Σε δύο προηγούμενα άρθρα του -που μπορείτε να βρείτε εδώ και εδώ- ο γράφων αναφέρθηκε στη δυνατότητα του Ελληνικού Πυροβολικού να αποτελέσει ένα αξιόπιστο αντίδοτο στους τουρκικούς S-400. Όπως τονίσαμε, η συγκεκριμένη δυνατότητα αποτελεί αναντίρρητο μέρος των πιο πρόσφατων αντιλήψεων στην τέχνη, την επιστήμη και την τεχνολογία του πολέμου. Οι αντιλήψεις αυτές, με τη σειρά τους, προκύπτουν από μια κοσμογονική γεωπολιτική σύγκρουση που βρίσκεται εν εξελίξει αυτή τη στιγμή στην παγκόσμια σκακιέρα μεταξύ των μεγάλων ευρασιατικών δυνάμεων και της μεγάλης ναυτικής δύναμης του πλανήτη.
Ωστόσο, ακόμη και έτσι, η άποψη ότι συστήματα του Ελληνικού Πυροβολικού μπορούν να αποτελέσουν ένα (και φυσικά όχι το μοναδικό) αντίδοτο για τους τουρκικούς S-400 συνεχίζει να αντιμετωπίζεται με έντονο σκεπτικισμό. Δεν αναφέρομαι, φυσικά, στη μερίδα των "εκλεκτών" συμπολιτών μας οι οποίοι απλά δεν δύνανται να αντιληφθούν πως μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο και χλευάζουν κάθε σχετική πρόταση.
Οι άνθρωποι αυτοί είναι σαν να πιστεύουν πως οι τουρκικοί S-400 θα προστατεύονται από κάποιο είδος ενεργειακής ασπίδας, σαν αυτές που βλέπουμε σε ταινίες επιστημονικής φαντασίας, και όταν φθάσουν εκεί οι ρουκέτες και οι οβίδες θα ανατινάζονται πάνω της. Είναι προφανές ότι σε παρόμοιες περιπτώσεις δεν έχει νόημα καμία επιχειρηματολογία.
Ωστόσο, υπάρχει και ένας πιο υγιής σκεπτικισμός, ο οποίος προέρχεται από την αντίληψη πως αυτές οι μεθοδολογίες δράσης του πυροβολικού και οι τεχνολογίες που τις πλαισιώνουν, είναι ακόμη πολύ καινούργιες, έχουν πειραματικό χαρακτήρα και εν πάση περιπτώσει ανήκουν στο μέλλον και το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς μέχρι τότε. Όμως δεν είναι έτσι. Στην πραγματικότητα οι σχετικές επιχειρησιακές αντιλήψεις για τη χρήση όπλων πυροβολικού με παρόμοιο τρόπο έχουν ηλικία δεκαετιών.
Μεθοδολογίες Ψυχρού Πολέμου εναντίον S-400
Συγκεκριμένα, στα τελευταία χρόνια του Ψυχρού Πολέμου οι ΗΠΑ δημιούργησαν το δόγμα της Αερο-Εδαφικής Μάχης (AirLand Battle) το οποίο στόχευε να προσφέρει ικανότητες "κρούσης εις βάθος" στις δυνάμεις του ΝΑΤΟ έτσι ώστε να αντιμετωπίσουν τους τεράστιους τεθωρακισμένους και μηχανοκίνητους σχηματισμούς του Συμφώνου της Βαρσοβίας στο ευρωπαϊκό θέατρο επιχειρήσεων.
Πνευματικός πατέρας της Αερο-Εδαφικής Μάχης ήταν ο Στρατηγός Donn Starry, διοικητής των δυνάμεων του Στρατού των ΗΠΑ στη Γερμανία και αργότερα επικεφαλής της Διοίκησης Εκπαίδευσης και Δόγματος (TRADOC) των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων. Ο Starry, έχοντας μελετήσει από κοντά τις επιχειρήσεις στον Πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ, όπου τον είχε στείλει ο Στρατηγός Creighton Abrams μαζί με τον ταξίαρχο Bob Baer, κατέληξε στο εξής συμπέρασμα:
Για να αντιμετωπιστεί η σοβιετική πλημμυρίδα σε περιοχές όπως ήταν το περιβόητο Fulda Gap στη Γερμανία, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους θα έπρεπε να απομακρυνθούν από τη λογική της μετωπικής αντιπαράθεσης με τις εχθρικές δυνάμεις και να προχωρήσουν σε προσβολή στόχων σε όλο το βάθος της εχθρικής διάταξης, συμπεριλαμβανομένων κέντρων διοίκησης, γραμμών διοικητικής μέριμνας, επικοινωνιακών κόμβων και συστημάτων αεράμυνας.
Συνακόλουθα απαιτούνταν μεγάλος όγκος παρατεταμένων πυρών ακριβείας και υψηλής καταστρεπτικότητας σε μεγάλο βεληνεκές. Πυρήνας της φιλοσοφίας της Αερο-Εδαφικής Μάχης ήταν η χρήση της τακτικής αεροπορίας και πυροβολικού μεγάλου βεληνεκούς. Για να καλύψουν τις απαιτήσεις αυτές αναπτύχθηκαν οπλικά συστήματα στα οποία περιλαμβάνονται το μαχητικό ελικόπτερο AH–64 Apache, ο πολλαπλός εκτοξευτής ρουκετών MLRS και ο τακτικός πύραυλος μεγάλου βεληνεκούς ATACMS, τα οποία διατίθενται εδώ και πολλά χρόνια στο ελληνικό οπλοστάσιο.
Άρα, η χρήση του πυροβολικού σε ρόλους καταστολής και καταστροφής εχθρικών συστημάτων αεράμυνας δεν είναι κάποια καινοτόμα ιδέα αλλά αποτελεί μέρος της στρατιωτικής ορθοδοξίας εδώ και δεκαετίες και ο Ελληνικός Στρατός διαθέτει ήδη οπλικά συστήματα τα οποία σχεδιάστηκαν ακριβώς για να φέρουν εις πέρας παρόμοιες αποστολές.
Πύραυλοι υψηλής ακριβείας στα χέρια ανταρτών
Επίσης, όπως τόνισε ο γράφων στα προηγούμενα δύο άρθρα του, αν και ορισμένα όπλα τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε παρόμοιους ρόλους, όπως είναι ο αμερικανικός τακτικός πύραυλος μεγάλου βεληνεκούς DeepStrike, που σχεδιάζεται να αντικαταστήσει τους ATACMS, αναμένεται να κατασκευαστούν στο μέλλον, εντούτοις τα περισσότερα σχετικά συστήματα είναι εδώ και καιρό τεχνολογικά ώριμα.
Θα πρέπει μάλιστα να τονιστεί ότι τα πυραυλικά συστήματα υψηλής ακρίβειας πλήγματος δεν αποτελούν πλέον προνόμιο μόνο τεχνολογικά προηγμένων κρατών. Για παράδειγμα, η οργάνωση ανταρτών Ansar Allah στην Υεμένη, που είναι κοινώς γνωστοί ως Χούτι (Houthis), στις 28 Οκτωβρίου 2018, παρουσίασε μια κατευθυνόμενη έκδοση του πυραύλου Badr-1, τον Badr–1P, για τον οποίο υποστηρίζει ότι επιτυγχάνει βεληνεκές 130 χλμ και ακρίβεια πλήγματος μόλις τριών μέτρων. Οι ισχυρισμοί περί ακρίβειας πλήγματος του βλήματος που προβάλλουν οι Χούτι φαίνεται πως λαμβάνονται σοβαρά.
Επίσης, στις 16 Απριλίου 2019, η Ansar Allah παρουσίασε και τη νέα έκδοση του βλήματος Badr-F, η οποία εκρήγνυται στον αέρα (airburst) μεγιστοποιώντας τα φονικά αποτελέσματα στο έδαφος. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο της οργάνωσης, Yahya Sari, ο πύραυλος έχει βεληνεκές 160 χλμ και εκρήγνυται 20 μέτρα πάνω από το έδαφος προκαλώντας φονικά αποτελέσματα σε μια περιοχή διαμέτρου 350 μέτρων.
Παρενθετικά να πούμε ότι στις 21 Μαρτίου 2018 η Ansar Allah υποστήριξε ότι χτύπησε με αντιαεροπορικό πύραυλο ένα σαουδαραβικό μαχητικό αεροσκάφος F-15. Πράγματι, ένα F-15 της Βασιλικής Σαουδαραβικής Αεροπορίας (RSAAF) προσβλήθηκε εκείνη τη μέρα, αλλά ο χειριστής του κατάφερε να το επιστρέψει στη βάση του. Το ενδιαφέρον είναι ότι φαίνεται πως οι Χούτι χρησιμοποίησαν έναν πύραυλο αέρος–αέρος R-27, σοβιετικής προέλευσης, που εξόπλιζε τα μαχητικά αεροσκάφη MiG-29 της Αεροπορίας της Υεμένης πριν τον πόλεμο και τον οποίο μετέτρεψαν ώστε να μπορεί να εκτοξεύεται από το έδαφος.
Αυτή η «ασύμμετρη» αξιοποίηση οπλικών συστημάτων από μια αντάρτικη δύναμη μιας υποανάπτυκτης χώρας δείχνει τι μπορεί να κάνει ένα ευρωπαϊκό κράτος που έχει πρόσβαση σε προηγμένες τεχνολογίες, αν φυσικά έχει φαντασία και θέληση να αποκτήσει πλεονεκτήματα έναντι του αντιπάλου αφήνοντας κατά μέρος τις όποιες δικαιολογίες.
Σμήνη από drones εναντίον S-400
Επίσης, σε ένα από τα δύο προηγούμενα άρθρα του, ο γράφων είχε αναφερθεί στη δυνατότητα χρησιμοποίησης σμηνών (swarms) αποτελούμενα από μεγάλο αριθμό μικρών μη επανδρωμένων αεροχημάτων ή περιφερόμενων πυρομαχικών (loitering munitions) σε επιθέσεις κορεσμού εναντίον συστημάτων αεράμυνας. Θα πρέπει να επισημανθεί πως ούτε αυτές οι δυνατότητες είναι κάτι που αναμένεται να προκύψει σε κάποιο απροσδιόριστο μέλλον και για να επιτευχθούν χρειάζεται η ανάπτυξη εξωτικών τεχνολογιών.
Στην πραγματικότητα είναι κάτι που ήδη εφαρμόζεται Και μάλιστα από δυνάμεις με πολύ μικρές τεχνολογικές δυνατότητες. Για παράδειγμα, κατά τη διάρκεια των εργασιών της διάσκεψης SOFIC (Special Operations Forces Industry Conference), που έγινε στην Τάμπα της Φλόριντα τον Μάιο του 2017, ο Στρατηγός Tony Thomas, διοικητής της Διακλαδικής Διοίκησης Ειδικών Επιχειρήσεων των Ενόπλων Δυνάμεων των ΗΠΑ (USSOCOM), ανέφερε, επί λέξει, ότι το ISIS στη Μοσούλη είχε επιτύχει «τακτική υπεροχή στον αέρα» με την ευρεία χρήση τροποποιημένων εμπορικά διαθέσιμων drones.
Τα αεροχήματα αυτά εκτελούσαν αποστολές αναγνώρισης και κρούσης έχοντας τροποποιηθεί για να μεταφέρουν και ρίχνουν από αέρος βομβίδες των 40 χιλιοστών ή έχοντας μετατραπεί σε εναέριους αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς (airborne IED / ABIED).
Άρα λοιπόν δεν αναφερόμαστε ούτε σε πειραματικές μεθοδολογίες, ούτε σε φουτουριστικές τεχνολογίες αλλά σε δόγματα και αντιλήψεις της στρατιωτικής επιστήμης που έχουν αναπτυχθεί εδώ και δεκαετίες, σε όπλα που ήδη υπάρχουν σε μεγάλο ποσοστό στο ελληνικό οπλοστάσιο και σε τεχνολογίες τις οποίες αναπτύσσουν και χρησιμοποιούν ακόμη και αντάρτικες δυνάμεις πολύ χαμηλών τεχνικών και επιστημονικών δυνατοτήτων.
Εν κατακλείδι, λοιπόν, εις βάρος των χλευασμών και των ύβρεων εγχώριων κυβερνογενίτσαρων και τρωκτικών ξένων πρεσβειών, όντως υπάρχουν τεράστιες δυνατότητες ανάπτυξης υψηλής αποτελεσματικότητας μαχητικών ικανοτήτων από τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, προσαρμοσμένων πάνω στα υψηλής τεχνολογίας οπλικά συστήματα που προμηθεύεται η Τουρκία, όπως είναι οι S-400.
Οι προτάσεις που παρουσιάστηκαν στα τρία άρθρα του γράφοντος είναι απλά ενδεικτικές. Το θέμα είναι αν θα επενδύσουμε σε λύσεις που θα προέρχονται από εμάς για εμάς και θα ενισχύσουν τις εγχώριες παραγωγικές δυνατότητες ή θα καταφύγουμε στη συνήθη επιλογή της μαζικής δωρεάς δισεκατομμυρίων ευρώ σε μεγάλες βιομηχανίες του εξωτερικού. Η επιλογή είναι δική μας.
Πηγή: Κώστας Γρίβας slpress.gr