Απόπειρα κατευνασμού του Ερντογάν εν όψει της επίσκεψης Μητσοτάκη στην Άγκυρα - Άτακτη υποχώρηση στο Συμβούλιο της Ευρώπης
Υπαναχωρεί ως προς την άσκηση κυριαρχίας σχετικώς προς τα θαλάσσια πάρκα στο Αιγαίο, για τα οποία δημιουργήθηκε θόρυβος τις τελευταίες ημέρες, ο υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης προσπαθώντας να υποβαθμίσει το ζήτημα σε καθαρά περιβαλλοντικό και να το αποσυνδέσει από την κυριαρχία και τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στο Αρχιπέλαγος.
Δεδομένων των εντόνων αντιδράσεων της Τουρκίας, οι δηλώσεις του κ. Γεραπετρίτη ερμηνεύονται ως απόπειρα κατευνασμού του Προέδρου Ερντογάν, καθώς όπως ο ίδιος διαβεβαιώνει το προγραμματισμένο ταξίδι του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Άγκυρα τον ερχόμενο μήνα Μάιο θα γίνει.
Ο υπουργός Εξωτερικών μίλησε για «υπεραντίδραση» και διαβεβαίωσε ότι τα πάρκα αυτά δεν έχουν ακόμη χωροθετηθεί, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο να διαφοροποιηθούν τα σχέδια της ελληνικής Κυβέρνησης και να αλλάξει η οριοθέτησή τους. Η υπαναχώρηση αυτή δημιουργεί ερωτήματα ως προς την σταθερότητα των ελληνικών θέσεων.
Ειδικότερα μιλώντας προς τον ραδιοφωνικό σταθμό Κανάλι 1 του Πειραιά και τον δημοσιογράφο Χάρη Παυλίδη, ο κ. Γεραπετρίτης ανέφερε:
«Νομίζω ότι υπήρξε μία υπεραντίδραση στο ζήτημα αυτό. Τα δεδομένα είναι πάρα πολύ συγκεκριμένα. Τα πάρκα αυτά, τα οποία εντάσσονται στο πλαίσιο της άσκησης της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας μας, δεν έχουν ακόμα χωροθετηθεί. Θα χωροθετηθούν στο πλαίσιο περιβαλλοντικών κριτηρίων που έχουν να κάνουν με την προστασία των θαλασσίων ειδών και γενικότερα την προστασία των νερών. Δεν ασκεί καμία απολύτως επιρροή στα υποκείμενα κυριαρχικά μας δικαιώματα και ούτε θα μπορούσε ποτέ η Ελλάδα να παραιτηθεί από οποιαδήποτε από τα δικαιώματά της αυτά. Νομίζω κατά τούτο ότι ήταν μάλλον υπερβολική η αντίδραση, η οποία αποτυπώθηκε από την Τουρκία. Δεν έχω την αίσθηση ότι αυτό θα ασκήσει ουσιώδη επιρροή στη δική μας συνεργασία. Και σε κάθε περίπτωση δεν πρόκειται να σταματήσει εμάς από το να κάνουμε τη χωροθέτηση αυτή, όπως θα καθοριστεί με βάση, όπως σας είπα, αμιγώς περιβαλλοντικά κριτήρια».
Πέρα από αυτήν συγκεκριμένη αναφορά όμως, ο υπουργός Εξωτερικών, απέρριψε την ιδέα της καταγγελίας της Διακήρυξης των Αθηνών, ζήτημα το οποίο είχε θέσει με πρωτοσέλιδό της η «Εστία».
Ο σχετικός διάλογος ήταν ο ακόλουθος:
«ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Κάποιοι λένε κύριε Γεραπετρίτη, γιατί η Ελλάδα – και μάλιστα υπάρχει και σε πρωτοσέλιδο εφημερίδας σήμερα – δεν καταγγέλλει την παραβίαση της Διακήρυξης των Αθηνών;
Γ. ΓΕΡΑΠΕΤΡΙΤΗΣ: Με κάθε σεβασμό, θα μου επιτρέψετε να πω ότι η Διακήρυξη των Αθηνών – επειδή την δουλέψαμε πάρα πολύ και τη δούλεψα κι εγώ προσωπικά – είναι σαφές ότι διαλαμβάνει σαφή αναφορά στο ότι οι θέσεις των δύο χωρών δεν μεταβάλλονται. Πρέπει να υπάρχει αποδοχή εκ μέρους των μερών για τις νομικές θέσεις των δύο χωρών, υπό την έννοια ότι δεν πρόκειται να αλλάξουν οι βασικές τους θέσεις. Η νομική θέση και της Ελλάδας και της Τουρκίας παραμένει.
Εκείνο το οποίο αλλάζει με τη Διακήρυξη των Αθηνών είναι ότι έχουμε συμφωνήσει έτσι ώστε να υπάρχει μια απόπειρα φιλικής διευθέτησης των διαφορών αυτών. Άρα η Διακήρυξη των Αθηνών, όπως και κάθε διεθνής συμφωνία, δεν σημαίνει ότι τα συμβαλλόμενα μέρη παραιτούνται από τις βασικές τους νομικές θέσεις.
Η Ελλάδα έχει τις βασικές θέσεις που στηρίζονται στο Διεθνές Δίκαιο και ιδίως το Δίκαιο της Θάλασσας. Δεν πρόκειται ποτέ να αποδεχθεί οποιαδήποτε συζήτηση σε ό,τι αφορά θέματα που ανάγονται στην κυριαρχία της. Δεν θα συζητήσουμε ποτέ ούτε για την αποστρατικοποίηση, τη φερόμενη εκ μέρους της Τουρκίας, ούτε για ζητήματα γκρίζων ζωνών, ούτε για την θρησκευτική μειονότητα της Θράκης. Εφόσον η Τουρκία έχει ως βασική θέση ορισμένα από τα ζητήματα αυτά, μπορεί να τη διατηρεί. Δεν παραιτείται προφανώς. Από την άλλη πλευρά, αντιλαμβανόμαστε ότι θα πρέπει οι θέσεις αυτές να εκφράζονται εντός ορισμένου πλαισίου και να επιχειρείται πάντοτε να αποσυμπιέζεται η ένταση που παράγεται.
Δεν θα μπορούσε καμία ελληνική κυβέρνηση να έρθει και να συμφωνήσει για παραίτηση από οποιοδήποτε τέτοιο δικαίωμά της. Το ίδιο ισχύει και για την Τουρκία. Άρα, θα μου επιτρέψετε να πω ότι είναι εντελώς εσφαλμένη η ανάγνωση, η οποία αναφέρει ότι η Διακήρυξη των Αθηνών σημαίνει και παραίτηση των μερών από τις βασικές τους θέσεις».
Άτακτη υποχώρηση όμως της ελληνικής Κυβερνήσεως συνιστούν και τα όσα υπεστήριξε ο κ. Γεραπετρίτης για την εισδοχή του Κοσσυφοπεδίου στο Συμβούλιο της Ευρώπης. Ο υπουργός Εξωτερικών «άδειασε» την Ντόρα Μπακογιάννη, που προήδρευε της Επιτροπής της Κοινοβουλευτικής Συνελεύσεως που είχε προβεί σε θετική εισήγηση. Είναι προφανές ότι και αυτή η αλλαγή πλεύσεως υπήρξε αποτέλεσμα αντιδράσεων. Σε αυτήν την περίπτωση των σφοδρών επικρίσεων του Βελιγραδίου που προφανώς προβλημάτισαν την Αθήνα.
Ο κ. Γεραπετρίτης κατέστησε σαφές ότι τόσο η έκθεση της Επιτροπής της κ. Μπακογιάννη, όσο και η απόφαση της Κοινοβουλευτικής Συνελεύσεως του Συμβουλίου της Ευρώπης (και αυτή θετική για την εισδοχή του Κοσσυφοπεδίου) είναι μη δεσμευτικές. Δεσμευτική θα είναι η απόφαση του Συμβουλίου Υπουργών, το οποία θα συγκληθεί στις 16 Μαΐου κατά την οποία η Ελλάς θα απόσχει.
Είπε συγκεκριμένα:
«Εκείνο το οποίο θέλω να τονίσω είναι ότι, ανεξαρτήτως της θέσης που έχει εκφραστεί τόσο στο επίπεδο της έκθεσης της Επιτροπής, όσο και της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης – που επαναλαμβάνω αποτελείται από μέλη κοινοβουλευτικά, δεν είναι κυβερνήσεις των κρατών μελών – η θέση της Ελλάδας παραμένει σταθερή και αναλλοίωτη.
Όπως πράξαμε και στο παρελθόν σε αντίστοιχες περιπτώσεις, η Ελλάδα θα απέχει από την ψηφοφορία αυτή. Δεν θα υποστηρίξει δηλαδή το αίτημα για ένταξη του Κοσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης για λόγους πολιτικούς». Και συνέχισε: «Η Ελλάδα, παραμένει στην εξωτερική πολιτική αρχών. Δεν αλλάζουμε άποψη ει μη μόνον αν αλλάζουν τα πραγματικά περιστατικά επί τη βάσει των οποίων λαμβάνονται οι αποφάσεις. Θα συνεχίσουμε σε αυτή τη λογική των αρχών. Εμείς ενθαρρύνουμε τη συζήτηση μεταξύ Πρίστινας και Βελιγραδίου. Έχουν εξάλλου υπάρξει αποφάσεις προς την κατεύθυνση αυτή στην Αχρίδα. Θέλουμε την ειρηνική επίλυση των διαφορών. Βεβαίως, αυτό εξαρτάται από τη βούληση των μερών να συνταχθούν με τα συμφωνημένα και με το Διεθνές Δίκαιο. Κατά τούτο, στην παρούσα φάση η ελληνική κυβέρνηση θα απέχει από την ψηφοφορία αυτή».
Εφημερίδα «Εστία» newsbreak.gr