικά πολεμικά υποχωρούν σε αντιπαράθεση με κινεζικά.
Το «επεισόδιο Cowpens» αποτέλεσε σημείο καμπής στο μπρα ντε φερ κυριαρχίας στη Νότιο Σινική Θάλασσα μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, στρέφοντας την ζυγαριά προς την πλευρά της Κίνας. Και αν η Κίνα κατάφερε να το επιτύχει αυτό ενάντια στην αμερικανική υπερδύναμη, οι πιθανότητες της Τουρκίας να επιτύχει κάτι παρόμοιο εναντίον της φοβικής και ηττοπαθούς Ελλάδας είναι μάλλον περισσότερες.
Ελβετικός σουγιάς
Δεν είναι λοιπόν καθόλου απίθανο οι Τούρκοι να χρησιμοποιήσουν με παρόμοιο τρόπο το Anadolu στην περιοχή, την οποία υποστηρίζουν ότι τους ανήκει με βάση τη δική τους αυθαίρετη ερμηνεία περί Διεθνούς Δικαίου. Υπενθυμίζεται ότι και η Κίνα ουδέποτε έχει δηλώσει ότι δρα ενάντια στο Διεθνές Δίκαιο. Αντιθέτως, υποστηρίζει ότι οι αξιώσεις της βασίζονται σε αυτό, όπως ακριβώς πράττει και η Τουρκία.
Άρα λοιπόν, το Anadolu δεν είναι απλώς ένα πολεμικό πλοίο αλλά ένας «ελβετικός σουγιάς» προβολής ισχύος με πολλαπλές εφαρμογές. Αποσκοπεί στο να «κουμπώσει» στην ευρύτερη τουρκική στρατηγική και να επιβάλλει την κυριαρχία της Τουρκίας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, με σκοπό τον γεωπολιτικό ακρωτηριασμό της Ελλάδας και της Κυπριακής Δημοκρατίας, χωρίς να προκύψει αντίσταση.
Αυτό βέβαια μπορεί να το επιτύχει μόνον αν δεν υπάρξει ελληνική αντίδραση. Και ο τρόπος για να αποφευχθεί η αξιοποίησή του με αυτόν τον ασύμμετρο τρόπο είναι ο ίδιος που προτάθηκε στα προηγούμενα άρθρα στο SLpress. Δηλαδή, η μετατροπή σε αχίλλειο πτέρνα της τουρκικής πολεμικής μηχανής. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν είναι αδύνατο. Αντιθέτως, η σχετική προσπάθεια μπορεί να αποτελέσει βάση αναγέννησης της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας, καθώς και παράγοντα ενίσχυσης της εθνικής οικονομίας και δραστικής ενίσχυσης της εθνικής αυτοπεποίθησης.
Βέβαια, αυτό θεωρείται αδύνατο ή ακόμη και βλάσφημο από τους καθ’ έξιν (ή και κατ’ επάγγελμα) ηττοπαθείς και άτυπους λατρευτές της τουρκικής ισχύος εν Ελλάδι. Ας σημειωθεί ότι πολλοί εξ αυτών μασκαρεύονται με έναν μανδύα «πλεονάζοντος» εθνικισμού.
[iEpikaira: Ακόμη ένα πολύ εύστοχο άρθρο του Καθηγητή γεωπολιτικής Κώστα Γρίβα. Σε ένα μελλοντικό επιτελείο σχεδιασμού εθνικής άμυνας από μια πατριωτική κυβέρνηση, τέτοια μυαλά θα μας καθιστούσαν επικυρίαρχη χώρα στην Μεσόγειο και όχι μόνο. Η εν γένει του θετική ματιά στις εξελίξεις αποτελεί παράδειγμα προς μίμηση και είναι κάτι που σπανίζει στον τομέα της ειδικότητάς του. Είναι ένα πράγμα το να διαπιστώνουμε την πραγματικότητα και να κάνουμε ασφαλείς εκτιμήσεις για την εξέλιξη των γεγονότων, και ένα τελείως διαφορετικό πράγμα το να προτείνονται και λύσεις. Το δεύτερο απαιτεί ιδιαίτερες γνώσεις αλλά και τσαγανό, συνδυασμό που δυστυχώς δύσκολα συναντά κανείς στους ανθρώπους που διαμορφώνουν την κοινή γνώμη! Το χειρότερο βέβαια είναι ότι η κοινή γνώμη που επηρεάζεται από τα συστημικά ΜΜΕ, δυσκολεύεται να κάνει τις απαραίτητες διαπιστώσεις, πράγμα που αποτελεί προϋπόθεση πριν αποδεχθεί τις λύσεις που απαιτούνται.]
Πηγή: Κώστας Γρίβας slpress.gr