Έτος o

Κυριακή 11 Ιουνίου 2023

Ο Δημήτρης Νατσιός σε μια εφ' όλης της ύλης συνέντευξη στον Π. Καρβουνόπουλο

Ο Δάσκαλος Δημήτρης Νατσιός απαντά σε όλα τα ερωτήματα

Χωρίς να το επιδιώξει έχει γίνει κεντρικό πρόσωπο της πολιτικής σκηνής τις τελευταίες εβδομάδες. Δηλώνει πρώτα απ΄ όλα Δάσκαλος. Ο κ. Δημήτρης Νατσιός επικεφαλής του πολιτικού κινήματος ΝΙΚΗ από το στούντιο του militaire channel απαντά σε όλα όσα λέγονται ,γράφονται, ακούγονται, φημολογούνται μετά από το εκλογικό αποτέλεσμα που πέτυχε η ΝΙΚΗ στις εκλογές της 21ης Μαίου.

Ο κ.Νατσιός εξηγεί τι πιστεύει η ΝΙΚΗ, πως και γιατί προέκυψε ,ποιοι είναι οι άνθρωποι που την αποτελούν και ποιοι είναι οι στόχοι τους.

Πολύ συχνά στη συνέντευξη προστρέχει στην ιστορία και ειδικά στον Κολοκοτρώνη . Δεν κρύβει ότι η ΝΙΚΗ είναι ένα «συντηρητικό» κίνημα και εξηγεί τι είναι ο «υγιής συντηρητισμός».

Μιλά για «παιδομάζωμα» στα ελληνικά σχολεία. Τι είναι αυτό το «παιδομάζωμα»;

«Η Ελλάδα είναι μικρό κράτος αλλά μεγάλη πνευματική δύναμη» ,υποστηρίζει ο κ.Νατσιός και προτείνει να επιστρέψουμε και να δυναμώσουμε τις ρίζες μας. «Δεν μιλάμε για στείρο συντηρητισμό και άγονη προγονολατρεία», λέει ο κ.Νατσιός. Προτείνει ότι πρέπει να καινοτομήσουμε πατώντας πάνω στη σοφία των προγόνων και της ιστορίας μας.

Θεωρεί το δημογραφικό και την Παιδεία τα δύο μεγάλα θέματα από τα οποία πρέπει να ξεκινήσουμε την «ανάσταση της χώρας».

Πηγή: militaire.gr
Σύνδεσμος άρθρου ⤶

Δευτέρα 8 Μαΐου 2023

Ποιο είναι το καλύτερο δώρο για τα παιδιά;

Ποια είναι η ωραιότερη λέξη της ελληνικής γλώσσας αναρωτιόταν ο Πέτρος Χάρης, πριν από περίπου 80 χρόνια και ξεκινούσε ένα όμορφο δημοσιογραφικό παιχνίδι, δημοσιεύοντας τις απόψεις των σπουδαιότερων λογοτεχνών, δημοσιογράφων αλλά και πολιτικών της εποχής.

Έτσι, ο Κωστής Παλαμάς απάντησε ότι η ωραιότερη λέξη είναι ο «δημοτικισμός», ο Γρηγόρης Ξενόπουλος έβρισκε γοητεία στη λέξη «αισιοδοξία», ο Σπύρος Μελάς χωρίς δισταγμό έβρισκε πιο ελκυστική τη λέξη «ελευθερία» και ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου εξήρε την ομορφιά της λέξης «μοναξιά». Ο ζωγράφος και καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών Ουμβέρτος Αργυρός επέλεγε τη λέξη «χάρμα» διότι, όπως υποστήριζε, δεν υπάρχει σε καμία άλλη γλώσσα και στα πέντε γράμματά της κλείνει ό,τι χίλιες άλλες λέξεις μαζί. Ο Σωτήρης Σκίπης ανέσυρε τη λέξη «απέθαντος» από τα βυζαντινά κείμενα, διαχωρίζοντάς την από τη λέξη «αθάνατος», και ο Παντελής Χορν δήλωσε παντοτινή προτίμηση στη λέξη«νιάτα». Ο αλησμόνητος Αθηναιογράφος Δημήτριος Γρ. Καμπούρογλους, παρά τα χρόνια του, προτιμούσε τη λέξη «ιμερτή», δηλαδή την αγαπητή, την ποθητή. Ο θεατράνθρωπος Νικόλαος Λάσκαρις την «ζάχαρη», ο ιστορικός Διονύσιος Κόκκινος τη λέξη«χίμαιρα», ο ζωγράφος Παύλος Μαθιόπουλος το «φως» και ο γλύπτης Μιχαήλ Τόμπρος τη λέξη «ουσία». Ο Παύλος Νιρβάνας, προφανώς επηρεασμένος από τον τόπο του (Σκόπελο), αγαπούσε τη λέξη «θάλασσα». Οι ζωγράφοι αποκάλυπταν τις ευαισθησίες τους: Ο Δημήτριος Γερανιώτης ήθελε την«αρμονία», ο Κωνσταντίνος Παρθένης την «καλημέρα» και ο Δημήτριος Μπισκίνης το «όνειρο». Ως προς τις γυναίκες που κυριαρχούσαν στην πνευματική ζωή η λαογράφος Αγγελική Χατζημιχάλη ήθελε «πίστη», ενώ η 25χρονη ηθοποιός Ελένη Παπαδάκη, η οποία έμελλε να δολοφονηθεί άδικα στα Δεκεμβριανά του 1944, δήλωνε πως «η λέξις που περικλείει τα περισσότερα πράγματα, τα πάντα θα έλεγα, είναι η λέξις, ζωή»! Η γιατρός και συγγραφέας Άννα Κατσίγρα ήθελε «χαρά» και η καθηγήτρια του Ελληνικού Ωδείου, Αύρα Θεοδωροπούλου, αναζητούσε την «καλοσύνη».

Ενδιαφέρουσες όμως ήταν και οι απαντήσεις των πολιτικών του 1933: Ο στρατιωτικός και Πρόεδρος της Γερουσίας Στυλιανός Γονατάς προτιμούσε το «εμπρός», ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου τη λέξη «μάνα» και ο πρόεδρος της Βουλής Θεμιστοκλής Σοφούλης τη λέξη «φιλότιμο» διότι εκφράζει έναν ολόκληρο ηθικό κόσμο και δεν υπάρχει σε άλλη γλώσσα του κόσμου. Ο αρχηγός του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδος Ιωάννης Σοφιανόπουλος πρότασσε την«ανατολή» και ο ιδρυτής του ίδιου κόμματος Αλέξανδρος Μυλωνάς τη λέξη «πόνος».

‘Εθεσα το ερώτημα στα παιδιά, το πιο απαιτητικό, έντιμο και αξιοπρεπές κοινό. Πριν προχωρήσω στην παράθεση των απαντήσεων να προλάβω μια ένσταση. Το λεξιλόγιο των μαθητών είναι πιο φτωχό και περιορισμένο, οι γνώσεις ακόμη λιγοστές, αλλά «φθόνου καθαρόν το παιδίον και κενοδοξίας… και την μεγίστην κέκτηται αρετήν, την αφέλειαν και άπλαστον(=απροσποίητο) και ταπεινόν», κατά τον άγιο Χρυσόστομο. (ΕΠΕ, 11, 328). Υστεροβουλία, μνησικακία και δοξομανία δεν συναντάς στα μικρά παιδιά. Οι λέξεις που διάλεξαν τα παιδιά ήταν: το παιχνίδι, οικογένεια, το σχολείο, ο ήλιος, η θάλασσα, η Ελλάδα, η Παναγία, ο Χριστός, ο φίλος και η φίλη, η μαμά, ο μπαμπάς, οι παππούδες, το διάλειμμα (το πιο αγαπητό… μάθημα για διδάσκοντες και διδασκομένους), γενικά ωραίες λέξεις, δροσερές και ευγενικές. Εντύπωση μου προκάλεσε η επανάληψη της λέξεως παιχνίδι, συνώνυμη εξάλλου του παιδιού. Προφανώς αυτό τους λείπει. Και λείπει γιατί το παιχνίδι θέλει χώρο, ανοιχτωσιά, με θέα τον ήλιο και τα αστέρια, παρέα με τους γονείς τους, το καλύτερο δώρο για τα παιδιά.

Παραπέμπω όμως σ’ ένα θαυμάσιο κείμενο του αείμνηστου δασκάλου μας, Σαράντου Καργάκου, σε άρθρο του, στις 24-1-2014, στην έγκριτη και σοβαρή εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ». «Ο φιλόσοφος Αναξαγόρας, ο δάσκαλος του Περικλή, ο καλούμενος από τους συγχρόνους του “Νους”, διότι έθετε τον νουν άξονα των πάντων, διωγμένος από την Αθήνα, κατέφυγε στη Λάμψακο, αποικία των Φωκαέων στον Ελλήσποντο. Οι “εν τέλει” της πόλεως, δηλαδή οι άρχοντες της Λαμψάκου, το θεώρησαν μεγάλη τιμή που ένας τέτοιος σοφός πήρε την απόφαση να περάσει τα στερνά του βίου του στη δική τους γη. Κι έκαναν το παν για να τον ευχαριστήσουν. Τον ρώτησαν κάποτε, ποια θα ήταν η πιο μεγάλη -ίσως η τελευταία του- επιθυμία, που θα ήθελε να ικανοποιήσουν. Και ο φιλόσοφος τους αποκρίθηκε: “Τους παίδας εν ω αν αποθάνω μηνί κατ’ έτος παίζειν συγχωρείν” (= Ν’ αφήνετε τα παιδιά να παίζουν κάθε χρόνο το μήνα που θα πεθάνω). Οι Λαμψακινοί τήρησαν την υπόσχεσή τους επί αιώνες. Όπως διαβάζουμε σε κείμενο του 3ου μ.Χ., δηλαδή σε κείμενο που γράφτηκε 600 και πλέον χρόνια μετά το θάνατο του Αναξαγόρα, “εφυλάττετο το έθος και νυν”. Διότι είχαν κατανοήσει πως, όταν το παιδί δεν παίξει, δεν “παιδιαρίσει”, θα αρχίσει να παιδιαρίζει, όταν θα πρέπει ν’ αρχίσει το ωρίμασμά του». Και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο…

Είναι μακρύς ο δρόμος της ανατροφής των παιδιών μας, γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις, παιδαγωγοί και παιδαγωγούμενοι ταυτόχρονα οι γονείς. Και ας στολίζουμε τα παιδιά με λέξεις από τα αρώματα της πάντερπνης και τρισεύγενης γλώσσας μας.

Οι γέροι πελαργοί, όταν γεράσουν, λένε πως τα νέα πουλιά τους παίρνουν στα φτερά τους και τους βοηθούν στο πέταγμα. Ο Μέγας Βασίλειος ονομάζει αυτήν την εξαίσια εικόνα με μια ωραιότατη φράση: «εις αντιπελάργωσιν». Οι γονείς κάνοντας το χρέος τους, έρχεται η στιγμή που τα παιδιά τους, ανταποδίδοντας την ευεργεσία της ηλιόλουστης ανατροφής τους, τους παίρνουν στα φτερά τους, «εις αντιπελάργωσιν». Και τι πιο όμορφο να κλείσουν τα φτερά και τα μάτια του γονέα στην αγκαλιά των ευγνωμονούντων παιδιών του. «Τον αγώνα τον καλόν ηγωνίσαντο, τον δρόμον τετελεύκασι»…

Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς
Σύνδεσμος άρθρου ⤶

Τρίτη 2 Μαΐου 2023

Το παράδειγμα ανατρέφει, διδάσκει και κυβερνά…

«Είμαστε λαός με παλικαρίσια ψυχή» έλεγε ο Σεφέρης. Και δεν πέρασαν πολλά χρόνια από τότε. Και την ψυχή μας, την ακατάλυτη, την ρωμαίικη, δεν θα την βρούμε στις ελεημοσύνες της δήθεν Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά όταν καταλάβει ο λαός «τι έχασε, τι είχε, τι της πρέπει». Όχι ότι το παρελθόν ήταν παραδείσια ζωή. Δεν το εξωραΐζουμε. Και οι παλιοί, «οι αρχαίοι άνθρωποι» του Κόντογλου, είχαν τα πάθια και τους καημούς τους, αλλά υπήρχε αρχοντιά, μια πνευματικότητα γνήσια και ακίβδηλη, πίστη και ελπίδα δεν τους έλειπαν. Μ’ αυτές γαλήνευε η ψυχή τους. Μ’ αυτούς τους δικούς μας ανθρώπους πρέπει να ξαναμιλήσουμε. Να ακούσουμε τις ορμήνειες τους, τις συμβουλές τους, να δούμε την ζωή τους, να γνωρίσουμε την Ελλάδα, την πραγματική, την αληθινή πατρίδα μας, αυτή που γέννησε Ομήρους, Χρυσοστόμους και Παλαιολόγους και Κολοκοτρωναίους και Κανάρηδες, ανθρώπους που μοσκοβολάνε σαν το Τίμιο Ξύλο και όχι το τωρινό, μουχλιασμένο αποφόρι των Φράγκων και των ημέτερων μασκαράδων. «Από στεριά κι από θάλασσα βγαίνει φωνή και βόγγος: θέλουμε να ζήσουμε ελληνικά! Ελλάδα χωρίς ζωή ελληνική, είναι Ελλάδα πεθαμένη». Λόγια του Κόντογλου. Ας τους γνωρίσουμε μέσα από τα αθάνατα λόγια και τις σπουδαίες πράξεις τους. Ας παραδειγματιστούμε από την λεβεντιά τους. Για να ζήσει η Ελλάδα…

Μόνον με το παράδειγμα, μπορείς να μεγαλώσεις παιδιά, να διδάξεις μαθητές και να κυβερνήσεις εν τέλει λαούς. Να πιάσω το τελευταίο. Θυμάται κανείς πρωθυπουργό ή υπουργό της Ελλάδας, ο οποίος, όταν τέλειωσε η καριέρα του και συνταξιοδοτήθηκε να τον σταματούν οι απλοί άνθρωποι στον δρόμο και να τους εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους για την προσφορά του στο έθνος; Να βγήκε από την πολιτική φτωχότερος; «Δει τον αγαθόν άρχοντα παυόμενον της αρχής μη πλουσιώτερον αλλά ενδοξότερον γεγονέναι» γράφει ο Στοβαίος. Ποιος εξήλθε του πολιτικού βίου ενδοξότερος και όχι πλουσιότερος; Υπάρχει έστω κι ένας για να σημειώσουμε με κεφαλαία γράμματα την λαμπρή εξαίρεση; Στην παράδοσή μας το πρόσωπο κάνει την διαφορά. Καλά τα οράματα και τα προγράμματα, αλλά, επαναλαμβάνω, όλα ακυρώνονται αν δεν υπάρχει το πρόσωπο, ο άνθρωπος της θυσίας και του φιλότιμου.

«Σχολείο ίσον δάσκαλος», έλεγε ο σοφός εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς. Δώσε μου πέντε δασκάλους με ζήλο, πίστη και «έρωτι» προς την εθνική γλώσσα και σε κατακόμβες να διδάσκουν, θα βγάλουν γερούς μαθητές. Τι σημαίνει ενορία; Ένας ιερεύς ζήλω πεπυρωμένος, φιλακόλουθος και άνθρωπος της αγάπης, ειρηνοποιός και θα μαζευτεί γύρω του, όπως οι μέλισσες στα λουλούδια, το εκκλησίασμα. Τι σημαίνει κυβέρνηση; Βρες μου έναν Καποδίστρια και η Ελλάδα σώθηκε. Τι ήταν ο Καποδίστριας;

Ο Μακρυγιάννης γράφει για να δείξει τον τρόπο ζωής του: «Ο Κυβερνήτης έτρωγε επί τέσσερις ημέρες μία κότα».

Για τον εαυτό του δεν δέχθηκε ούτε τα αυτονόητα. Αρνήθηκε το επιμίσθιο που του αναλογούσε ως αρχηγός κράτους και το οποίο εγκρίθηκε δύο φορές από τη Βουλή των Ελλήνων και τη Γερουσία.

Όταν το 1815 ο Τσάρος τού ανακοίνωσε την πρόθεσή του να τον διορίσει Υπουργό των Εξωτερικών, αρχικά δεν δέχτηκε, λέγοντας στον Τσάρο: «Μεγαλειότατε, εντίμως σας δηλώνω ότι οσάκις ευρεθώ προ του τραγικού διλήμματος να υποστηρίξω τα συμφέροντα της σκλαβωμένης πατρίδος μου ή τα συμφέροντα της αχανούς αυτοκρατορίας σας, δεν θα διστάσω ούτε στιγμή: Θα τεθώ με το μέρος της πατρίδος μου ... Είμαι Έλλην και θα μείνω Έλλην για πάντα».

Η αυτοκράτειρα μητέρα του Τσάρου Νικολάου, Μαρία Θεοδώρεβνα, τον πίεζε να μην αποδεχθεί την εκλογή του ως Κυβερνήτη της Ελλάδος λέγοντας του: «Στην Ελλάδα θα διακινδυνεύσετε τη ζωή σας».

Ο Καποδίστριας όμως απάντησε: «Εάν δεν δεχθώ την εκλογή μου και η Ελλάς γονατίσει, τι θα πουν για μένα; Να ένας άνθρωπος, που θα μπορούσε να την σώσει και προτίμησε μια λαμπρή θέση στη Ρωσία από τη σωτηρία της πατρίδας του και την άφησε να χαθεί. Αφιέρωσα τη νεότητά μου στην υπηρεσία του αείμνηστου μεγαλόψυχου γιου σας. Έτσι μπορώ σήμερα να προσφέρω στην Ελλάδα τη θυσία των γηρατειών μου!..». Λόγια αγιασμένα!! Θα μπορούσε να τα ψελλίσει κάποιος από τους τωρινούς, που η προσφορά τους ούτε τα ηρωικά «γαϊδούρια της Ζαράκοβας» δεν φτάνει; Εξηγώ:

Ο Βασιλιάς Όθωνας της Ελλάδος κάλεσε μία μέρα στο παλάτι του τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και του είπε:

— Η Κυβέρνησή μου αποφάσισε να αμείψει τους αγωνιστές. Εδώ έχω τις αναφορές με τις οποίες ζητούν τα δικαιώματά τους. Εσύ τι θα ζητήσεις στρατηγέ;

— Εγώ, απάντησε ο Κολοκοτρώνης, δεν θα ζητήσω τίποτε γιατί ούτε έχασα ούτε ξόδεψα για το Έθνος. Ο Βασιλιάς Όθωνας, συνηθισμένος από τις παράλογες απαιτήσεις πολλών αγωνιστών του γλυκού νερού, σαν τους 300 τους δικούς μας, ξαφνιάστηκε από την απάντηση του Γέρου του Μοριά.

— Πώς γίνεται αυτό, ρώτησε ο Βασιλιάς. Και ο Κολοκοτρώνης του απήντησε και του εξήγησε:

— Εγώ, όταν μπήκα στον αγώνα είχα στο σελάχι (=πορτοφόλι) μου, μιάμιση ρεγγίνα (=αυστριακό νόμισμα), και ξόδεψα μονάχα τη μισή. Και δε μου λες, μεγαλειότατε, ποιοι είναι αυτοί που ζητάνε χρήματα και δικαιώματα; Ο Όθωνας του είπε μερικά ονόματα, που ο Κολοκοτρώνης ήξερε πολύ καλά τις υπηρεσίες που προσφέρανε και τι μανούσια(=πονηροί άνθρωποι), ήσαν στον αγώνα.

— Χμμ! Έκανε. Αν αυτοί που είπες, βασιλιά μου, πάρουν αυτά που ζητάνε, τότε τί πρέπει να πάρουν τα γαϊδούρια της Ζαράκοβας; (περιοχή Αρκαδίας).

— Ποιά είναι τα Γαϊδούρια της Ζαράκοβας; ρώτησε ο Όθωνας με περιέργεια.

Και απάντησε θαρραλέα ο λεβέντης στρατηγός Θοδωράκης Κολοκοτρώνης.

— Βασιλιά μου, τα γαϊδούρια της Ζαράκοβας, είναι εκείνα που μας κουβαλούσαν το νερό και το ψωμί, που είχαμε τόσο ανάγκη κατά την διάρκεια του αγώνα για την απελευθέρωση της Πατρίδας μας από τους Τούρκους, απάντησε ο Γέρος της ελευθερίας της πατρίδος μας Θεόδωρος Κολοκοτρώνης. Γι’ αυτό είναι πολύ ψηλά στο εικονοστάσι του Γένους…

Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς
Σύνδεσμος άρθρου ⤶

Δευτέρα 17 Απριλίου 2023

«Όταν έχεις λύπη ο Χριστός σου λείπει»

«Το επ’ εμοί, εν όσω ζω και αναπνέω και σωφρονώ, δεν θα παύσω, ιδίως κατά τας πανεκλάμπρους ταύτας ημέρας, να υμνώ μετά λατρείας τον Χριστό μου, να περιγράφω μετ’ έρωτος την φύσιν και να ζωγραφώ μετά στοργής τα γνήσια ελληνικά έθιμα…. Αν επιλάθωμαί σου Ιερουσαλήμ, επιλησθείη η δεξιά μου, κολληθείη η γλώσσα μου τω λάρυγγί μου, εάν ου μη σου μνησθώ». (Παπαδιαμάντης).

«Το μοσκοβόλημα που βγάζουνε τα άνθη και τα βότανα, το κελάηδισμα των πουλιών, το λεπτό τ’ αγέρι που σαλεύει χλωρά κλαριά, τ’ αλαφρό κύμα που γλυκομουρμουρίζει στην ακρογιαλιά, στους κάβους, στα νησιά, στα βουνά και τα λαγκάδια, όλα τα νιώθεις να πανηγυρίζουνε μαζί με τα μακάρια πνεύματα την Ανάσταση του Χριστού». (Κόντογλου).

Κόντογλου και Παπαδιαμάντης: από τις πιο έντιμες και αγνές μορφές των γραμμάτων μας. «Ζωγραφούν» σ’ όλη τους τη ζωή «μετ’ έρωτος», την γνησιότητα, ξεσκεπάζουν το κίβδηλο, το ψεύτικο, τους «χαλασοχώρηδες». Επιμένουν και οι δύο στην τήρηση της παράδοσης, όχι ως στείρα τυπολατρία και αναιμική μίμηση, αλλά ως πηγή ζώσα που αρδεύει αδιαλείπτως «το ολόδροσο δέντρο της φυλής μας».

Ο Κόντογλου είναι αυτός που έστρεψε ξανά την αγιογραφία στην βυζαντινή παράδοση. Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέει «δείξε μου τις εικόνες που προσκυνάς για να σου πω τι πίστη έχεις». Μέχρι την εμφάνιση του Κόντογλου είχε επικρατήσει στους ορθόδοξους ναούς η δυτική, η κοσμική, η σαρκική νοοτροπία, με τις καταστολισμένες, γλυκανάλατες Μαντόνες, οι οποίες κρατούν στην αγκαλιά ξανθούς μπέμπηδες, που παριστάνουν το «θείο βρέφος». Όμως, όπως λέει ο Κόντογλου, οι βυζαντινοί αγιογράφοι ζωγραφίζουν με ταπείνωση, χωρίς περιττά ψιμύθια και στολίδια, δίχως καμμιά φιλοδοξία να ξαφνιάσουνε και να κάνουν εντύπωση, ζωγραφίζανε σαν να προσεύχονται. Στα χρόνια, διηγείται, της βασιλείας του Λέοντος του Σοφού κάποιος ζωγράφος θέλησε να ιστορήσει τον Σωτήρα Χριστό, ώστε να μοιάζει με τον θεό Απόλλωνα και αμέσως παρέλυσε, «εξηράνθη η χειρ αυτού».

Για την βυζαντινή μουσική, σφοδρός επικριτής των καινοτομιών είναι ο Παπαδιαμάντης. Γινόταν θηρίο, αν μάθαινε πως κάποιος ιερέας ή ψάλτης μετέφραζε τα ιερά κείμενα στην «δημοτικιά». «Ο πόθος της επιδείξεως, η μανία της καινοτομίας, η υπερηφάνεια και ο εγωισμός» οδηγούν μερικούς σε εκσυγχρονιστικές θεωρίες. Το «ανοίξω το στόμα μου και πληρωθήσεται πνεύματος» πώς θα αποδοθεί: «θ’ ανοίξω το στόμα μου και θα γεμίσει πνεύμα και θα βγάλω λόγο;». Τα τροπάρια, τονίζει, γίνονται νεκρά μέχρι νεκροφανείας. «Ποιος Έλληνας», γράφει ο Κόντογλου, «θα νιώσει κατάνυξη από τα μουσικά αυτά μασκαριλίκια και πώς θα κάνει την προσευχή του ακούγοντας τα λόγια των αγίων μελωδών να αλλοιώνονται και να γελοιοποιούνται από τα στόματα ψευτονεωτεριστών;». Ο Παπαδιαμάντης ήταν αρνητικός έναντι της τότε πολιτικής, διότι έβλεπε να διαμορφώνεται ένας πολιτικός βίος έξω από την πνευματική και ηθική παράδοση της εκκλησίας, κάτι που επαναλαμβάνεται εντονότατα στις μέρες μας.

Ο Σπύρος Μελάς στον «Πρόλογο» των «Απάντων», από τον Γ. Βαλέτα (τομ. Α, σελ. 18) παρατηρεί: «Είναι ο μόνος που είδε ότι η θρησκεία, με άλλα λόγια η Ορθοδοξία, ήταν η σπονδυλική στήλη του εθνικού σώματος». Απόκλιση από την Ορθόδοξη πολιτική παράδοση για τον Παπαδιαμάντη σήμαινε και σημαίνει πολιτικό θάνατο του Γένους. Και γι’ αυτό ήταν σφόδρα πολέμιος εναντίον αυτών που συκοφαντούσαν την βυζαντινή μας παράδοση, που περισσότερο ίσως κι από πνευματική, είναι παράδοση πολιτική, μέσα από την θρησκευτική της έκφραση. Στο περίφημο διήγημά του «Λαμπριάτικος Ψάλτης», που δημοσιεύτηκε το 1893 στην «Ακρόπολη», γράφει τα ακόλουθα σαρκαστικά, γι’ αυτούς που τον μυκτήριζαν για την εμμονή του να γράφει θρησκευτικά – εορταστικά διηγήματα: «Μη θρησκευτικά προς Θεού! Το ελληνικόν έθνος δεν είναι βυζαντινοί, εννοήσατε; Οι σημερινοί Έλληνες είναι κατευθείαν διάδοχοι των αρχαίων….». και οι δύο γέροντες Δάσκαλοι του Γένους, δίδαξαν με τον απαράμιλλο τρόπο τους το πώς μπορεί να ανορθωθεί ο τόπος.

Σε συνθήκες πολλαπλής κρίσης (οικονομικής, κοινωνικής, πνευματικής και ανθρωπολογικής) που διάγει η χώρα μας η μόνη δυνατότητα επιβίωσής μας θα ήταν η επιστροφή στην Παράδοσης της τρισεύγενης Ρωμιοσύνης και η σύνδεσή της με τις τρομερές προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε. Δύο παράγοντες, ριζιμιά λιθάρια, πρέπει να ξαναβρούν τον κυριολεκτικά εθνοσωτήριο στόχο τους: Η οικογένεια και το σχολείο. Για την παιδεία που διακονώ εδώ και 33 χρόνια…

Μια παιδεία αναστάσιμη θέλουμε, παιδεία χαράς και χάριτος.

Αυτό θα σήμαινε αναμόρφωση των αναλυτικών προγραμμάτων έτσι ώστε, με κοπιαστική μελέτη και σπουδή, ο μαθητής να μαθαίνει να γράφει, να διαβάζει, να υπολογίζει και να εκφράζεται σωστά, να γνωρίσει τις βασικές πτυχές της Ιστορίας, του Πολιτισμού και της Πίστεώς μας και της Γλώσσας μας. Αυτό όμως προϋποθέτει δασκάλους-παιδαγωγούς που πιστεύουν βαθιά στην παιδευτική αξία του μαθήματος, το οποίο και θέλουν να το μεταδώσουν στους μαθητές τους. Ο δάσκαλος και εν γένει ο εκπαιδευτικός θα πρέπει να γίνει, μέσα από το παράδειγμα της ζωής του, η χαμένη «αυθεντία» και το κοινωνικό πρότυπο, ο Ρωμιός, ο Ορθόδοξος Έλληνας, που χαιρετά τους μαθητές του κάθε πρωί, για 40 ημέρες, ως την Ανάληψη του Χριστού, με το κοσμοχαρμόσυνο μήνυμα: Χριστός ανέστη. Δεν ντρέπεται να παρουσιάζει Αυτόν που τόσο πολύ έχουν ανάγκη τα νέα παιδιά. (Όταν έχεις λύπη ο Χριστός σου λείπει, έλεγε ο άγιος Παϊσιος). Να ακουστούν στις σχολικές αίθουσες και πάλι πρωί- πρωί τα «γράμματα που διαβάζουνε οι αγράμματοι κι αγιάζουνε» και όχι νεοταξικά ευφυολογήματα του τύπου «πρώτα ο μαθητής», «το νέο σχολείο που μαθαίνει στον μαθητή να μαθαίνει» ή τα τελευταίας κοπής «εργαστήρια δεξιοτήτων», που μόνο άγχος γεμίζουν τον δάσκαλο, καρυκεύματα εν πολλοίς δηλητηρίων. Αυτές οι κενές περιεχομένου προτάσεις δήθεν ελευθεριότητας και ψευτοπροοδευτικότητας οδηγούν στη γενίκευση της αμάθειας, στην απόκτηση περιστασιακών, κατακερματισμένων, άχρηστων πολλές φορές, γνώσεων –πληροφοριών, που είναι αδύνατον να συνδεθούν μεταξύ τους. Να στραφούμε επιτέλους στους δικούς μας, στα μυρίπνοα άνθη τους Γένους, που χωρίς πτωχοαλαζονείες και μωρές επιδείξεις κηρύσσουν και διδάσκουν: «Όλες οι πίστεις είναι ψεύτικες… μόνο η πίστις των Ορθοδόξων είναι καλή και αγία. Τούτο σας λέγω τώρα. Να ευφραίνεσθε όπου είσθε Χριστιανοί». (Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός). Χριστός Ανέστη!!

Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς
Σύνδεσμος άρθρου ⤶

Σάββατο 8 Απριλίου 2023

Γιατί πολυτιμότερο πράγμα από την Ορθοδοξία δεν υπάρχει στον κόσμο…

Δεν ξυπνάει ο Έλληνας, δεν λυτρώνεται από τον λήθαργο, αν δεν του θυμίσεις και του δείξεις ποιες είναι οι ρίζες του, από πού κρατάει η φύτρα του και αν δεν του δώσεις να γευτεί από τους αθάνατους καρπούς του μοναδικού στον κόσμο γενεαλογικού του δέντρου. Ρίζα αυτού του δέντρου είναι η ζωντανή μας πίστη, η Εκκλησία, την οποία οι ποικιλώνυμοι εχθροί της, πάσης μορφής και χρώματος, την βλέπουν σαν εμπόδιο. Το βόσκημα των παθών, η ηδονοθηρία, η αμαρτία δεν αντέχουν το «ράσο», που πάντα στάθηκε ο Κυρηναίος του Γένους.

“Αν δώσεις μια οδοντογλυφίδα σε έναν Νεοέλληνα, να καθαρίσει τα δόντια του, τότε θα ανακαλύψει ψίχουλα από τα πρόσφορα που έφαγε και μεγάλωσε κάποτε η οικογένειά του”, έλεγε παλιός θυμόσοφος επίσκοπος.

Και κυρίως τις ρίζες οφείλει να τις προβάλλει το σχολείο, αυτή είναι η σημαντικότερη αποστολή του. Υγιής ρίζα σημαίνει υγιείς κλάδοι. Όταν όμως η παιδεία μετατρέπεται σε ένα είδος πιστωτικής κάρτας, καλλιέργεια της άμεσης, εδώ και τώρα, απόκτησης αυτού του συνήθως ευτελούς, που ποθούμε, φτάνει κάποτε και η ώρα της πληρωμής, η οποία συνοδεύεται από δάκρυα μεταμέλειας για την αφροσύνη μας. Για συμμορίες νέων που οργανώνονται σε σχολικές αυλές ακούμε και διαβάζουμε, φαινόμενο που παίρνει διαστάσεις απρόβλεπτες και καταστρεπτικές. Διαβάζω στις τελευταίες ειδήσεις, για επεισόδιο σε σχολείο:

«Τον περικύκλωσαν, τον ακινητοποίησαν και χωρίς να μπορεί να αντιδράσει, τύλιξαν γύρω από το λαιμό του νήμα πετονιάς, αποπειράθηκαν να το τυλίξουν σε όλο του το σώμα, προξενώντας σωματικές βλάβες στην περιοχή του λαιμού. Κατά τη διάρκεια της πράξης γελούσαν σε βάρος του…».
Αυτές είναι οι ανατριχιαστικές λεπτομέρειες από την υπόθεση με νεανικής βίας με θύμα 15χρονο μαθητή σε ιδιωτικό σχολείο, όπως προκύπτουν μέσα από την δικογραφία που σχημάτισε η Υποδιεύθυνση Προστασίας Ανηλίκων της Ασφάλειας Αττικής. Μια φρικτή ιστορία που συνέβη μες σε σχολείο, με τον 15χρονο μαθητή να δέχεται το βασανιστήριο από την παρέα των έξι συμμαθητών του, ανάμεσα τους και ένα κορίτσι!

Πού είναι το λάθος άραγε; Τις πταίει γι’ αυτά τα ανήκουστα κάποτε ανομήματα; Απάντηση στον περιορισμένο χώρο ενός άρθρου δεν μπορεί να δοθεί. Θα θίξω μόνο μια παράμετρο του προβλήματος, μιας και είμαστε στην Μεγάλη εβδομάδα των Παθών του Χριστού μας.

Να πω κάτι εκ πείρας. Διδάσκοντας χρόνια τώρα, στους μαθητές μου, την περίοδο προ των διακοπών, κείμενα, όχι σχολικά, που αναφέρονται στο Πάσχα, παρατήρησα την ευεργετική τους επίδραση στα παιδιά. Τα τραγούδια του Θεού και τα λογοτεχνικά καλούδια της καθ΄ ημάς Ανατολής συγκινούν, ευωδιάζουν, γαληνεύουν.

"Aπ' ό,τι κάλλη έχει άνθρωπος,
τα λόγια έχουν τη χάρη
να κάμουσι κάθε καρδιά
παρηγοριά να πάρει
κι όπου κατέχει να μιλεί
με γνώση και με τρόπο
κάνει και κλαίσι και γελούν
τα μάτια των ανθρώπω". 
(Ερωτόκριτος Ενότητα Α' στίχοι 887-890).

Ποια λόγια όμως και ποια γράμματα παρηγορούν; Και πάλι προσφυγή στην εξαίσιο ποιητικό λόγο, που ξεδιαλύνει τις σκέψεις και ευφραίνει με την σαφήνειά του.
” Πρωί πρωί χαράματα
έκοψα από τον ήλιο γράμματα
στην γλώσσα που διαβάζουνε
οι αγράμματοι κι αγιάζουνε”, ο Ελύτης.

Τα, χαροποιού πένθους, εγκώμια του Επιταφίου, Σολωμός και Παλαμάς με τα μύρα της πένας τους. “Σήμερα Γιώργη μ’ Πασχαλιά, Γιωργάκη …”, η άφθαστη δημοτική ποίηση, ο Παπαδιαμάντης με τους αρχαίους του Ρωμιούς της Σκιάθου, που μοσχοβολούν σαν το Τίμιο Ξύλο, τα λαμπρά της Λαμπρής κείμενα των παλιών αναγνωστικών, γεμάτο το πατρογονικό κελάρι καλούδια, τα οποία δεν αρωματίζουν σήμερα τις σχολικές αίθουσες, δεν φτάνουν στις πεινασμένες για καθάρια, καλοσυνάτη τροφή, ψυχές των παιδιών. Παιδιά που δεν σκέφτονται με λέξεις, αλλά μόνο με εικόνες, κινούμενα σχέδια και διαδικτυακές λασπωμένες εντυπώσεις. Και όταν δεν έχεις λέξεις, μοιραία, καταφεύγεις στην εξαλλοσύνη και την απελπισία, σε επιλογές και πράξεις βίας, που θα μπορούσαν να αποφευχθούν μόνο με τον λόγο. “Πάρε τη λέξη μου, δώσε μου το χέρι σου”, θα πει ο Εμπειρίκος. Και τι περνά από χέρι σε χέρι; Μα η ανθρωπιά…

Σε τούτη όμως την χώρα, έχουμε μάθει και οι δάσκαλοι να υπηρετούμε το υπουργείο Παιδομαζώματος και όχι την εθνική παιδεία, μια κρατική εκπαίδευση ύπουλα αντορθόδοξη, ακαρποφόρητη. Να υπενθυμίσω τι γράφουν στο Ανθολόγιο της Γ’ και Δ’; (Σελ. 79). Σε κείμενο με τον απαράδεκτο τίτλο «Τότε που πήγαμε βόλτα τον Επιτάφιο». Στον επίλογο του προαναφερθέντος κειμένου, διαβάζουμε: «… Όταν φτάσαμε στην Εκκλησία οι ψάλτες σήκωσαν τον Επιτάφιο ψηλά πάνω από την πόρτα κι όλοι εμείς περάσαμε από κάτω. Να, όπως το περνά περνά η μέλισσα». ».

Κατ’ αρχάς έχουμε περιφορά και όχι βόλτα του Επιταφίου. Βόλτες κάνουμε με τα ποδήλατα. Βόλτες κάνουμε στις διακοπές. Και τι σχέση έχει το κατά τα άλλα αθώο παιδικό παιχνιδάκι “περνά, περνά η μέλισσα”, με την κατανυκτικότατη στιγμή της περιφοράς του Επιταφίου; Είναι η ύπουλη προσέγγιση, όπως προείπα, να αντιμετωπίζεται στα σχολικά βιβλία, η Εκκλησία, ως κρουαζιερόπολοιο αναψυχής και όχι ως κιβωτός σωτηρίας. Ας μην απορούμε που έλειψε στα σακάτικα χρόνια μας το σέβας για τον ατίμητο θησαυρό μας. Και αυτά υπάρχουν εδώ και 18 χρόνια στα βιβλία, πράγματα πιο επικίνδυνα από μνημόνια και λοιπές υποτέλειες. Δεν απαλλάσσεται η οικογένεια από τις ευθύνες για το αγρίεμα των παιδιών, όμως και το σχολείο, αντί να ράβει, ξηλώνει ό,τι απέμεινε όρθιο.

Όλοι όμως, όσοι αυτοπροσδιοριζόμαστε ως Χριστιανοί Ορθόδοξοι, ελεγχόμαστε που δεν αντιδράσαμε δυναμικά για να εξοβελιστούν από τα σχολεία. Είχα διαβάσει κάτι ωραίο . Στον Μυστικό Δείπνο ο Κύριος πρόφερε την φοβερή φράση “εις εξ υμών παραδώσει με”. Όλοι οι μαθητές “λυπούμενοι σφόδρα ήρξαντο λέγειν αυτώ έκαστος αυτών· μήτι εγώ ειμί, Κύριε;”. Αισθάνονταν άπαντες ένοχοι ενώπιον του Κυρίου γι’ αυτό ρωτούσαν “μήπως εγώ”. Εμείς τι έχουμε να αποκριθούμε στο παράπονο του Σωτήρος Χριστού μας; Να κλείσω με το θριαμβευτικό παιάνα του Κόντογλου:

«Αδελφοί! Κρατήστε ζωντανό τον θησαυρό της Ορθοδοξίας. Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού και φυγέτωσαν από προσώπου αυτού οι μισούντες αυτόν. Να θεωρείτε τους εαυτούς σας μακάριους που είστε Ορθόδοξοι. Γιατί πολυτιμότερο πράγμα από την Ορθοδοξία δεν υπάρχει στον κόσμο».

Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς
Σύνδεσμος άρθρου ⤶

Σάββατο 11 Μαρτίου 2023

Κουράγιο, μικροκόρη μας, που μας εγίνης μάνα

Πριν από 25 περίπου χρόνια, στην Κύπρο, σε κάποιο σηµείο της «νεκρής ζώνης», πέφτει νεκρός από σφαίρες άνανδρων Τούρκων ένα 26χρονο παλληκάρι, ο Σολωµός Σπύρου Σολωµός. Σκαρφάλωνε άοπλος στον ιστό, για να κατεβάσει το κατοχικό σύµβολο του ψεύδους και του αίµατος: την «τουρκοκυπριακή σηµαία». Εκεί τον βρήκε το βόλι… Και το ηρωικό ελληνόπουλο – πού είχε ίδιο και το όνοµα και το επίθετο µε τον ποιητή πού έγραψε τον «Ύµνο στην Ελευθερία»! – πέρασε ελεύθερα στην αθανασία! Πήγαν μετά από μέρες στον πατέρα του ήρωα, για να του προσφέρουν οικονομική ενίσχυση, εκ μέρους της Βουλής των Ελλήνων. Αρνιόταν πεισματικά, όντας φτωχός μα περήφανος. Πείστηκε, όταν του είπαν πως δεν έπρεπε να προσβάλει τους εκπροσώπους του ελληνικού λαού, γιατί ήθελαν μόνο να τιμήσουν τον ήρωα γιο τους. Μόλις πήρε την επιταγή, την κατέθεσε αμέσως στο Ταμείο Άμυνας της Κύπρου. Όταν τον ρώτησαν, γιατί το έκανε, απάντησε ο λεβεντόγερος. «Τι νόμισαν, ότι θα έτρωγα εγώ από το αίμα του παιδιού μου; Φαντάζεστε να πήγαιναν στον Πιερή Αυξεντίου με μια επιταγή και του λέγαν: «Αυτά είναι για τη θυσία του γιού σου; Θα τους σκότωνε!».

“Θα πάρω μιαν ανηφοριά
θα πάρω σκαλοπάτια
να βρω τα μονοπάτια
που παν στη λευτεριά”.

Είναι στίχοι του Ευαγόρα Παλληκαρίδη, του μαθητή του Ελληνικού Γυμνασίου της Πάφου, τον οποίο κρέμασαν οι Άγγλοι στις 14 Μαρτίου του 1957. Στο άκουσμα του θανάτου, της δολοφονίας του Ευαγόρα Παλληκαρίδη, ο σπουδαίος Δωδεκανήσιος λογοτέχνης Φώτης Βαρέλης, έγραψε ένα εξαίσιο ποίημα, το οποίο ο ραδιοσταθμός της Λευκωσίας το μετέδωσε τότε ως δημοτικό κυπριακό τραγούδι.

Πήγαν οι Άγγλοι, πριν από την θυσία, να δελεάσουν την μάνα του μ’ ένα τεράστιο ποσό, για να πιέσει το γιο της να προδώσει. Απάντησε αγέρωχα η Ρωμιά, Ελληνίδα μάνα:

«Εγώ δεν εγέννησα παιδί να το λαλούν προδότη
χαλάλι της πατρίδας μου το αίμα του παιδιού μου». Και δεν γέννησε τέτοιο παιδί, γέννησε ήρωα…. Και του έγραψαν και τραγούδι. Παραθέτω κάποιους στίχους:

«…Χτυπά κουδούνι, μπαίνουνε στην τάξη του ο καθένας. Μπαίνει κι η Πρώτη η άταχτη και η Τρίτη που διαβάζει, Μπαίνει κι η Πέμπτη αμίλητη, η τάξη του Ευαγόρα.

– Παρόντες όλοι;
– Κύριε, ο Ευαγόρας λείπει.
– Παρόντες, λέει ο δάσκαλος, και με φωνή που τρέμει:
– Σήκω, Ευαγόρα, να μας πεις ελληνική ιστορία.
– Ο δίπλα, ο πίσω, ο μπροστά, βουβοί και δακρυσμένοι, αναρωτιούνται στην αρχή, ώσπου η σιωπή τους κάμνει να πέσουν μ’ αναφιλητά ετούτοι κι όλη η τάξη.

– Παλληκαρίδη, άριστα, Βαγόρα, πάντα πρώτος,
στους πρώτους πρώτος, άγγελε πατρίδας δοξασμένης, συ μέχρι χθες της μάνας σου ελπίδα κι αποκούμπι, και του σχολειού μας σήμερα, Δευτέρα Παρουσία. Τα’ πε κι απλώθηκε σιωπή πα στα κλαμένα νιάτα, Που μπρούμυτα γεμίζανε της τάξης τα θρανία, Έξω απ’ εκείνο τ’ αδειανό, παντοτινά γεμάτο».

Αυτό το αριστούργημα περιεχόταν στο παλιό – προ του 2006 – βιβλίο Γλώσσας της Στ΄ Δημοτικού, στο γ΄ τεύχος. Δεν άρεσε στα κνώδαλα του πολυπολιτισμού, στους προσκυνημένους νενέκους του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, το έκριναν προφανώς ως εθνικιστικό! Για ήρωες θα μιλάμε τώρα; Αυτά είναι παρωχημένα, στερεότυπα. Αίματα, κόκκαλα και θάνατοι για την Πατρίδα, τρομάζουν τα παιδιά – έτσι μου είπε κάποιος ανεπρόκοπος σχολικός σύμβουλος κάποτε, όταν αντίκρισε τα καμιά 15αριά κάδρα ηρώων που έχω αναρτημένα πάντοτε στην τάξη μου!

Ενώ οι «συνταγές μαγειρικής» τα γαληνεύουν. Και καταντήσαμε, να διδάσκουμε στην Στ’ Δημοτικού, τον ηρωισμό μέσω ενός κειμένου με τίτλο «η … Σόνια η γάτα»! Αχ, δυστυχισμένη πατρίδα! «Την Ελλάδα θέλομεν κι ας τρώγωμεν πέτρες», έγραφε κάποτε στους τοίχους των σπιτιών η αδάμαστη εκείνη γενιά των Ελλήνων της Κύπρου. Σήμερα «τρώγωμεν» την Ελλάδα… «δειλοί, μοιραίοι κι άβουλοι αντάμα». (Κ. Βάρναλης).

Το άρθρο θα μπορούσε να τελειώσει εδώ. Όμως όχι, η ιστορία του Γένους δεν ξαποσταίνει. Αίφνης μες στην καταχνιά και ερημιά του κόσμου συμβαίνει κάτι, μια φεγγοβολή, μοσχοβόλημα Μαρτίου και μαρτυρίου, που σε κάνει να λες ζει η αθάνατη Ρωμιοσύνη. Μια κηδεία, το ξόδι ενός παλληκαριού, μια πολύτεκνη και καλλίτεκνη οικογένεια, ένας ιερέας και μια μάνα, να αποχαιρετούν τον γιο τους, τον Κυπριανό Παπαϊωάννου. Και να βλέπεις στα πρόσωπα την ατράνταχτη βεβαιότητα «ουκ έστιν ώδε», την ελπίδα της αναστάσεως. Και πάλι η Κύπρος να δασκαλεύει το τρικυμισμένο Γένος:

«Κουράγιο, μικροκόρη μας, που μας εγίνης μάνα
Ύμνος και Θρήνος της ζωής κι ανάστασης καμπάνα». (Ρίτσος).

Είδαμε μια φωτογραφία, λουσμένη στο χαροποιόν πένθος. Ανάστασης καμπάνα. Να την μεγεθύνουν οι δάσκαλοι, να την δείξουν στους μαθητές τους. Κι αν διαμαρτυρηθούν τα σκοτάδια της αθεϊας, να τους θυμήσουν τον Επιτάφιο, του Θεανθρώπου το ξόδι, που το συνοδεύουν πολλές οικογένειες με τα παιδιά τους. Την Μεγάλη Παρασκευή δεν θρηνούμε για τον Χριστό, κλαίμε για την κατάντια μας, του γένους των βροτών και χαιρόμαστε για την Ανάσταση που έρχεται. Αυτή είναι η χαρμολύπη της αγίας μας εκκλησίας.

Θυμήθηκα ένα γράμμα από τότε τα μεγάλα χρόνια του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ. Από το ίδιο προζύμι είναι πλασμένη και η οικογένεια του Κυπριανού. Έγραφε ο ήρωας Ανδρέας Παναγίδης: «Σεβαστέ μου πατέρα ήταν γραφτό της μοίρα μας να υποστούμε τον μοιραίον χωρισμό. Ας ευχαριστήσουμε όλοι τον Θεόν και ας γίνη το θέλημα Του. Ίσως ο Θεός με αγάπησε από τώρα και θέλει να με πάρη κοντά Του. Αργά ή γρήγορα θα δώσουμε την ψυχή μας στον Θεό, γιατί όχι τώρα;…». Αυτό το γράμμα, αυτή η προσευχή έχει πολλές υπογραφές. Υπογραφές γραμμένες με αίμα και όχι με μελάνι. Του Μάρκου, του Παύλου, του Γρηγόρη, του Ευαγόρα, του Τάσου, του Σολωμού. Ο Κυπριανός, ο καταδρομέας, με τον πράσινο μπερέ, ο φοιτητής της Νομικής, το αγνό παιδί, έβαλε, δικαιούται, και την υπογραφή του… Θα μπορούσε να πάει και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας ή ο πρωθυπουργός στην Κύπρο για να τιμήσουν το παλληκάρι. (Δεν γράφω να συμπροσευχηθούν, γιατί αυτό δεν το κατανοούν. Καλύτερα όμως, θα ήταν η παρουσία τους το μόνο πένθος εν μέσω αναστάσιμης ελπίδος). Ως Χριστιανός Ορθόδοξος και Έλληνας δάσκαλος μόνο μια ευχή και προσευχή; Καλόν παράδεισο, αδελφέ μας…

Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς
Σύνδεσμος άρθρου ⤶

Τρίτη 7 Μαρτίου 2023

Όσο τους ψηφίζουμε σάβανα θα γεμίζει η πατρίδα

«Πάψετε πια να εκπέμπετε το σήμα του κινδύνου
τους γόους της υστερικής σειρήνας σταματήστε
κι αφήστε το πηδάλιο στης τρικυμίας τα χέρια:
το πιο φρικτό ναυάγιο θα ήταν να σωθούμε»
Κ.Ουράνης

Το νεοελληνικό κράτος το ελευθέρωσαν οι Έλληνες, αλλά το έστησαν οι Βαυαροί και το κυβερνούν 10-15 οικογένειες, δυναστείες πολιτικών και μεγαλοκαρχαριών. Το κράτος αυτό, αντί να αναδείξει τις αρετές του λαού, την αντοχή, την καρτερία, το πνεύμα θυσίας και αυταπάρνησης, που το κράτησαν όρθιο στα χρόνια της πολυαίωνης σκλαβιάς, «φρόντισε» να εκλύσει τις χειρότερες ροπές του και να υποσκάψει τον εσώτερο χαρακτήρα του, το φιλότιμό του. Από την πρώτη ημέρα του ελεύθερου βίου του, οι δαίμονες της πατρίδας, οι πολιτικοί του, κατακερμάτισαν τον λαό σε κομματικά σουλτανάτα. «Οι πολιτικοί μας και οι ξένοι τρώγονταν και καθένας κοίταζε να περισκύση η δική του φατρία. Άλλος ήθελε Αγγλικόν, άλλος Ρούσικον, άλλος Γαλλικόν… τήραγαν να πάρουν κάνα λεπτό, ότι εις την Ελλάδα ηύραν αλώνι ν’ αλωνίσουν». (Μακρυγιάννης, «Απομνημονεύματα»).

Το κράτος αυτό το ανέστησε το αίμα του λαού του, με τους πολέμους του ’12-’13, για να έρθουν να το βυθίσουν στο Διχασμό και να το οδηγήσουν στο μικρασιατικό σφαγείο.

Το κράτος αυτό είδε τον ανθό του να πολεμά με ηρωισμό στα βουνά της Ηπείρου και της Μακεδονίας αυτοκρατορίες ολάκερες, για να βρεθεί μετά από έξι χρόνια εμφυλίου αιματοκυλίσματος, ντροπιασμένο, ερειπωμένο «παλιόψαθα των εθνών». Γιατί; Για το ποια «φατρία θα περισκύση». «Α, ναι, πόσες ανόητες μάχες, ηρωισμοί και θυσίες και ήττες κι άλλες μάχες, για πράγματα που κιόλας ήταν από άλλους αποφασισμένα», θρηνεί ο Ρίτσος στην «Ελένη».

Το κράτος αυτό έδιωξε τα καλύτερα παιδιά του στα ξένα και στοίβαξε τα υπόλοιπα σε τρισάθλιες τερατουπόλεις, μεταβάλλοντας τα σε κομματικά υποζύγια τυχοδιωκτών, προσκυνημένων απατεώνων.

Το κράτος αυτό με εκφυλιστική απάθεια και δειλία ανέχτηκε ένα σφύζον και θαυμαστό κομμάτι του Ελληνισμού, Την Κύπρο, να ποδοπατείται και να λεηλατείται από τις ορδές του Αττίλα. Το κράτος αυτό, αντί να συνέλθει από την καταστροφή επανέφερε τους ίδιους εθνοσωτήρες και τα εκγονά τους για να συνεχίσουν απτόητοι το ψεύτισμα των ψυχών και την διάλυση της πατρίδας.

Το κράτος αυτό ανέχθηκε μία δράκα σλαβολεβαντίνων, που έχει το αίμα δέκα εθνών και την ψυχή κανενός, τα Σκόπια, να μαγαρίζει το όνομα της Μακεδονίας. Και πρόδωσε την ψυχή μας, ξεπούλησε το όνομά μας. (Να έρθουν στην Μακεδονία μας, τα σαπρόφυτα του νεοραγιαδισμού, εδώ στο Κιλκίς, να ανεβούν στο ηρώον της μάχης και εκεί που κάποτε, το 1928, ο Παλαμάς, έψελνε «…στου Κιλκίς την εκκλησιά την πλάστρα/ πνοές κι αν πλανάστε σ’ άλλη ζωή, λείψανα κι αν κοιμάστε,/ σας λειτουργώ στη δόξα μου. Μακαρισμένοι να ίστε», να πουν στα 8.500 λαμπρά παλληκάρια, στον Καμπάνη και στον Παπακυριαζή, ότι έκαναν λάθος… μάταια θυσιάστηκαν.

Θα τρίξουν τα κόκκαλα τα ιερά και θα βροντοφωνάξουν: Προδότες!! «ό,τι κερδήθηκε με αίμα, δεν μπορεί να το ξεπουληθεί με το μελάνι μιας υπογραφής»).

Το κράτος αυτό επέτρεψε σε μία ολιγομελή άνομη ομάδα καλαναρχών, να μετατρέψει τη διασκέδαση και την ενημέρωσή του λαού, σε διδασκαλείο ηθικής παραλυσίας και διαφθοράς. Την Παιδεία σε παιδομάζωμα, αποκόπτοντας τα παιδιά από τις βρυσομάνες, τις αειθαλείς ρίζες του Γένους, που τόσους αιώνες έτρεφαν Ρωμιούς, με πίστη στον Χριστό και φιλοπατρία, που έφτιαχναν οικογένειες όπου έλαμπε το μυστήριον του γάμου. Και τώρα λύσσαξε να διαφημίζει φράγκικες διαστροφές και ερεβώδεις «διαφορετικότητες».

Το κράτος αυτό καταμόλυνε ακόμα και την Δικαιοσύνη- «πράγμα πολλών χρυσίων τιμιώτερον» κατά τον Πλάτωνα. Οι ανεπάγγελτοι, επαγγελματίες πολιτικοί, όταν κρίνονται για ατασθαλίες παράγοντες του αντίπαλου κόμματος, εκθειάζουν την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Όταν λογοδοτούν οι ίδιοι προπηλακίζουν τη Δικαιοσύνη και διαπομπεύουν τους λειτουργούς της εκτοξεύοντας ύβρεις και ονειδισμούς. Το αποφώλιον τέρας της κομματοκρατίας ακόμη και για μια θέση υποδιεθυντή σε σχολείο απαιτεί πιστοποιητικά δουλοφροσύνης και κομματικής υποταγής.

Το κράτος αυτό κομματικοποίησε τις «ένστολες» δυνάμεις του τόπου, διαβρώνοντας την επαγγελματική τους συνείδηση.

Το κράτος αυτό ξεπούλησε σε αλλογενή «κοράκια» τα σπίτια των πολιτών του αντί πινακίου φακής, τα κόκκινα δάνεια, που θα στείλει στα ξένα χιλιάδες ακόμη Ελληνόπουλα. Και χαίρεται από πάνω γιατί μεταβαλλόμαστε σε πολυπολιτισμικό σουλτανάτο….

Το κράτος αυτό εμπορευματοποίησε τον έξοχο πολιτισμό μας. Η ελληνική μουσική παράδοση ψυχομαχεί. Την περιφρονούν οι ελληνόπαιδες, την μυκτηρίζουν υποτονθορίζοντας (=μουρμουρίζοντας) τις «μουσικές δημιουργίες» των ποικιλώνυμων ψυχανώμαλων τύπου τράπερ. Κατάντησε την νεολαία νευρόσπαστο, λικνιζόμενο στους ρυθμούς του κάθε μασκαρά, που υποδύεται τον καλλιτέχνη.

Το ανίκανο κομματικό κράτος διέφθειρε την γλώσσα μας – «εργαλείο μαγείας και φορέα ηθικών αξιών» (Ελύτης). Από τον 19ο αι. ακόμη ο συγγραφέας Χουρμούζης διεκτραγωδεί και γράφει για τα εκτρώματα της γλωσσικής ξενομανίας των Ελλήνων: «Συμπεριφορά γελοιωδεστάτη… ξιπασμένων οψιπλούτων αηδεστάτη επίδειξις! Πτωχοαλαζονεία αξία οίκτου, γλώσσα παρδαλή!».

Το κομματικό αυτό κράτος νοικιάζει μισθοφόρους «ψευτοδιανοούμενους», για πνευματικό ευνουχισμό της κοινωνίας και άλωση των ψυχών. «Γνωρίζω μερικούς οπού σχεδόν εντρέπονται να λέγωσιν ότι είναι Έλληνες!», έγραφε ο Ανώνυμος της «Ελληνικής Νομαρχίας». Ντρέπονται για την καταγωγή τους, όμως δεν ντρέπονται που γίνονται σκουλήκια και ολετήρες της Πατρίδας. Τους περιγράφει εξαίσια ο Βάρναλης:

«Πέτα την ανθρωπιά σου
κι απ’ τον αφέντη πιάσου.
Κι άμα σε φτύσει αυτός
να κάθεσαι σκυφτός.
Και θα ‘χεις τα μεγαλεία
στη σάπια πολιτεία»

Χρόνια ολόκληρα κρατούν αιχμάλωτα τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα δηλητηριάζοντας και μαγαρίζοντας με τα εθνομηδενιστικά τους παραληρήματα γενιές Ελλήνων.

Το κράτος αυτό δολοφονεί με την ανικανότητά του τον λαό, στο Μάτι, στην Μάνδρα και τώρα και πάλι στα Τέμπη. Όσο τους ψηφίζουμε σάβανα θα γεμίζει η πατρίδα, σάβανα και στην ψυχή μας που την γέμισαν πληγές. «Ώρα ημάς ήδη εξ ύπνου εγερθήναι...».

Το κράτος αυτό, το ψευτορωμαίικο, καταρρέει. Καιρός να έρθει το ρωμαίικο, να κυβερνηθεί η Ελλάδα από Έλληνες. Γι’ αυτό το κράτος βροντοφωνάζει ο Κόντογλου: «Καθαρίστε από την πνευματική πανούκλα την δυστυχισμένη την Ελλάδα, για να μπορέσουνε να δουλέψουνε οι άξιοι δουλευταράδες. Τα σκουλήκια, για να σώσουνε την τιποτένια ύπαρξή τους, δεν αφήνουνε καμμιά ψυχή άξια να ορθοποδήσει, από συμφέρον κι από φθόνο. Όλοι οι πνευματικοί σαλταδόροι έχουνε πιάσει τα πόστα. Και είναι δεμένοι μεταξύ τους, όπως είναι οι κάμπιες κολλημένες η μια πάνω στην άλλη. Μόλις τις χωρίσει κανένας ψοφάνε. Έτσι πρέπει να γίνει και με τις ανθρωποκάμπιες που μαραζώνουνε το ολόδροσο πνευματικό δέντρο της φυλής μας. Τίμια αδέρφια μου, Έλληνες καθαρογεννημένοι, ξεριζώστε αυτά τα φαρμακερά βρωμοχόρταρα!».

Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς
Σύνδεσμος άρθρου ⤶

Δευτέρα 20 Φεβρουαρίου 2023

Θα έλθει καιρός που οι άνθρωποι θα τρελαθούν…

Στα «αγγελικά» χρόνια του Σταλινισμού, ο οποίος είχε μετατρέψει την σοβιετική χώρα σε απέραντο εργοτάξιο κνουτοκρατούμενων μυρμηγκιών ή σε στρατόπεδα εξοντώσεως ανεπιθύμητων, χιλιάδες φυλακισμένοι είχαν επισκεπτήριο μία φορά τον χρόνο, για δεκαπέντε λεπτά. Οι γυναίκες τους - όπως μας το διηγείται ο Σολζενίτσιν στο «Αρχιπέλαγος Γκουλάγκ - που συχνά ζούσαν χιλιάδες μίλια μακριά, μάζευαν καπίκι-καπίκι τα ναύλα τους, όλο το χρόνο, για να ταξιδέψουν την ορισμένη ημερομηνία, που μπορούσαν να αντικρίσουν το πρόσωπο του συζύγου τους, μόλις για 15 λεπτά, και μάλιστα πίσω από ένα τραχύ, προστατευτικό πλέγμα.
Κι ενώ «ζούσαν» γι’ αυτήν την στιγμή και ετοίμαζαν τα λόγια, που θα τους έλεγαν μες στα 15 αυτά λεπτά, τις πιο πολλές φορές δεν άνοιγαν καθόλου το στόμα, μόνο κοιτάζονταν με πόνο όλη την ώρα, ώσπου να τις απομακρύνουν οι δεσμοφύλακες. Κι αυτό γινόταν για 10, 15 και 25 χρόνια.
Τι κρατούσε τόσο σφιχτά δεμένες τις καρδιές εκείνες; Μα το βαθύ και δυνατό μυστήριο της οικογένειας, το ευλογημένο καταφύγιο. Τα 15 λεπτά αρκούσαν, για να βιώσουν και να επιβεβαιώσουν οι δύστυχες εκείνες γυναίκες, την θεόζευκτο ένωση.
Είναι γνωστό πως, όσο βασίλευαν στις χώρες εκείνες τα σκοτάδια του μαρξισμού, οι θεσμοί που δέχτηκαν τα πιο βαριά πλήγματα ήταν η οικογένεια και η Ορθοδοξία, η οποία περιβάλλει τον γάμο και την οικογένεια με την ομορφιά, την χάρη και την ιερότητα του μυστηρίου.
Θυμίζω ότι ήρωας της Σοβιετικής Ένωσης, και παράδειγμα προς μίμηση, είχε αναδειχθεί ο Πάβελ Μορόζιν, ο φανατισμένος έφηβος, που κατήγγειλε στις αρχές τους γονείς του, ως κουλάκους (=εύποροι χωρικοί), προκαλώντας την δολοφονία τους και του οποίου το άγαλμα κατεδαφίστηκε, όταν σαρώθηκε ο «υπαρκτός» σκοταδισμός.
Ο Μορόζιν είχα υψωθεί σε πρότυπο επαναστατικής αρετής και κομματικής αφοσιώσεως, όντας στην πραγματικότητα η πιο κυνική ενσάρκωση του ολοκληρωτικού πνεύματος, αυτού που απέκοβε τον άνθρωπο από κάθε κοινωνικό, πνευματικό και προσωπικό δεσμό, για να μπορεί να απορροφηθεί εξ ολοκλήρου από το Κόμμα, να μεταβληθεί σε πειθήνιο ενεργούμενό του.
Όταν κατέπεσε το καθεστώς του τρόμου, όλα αυτά σωριάστηκαν. Όμως, ό,τι άρχισε εκεί, τελειώνει στην σάπια Δύση, της οποίας καταντήσαμε σκωληκοειδή απόφυση και κακέκτυπο. Το βλέπουμε όλοι. Βάλθηκαν όλα τα κατακάθια της ψευτοπροόδου να μαγαρίσουν και να διαλύσουν την οικογένεια. Σύμφωνα συμβίωσης, υιοθεσίες παιδιών από ομοφυλόφιλους, παράνοιες του τύπου δύο άνδρες και μια γυναίκα να ονομάζονται «οικογένεια», ποινικοποίηση ουσιαστικά της πολυτεκνίας, πράξεις που μαραζώνουν το ολόδροσο δέντρο της οικογένειας. (Κάποτε οι γονείς είχαν την τάση να αποκτούν πολλά παιδιά, τώρα τα παιδιά έχουν την τάση να αποκτούν πολλούς γονείς)

Και όπως έχω ξαναγράψει τα δηλητήρια ενσταλάζονται από το σχολείο ακόμη.
Δεν θα βρεις στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο ούτε ένα κείμενο στα «περιοδικά ποικίλης ύλης», τα ζοφερά βιβλία Γλώσσας, στο οποίο να εξυμνείται και να προβάλλεται η υγιής οικογένεια. Διαζύγια, απιστίες γονέων, ενδοοικογενειακή βία, σκύβαλα και περιτρίμματα, που μαυρίζουν τις ψυχές των παιδιών και γκρεμίζουν τα έσχατα οχυρά της Ρωμιοσύνης.
Ο θεσμός της οικογένειας, εκτός από προστασία και θαλπωρή, ικανοποιεί και την ανάγκη που αισθάνεται το άτομο να είναι μέλος μιας κοινότητας οικείας, αμεσότερης και προσωπικής. Λειτουργεί ως συνεκτικός ιστός και καταφύγιο, κάτι παρόμοιο ισχύει και για την έννοια της πατρίδας. («Δεν ζει χωρίς πατρίδα, η ανθρώπινη ψυχή» λέει ο Παλαμάς).
Τις τελευταίες όμως δεκαετίες εν ονόματι κάποιου νεφελώδους προοδευτισμού και αβασάνιστου εξευρωπαϊσμού, καταστρέψαμε αδίστακτα της εθνικές μας ρίζες, εγκαταλείψαμε την έξοχη παράδοσή μας, που δεν ήταν στοιχείο αισθητικό και διακοσμητικό, όπως συνήθως το θεωρούν οι «θολοκουλτουριάρηδες», αλλά το υπαρξιακό υφάδι ζωής του λαού μας, το ευλογημένο καταφύγιο, αποδυναμώσαμε και διαλύουμε πια την οικογένεια και ιδού τα επίχειρα της αφροσύνης.
Διαζύγια και, κυρίως τα νέα παιδιά, ανέστια και πνευματικώς λιμοκτονούντα, μιας και δεν βρίσκουν «καταφυγή και σκέπη κραταιά» στην οικογένεια, αποδημούν «εις χώραν μακράν», βρίσκουν άλλες «οικογένειες» επικίνδυνες και ακραίες που τους προσφέρουν, εκτός από προστασία, και κουκούλες, ουσίες, μολότωφ, βία, μίσος, φανατισμό και καταστροφή.
Πόσο επίκαιρος είναι ο Φώτης Κόντογλου, όταν έγραφε πριν από 50 χρόνια, στα «Μυστικά Άνθη»: «Η νεότητα μαραζώνει γιατί δεν έχει, η δυστυχισμένη, μήτε σκοπό στη ζωή της, μήτε ενθουσιασμό για κάποιες ιδέες, μήτε όρεξη για τίποτα. Άκεφη και ανόρεχτη. Είναι σαν υπνοβάτης. Συζητά ολοένα για ασήμαντα πράγματα που τους δίνει μεγάλη σημασία και είναι να κλαίγει κανείς ακούγοντας τις κουβέντες της, τα πειράγματά της, και βλέποντας τις ανόητες σκηνοθεσίες, που μ’ αυτές προσπαθεί να δώσει κάποια σημασία στη ζωή. Οι ψυχές των νέων είναι ρημαγμένες από τα άγρια ένστικτα, που τα ανεβάσανε στην επιφάνεια από τα σκοτεινά τάρταρα της ανθρώπινης φύσης, κάποιοι εχθροί του ανθρώπου, κάποιοι πνευματικοί ανθρωποφάγοι, που ανάμεσά τους πρωτοστατεί ένας τρελλός λύκος λεγόμενος Νίτσε, μία μούμια σαν παλιόγρια λεγόμενη Βολταίρος, κάποιος ζοχαδιακός Φρόυντ, κι ένα πλήθος από τέτοια όρνια και κοράκια και νυχτερίδες.
Όσοι τους θαυμάζανε, ας καμαρώσουνε σήμερα τα φαρμακερά μανιτάρια που φυτρώσανε μέσα στις καρδιές και στις ψυχές της γαγγραινιασμένης ανθρωπότητας»).
Και η τρισάθλια κυβέρνηση, αντί να στηρίζει την οικογένεια και δη την πολύτεκνη, να διατηρήσει τα ούτως ή άλλως πενιχρά ευεργετήματα του γάμου και της παιδοποιίας, ψηφίζει ή ανέχεται νόμους, όπως η πρόσφατη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τα «κόκκινα δάνεια», 760.000 σπίτια ενδιαφέρει, που κτίστηκαν με αίμα και τίμιο κόπο στην πλειονότητά τους, απόφαση που αν εφαρμοστεί, συν τοις άλλοις, θα διώξει στα ξένα και χιλιάδες άλλες ελληνικές οικογένειες. Και το κράτος-σκαντζόχοιρος, θα σπεύσει βεβαίως να τις αντικαταστήσει με παράνομους λαθρομετανάστες. Εξάλλου ο πρωθυπουργός πολλάκις καμαρώνει που μεταβαλλόμαστε σε πολυπολιτισμική χώρα. Ζούμε σε τρελές εποχές, έφτασε ο καιρός που οι άγιοι μας είχαν προειδοποιήσει:

Έρχεται καιρός", έλεγε ο Μέγας Αντώνιος, "ίνα οι άνθρωποι μανώσιν· επάν δε ίδωσι τινά μη μαινόμενον, επαναστατήσονται αυτώ, λέγοντες: συ μαίνει, διά το μη είναι όμοιον αυτοίς". Θα έλθει καιρός που οι άνθρωποι θα τρελαθούν, θα παραφρονήσουν. Εάν δουν κάποιον λογικό, θα επαναστατήσουν εναντίον του, λέγοντες: εσύ είσαι τρελός, γιατί δεν θα είναι όμοιός τους...

Δημήτρης Νατσιός, δάσκαλος-Κιλκίς
Σύνδεσμος άρθρου ⤶

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2023

Έχουμε ένα πολιτισμό που θεωρεί το παιδί ως ενόχληση

"Χώρες του ήλιου και δεν μπορείτε να αντικρίσετε τον ήλιο, χώρες του ανθρώπου και δεν μπορείτε να αντικρίσετε τον άνθρωπο" Γιώργος Σεφέρης

Το παλιό βιβλίο «Nεοελληνικής Γλώσσας» της πρώτης Γυμνασίου περιείχε ένα θαυμάσιο ποίημα του Κωστή Παλαμά με τίτλο «τα σχολειά χτίστε». Το θυμήθηκα, ξαναδιαβάζοντας, παλιό άρθρο ενός Άγγλου δημοσιογράφου, με τίτλο «γεννημένα στην αιχμαλωσία». Με απασχολεί, βασανιστικά θα έλεγα, το γιατί «αγρίεψαν τα παιδιά μας».

Στο κείμενο αυτό ο ερευνητής στηλιτεύει με θλίψη την συνεχή μείωση των ελεύθερων και ακίνδυνων χώρων για παιδικό παιχνίδι. Ο «ζωτικός παιδικός χώρος», ο παιδικός «βιότοπος», όπως χαρακτηριστικά τον ονομάζει, ελαττώνεται, γεγονός που επηρεάζει δυσμενώς την ψυχική, αλλά και την σωματική υγεία των παιδιών. Η παχυσαρκία, για παράδειγμα, συνδέεται άμεσα με την μείωση του παιχνιδιού έξω από το σπίτι. Τραγική όμως έλλειψη «παιδικού βιότοπου» παρατηρείται σήμερα και στα σχολεία των ελληνικών πόλεων. Τα περισσότερα σχολεία είναι χτισμένα πάνω στα λίγα τετραγωνικά, που δεν μπόρεσαν να καταπιούν οι αντιπαροχές. Σχολεία περικυκλωμένα από κακόμορφους, τσιμεντένιους όγκους, κοντά σε πολύβοους δρόμους, σχολεία, κακέκτυπες απομιμήσεις της πνευματικά άνυδρης εποχής μας.

Παραθέτω στο σημείο αυτό την έξοχη ποιητική παραίνεση του εθνικού μας ποιητή, που διαβλέπει, αφουγκράζεται «την βοή των πλησιαζόντων γεγονότων» (Καβάφης) και προσπαθεί να επέμβει, για να αποτρέψει την θλιβερή πορεία.

«Λιτά χτίστε τα, απλόχωρα, μεγάλα
γερά θεμελιωμένα, από της χώρας
ακάθαρτης, πολύβοης, αρρωστιάρας
μακριά μακριά τ’ ανήλιαγα σοκάκια
τα σκολεία χτίστε!

Και τα πορτοπαράθυρα των τοίχων
περίσσεια ανοίχτε, να ‘ρχεται ο κυρ Ήλιος
διαφεντευτής, να χύνεται, να φεύγει
ονειρεμένο πίσω του αργοσέρνοντας το φεγγάρι.

Γιομίζοντας τα να τα ζωντανεύουν
μαϊστράλια και βοριάδες και μελτέμια
με τους κελαηδισμούς και με τους μόσχους
κι ο δάσκαλος, ποιητής και τα βιβλία
να είναι σαν κρίνα...».
(«Πολιτεία και Μοναξιά»)

Άφθαστος, ιδανικός ο ποιητικός λόγος, γι’ αυτό ίσως είναι και ακατόρθωτος, μάταιος. Τα σχολεία είναι-λένε οι περισπούδαστοι-χώροι χαράς και μάθησης. Τα παιδιά είναι σαν τα πουλιά, που ανοίγουν τα φτερά τους στο πέλαγος και τις ανοιχτωσιές. Εγκλωβισμένα τα μικρά, του Δημοτικού, στο θαυμάσιο παιδικό τους δωμάτιο, καταπονημένα από τις ατελείωτες εξωσχολικές δραστηριότητες, έρχονται στο σχολείο, για να τρέξουν, να μιμηθούν τα αθλητικά τους ινδάλματα. (Ας προσέξουμε τις λέξεις παιδί, παιδι-ά και παιχνίδι). Εκεί όμως συναντούν μικρές, αρρωστιάρικες, ανήλιαγες αυλές, στρωμένες με τσιμέντο και οι δάσκαλοι της εφημερίας να εποπτεύον αλαφιασμένοι «μην συμβεί το κακό». Η παρατηρούμενη σήμερα έλλειψη πειθαρχίας, η εριστικότητα, η υπερκινητικότητα των παιδιών, οφείλονται κυρίως στον περιορισμό, στην φυλάκιση του παιδιού στο ελκυστικό δωμάτιό του, με τους υπολογιστές και τα άλλα τεχνολογικά ζαρζαβατικά. Τίποτε όμως δεν το ευχαριστεί περισσότερο από την επαφή με την φύση, εκεί ανθίζει, νιώθει ελεύθερο. Και τα πράγματα επιδεινώνονται λόγω και της περιρρέουσας εγκληματικότητας. Πού να αφήσουν οι γονείς τα παιδιά τους, στις μεγαλουπόλεις, να αφήσουν λίγο το χέρι τους και να παίξουν; Τρέμει το φυλλοκάρδι τους...

Χτίζονταν παλαιότερα καινούργια σχολεία-σήμερα τα κλείνουν λόγω και της δημογραφικής μας πανωλεθρίας- και τα επαινετικά σχόλια αφορούσαν μόνο το κτίριο. Αίθουσες θεατρικής αγωγής, υπολογιστών, όμορφη αρχιτεκτονική, ζωηρά χρώματα... καλά και άγια όλα αυτά. (Αν και «σχολείο ίσον δάσκαλος», υπενθυμίζει ο Παλαμάς). Και ο αύλειος χώρος; Ο μαθητής αυτόν πρώτα θα παρατηρήσει, εκεί θα ξεδιπλώσει τα αθλητικά του ταλέντα, εκεί θα παίξει. Ο συνωστισμός κουράζει, εκνευρίζει, το «τέρπειν και διδάσκειν» του Πλάτωνα, ακυρώνεται. Η μάθηση, χωρίς χαρά και παιχνίδι, μπορεί να γεμίζει τον νου με σκόρπιες πληροφορίες και γνώσεις, αφήνει όμως την ψυχή έρημη, ψυχρή... και αργότερα πάνω στο άγονο, στο αγεώργητο αυτό μέρος φυτρώνουν εγωισμοί, αδικίες, φιλαυτίες. Έχει ειπωθεί πολύ εύστοχα πως «έχουμε ένα πολιτισμό που θεωρεί το παιδί ως ενόχληση». Όταν δεν του παρέχουμε αυτό που πραγματικά του αρμόζει, χώρο για παιχνίδι, ο προηγούμενος αφορισμός επιβεβαιώνεται. «Εάν ένα δέντρο το τσακίσει η καταιγίδα, εάν το δέντρο μαραζώσει, από την έλλειψη του ήλιου, εάν μείνει καχεκτικό από την φτώχεια του εδάφους, ποτέ δεν θα πούμε πως αυτή ήταν η πραγματική του φύση». Τα μεταφορικά αυτά λόγια του παιδοψυχολόγου Κ. Χόρνεϊ περιγράφουν, νομίζω, με σαφήνεια τους προαναφερόμενους προβληματισμούς μας.

Αλλά γενικά σήμερα ο κάτοικος της πόλης ασφυκτιά, πνίγεται. Γεγονός που καταδεικνύει την δίψα του για λίγο ξάστερο ουρανό, είναι οι γιγαντιαίες αποδράσεις την περίοδο των εορτών στις μεγαλουπόλεις. Εγκλωβισμένος ο άνθρωπος στην πόλη και βλέποντας μόνον τα έργα των χειρών του, κυριαρχείται από αλαζονεία. Όσο ζούσε κοντά στην φύση έβλεπε τα «λίαν καλά» έργα του Θεού, τ’ αποθαύμαζε, τα πρόσεχε. Στην πόλη την ακάθαρτη, την αφύσικη, την θορυβώδη, απομακρύνεται από τον Θεό αλλά και από τους ανθρώπους. Γίνεται καχύποπτος, αποξενώνεται, κατρακυλά στην αθεϊα. Κάτι ανάλογο ισχύει και την εθνική συνείδηση. Η κατοχή γης, η ιδιοκτησία, τονώνει το εθνικό αίσθημα. Κομίζει στον ιδιοκτήτη προσωπικό γόητρο, αίσθημα αλληλεγγύης προς την πατρίδα, δεσμούς που κινούν αυτά τα ζωτικά νεύρα της ανθρώπινης υποστάσεως, σε αντίθεση με τις πάλαι ποτέ εργατικές τάξεις των μεγαλουπόλεων, όπου ανθεί η δυσαρέσκεια και η καταπίεση. (Το 1940, στον πόλεμο, πολέμησαν οι Έλληνες σαν λιοντάρια, γιατί υπερασπίζονταν την γη τους, τα καλλιεργημένα με τον τίμιο ιδρώτα υποστατικά τους. Σήμερα τι έχουν να χάσουν;). Λαμβάνοντας υπ’ όψιν και την τωρινή οικονομική φρίκη και το ανύπαρκτο και εχθρικό κράτος, κατανοούμε το γιατί μειώνεται η φιλοπατρία. Και βέβαια το κακό επιδεινώθηκε διότι και η γη, η περιουσία, με τις φοροεπιδρομές, είναι πλέον ασύμφορη.

Κλείνοντας τις θεολογικές και εθνικές γενικεύσεις και επανερχόμενοι στο άρθρο του Άγγλου δημοσιογράφου, επισημαίνουμε τα εξής: στην Βρετανία στοιχεία πρόσφατης έρευνας δείχνουν ότι ένα παιδί κάτω των δώδεκα ετών έχει χώρο για να παίξει, παιδότοπο δηλαδή, 2,3 τ.μ., όσο περίπου ένα τραπέζι. Αν γινόταν η ίδια έρευνα στην Αθήνα, στην Θεσσαλονίκη ή και στο Κιλκίς είναι σίγουρο πως το μερίδιο, του κάθε παιδιού, μόλις θα του αρκούσε για να σταθεί όρθιο. «Οι Έλληνες», έλεγε ο Εγγονόπουλος, «έχουν γύρω τους μια σπατάλη φύσεως και ήλιου, γι’ αυτό είναι αδύνατον να περάσουν δίπλα από τη ζωή και να την περιφρονήσουν». Σήμερα αν ζούσε κι έβλεπε πόσο φυλακίσαμε τον ήλιο και την πάντερπνη φύση, πόσο «φυλακίσαμε» τα παιδιά μας, θα μιλούσε για αφροσύνη.

Νατσιός Δημήτρης, δάσκαλος-Κιλκίς
Σύνδεσμος άρθρου ⤶

Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2023

…γλυκύτερη εἶναι ἡ μάνα

Ἀπ’ οὖλα τὰ λαλούμενα καλοχτυπᾶ ἡ καμπάνα
Κι ἀπ’ οὖλα τὰ γλυκύτερα, γλυκύτερ’ εἶν’ ἡ μάνα
(δημοτικὸ)

Γιά τήν γιορτή τῆς μάνας...

Στὴν ἀρχὴ τῶν ἀπομνημονευμάτων του, ὁ στρατηγὸς Μακρυγιάννης, διηγεῖται τὸ πῶς σώθηκε ὁ ἴδιος καὶ ἡ φαμελιά του ἀπὸ τοὺς Τούρκους τοῦ Ἀλήπασα. «Γκιζεροῦσαν δεκαοχτὼ ἡμέρες εἰς τὰ δάση κι ἔτρωγαν ἀγριοβέλανα καὶ ἐγὼ βύζαινα», γράφει. Θέλησαν νὰ περάσουν ἕνα γεφύρι ποὺ τὸ «φύλαγαν οἱ Τοῦρκοι» καὶ γιὰ νὰ μὴν κλάψει ὁ νεογέννητος Μακρυγιάννης καὶ «χαθοῦνε ὅλοι», τὸν ἄφησαν στὸ δάσος. «Τότε μετανογάει ἡ μητέρα μου καὶ τοὺς λέει: «Ἡ ἁμαρτία τοῦ βρέφους θὰ μᾶς χάση», τοὺς εἶπε «περνᾶτε ἐσεῖς καὶ σύρτε εἰς τὸ τάδε μέρος καὶ σταθῆτε… τὸ παίρνω κι ἂν ἔχω τύχη καὶ δὲν κλάψη, διαβαίνουμε». Νίκησε τὸ ἀνίκητο μητρικὸ ἔνστικτο. Καί, γράφει ὁ πολύπαθος ἀγωνιστής, «ἡ μητέρα μου καὶ ὁ Θεὸς μᾶς ἔσωσε» (ἔκδ. «Ζαχαρόπουλος», σελ. 178).
Ἡ ὡραιότατα ἀσύντακτη τελευταία φράση τοῦ ἥρωα ἐξηγεῖ ὅτι, τὶς πρῶτες καταβολὲς τῆς στερέμνιας πίστης καὶ θεοσεβείας του τὶς ὀφείλει στὴν μάνα του ἀλλὰ καὶ ἑρμηνεύει περίτεχνα τὸ πῶς διασώθηκε τὸ Γένος μας, σὲ τοῦτο τὸ ἁλίκτυπο, γαλάζιο ἀκρωτήρι τῆς Μεσογείου, στὸ διάβα τῶν αἰώνων. Οἱ μάνες καὶ ὁ Χριστὸς «μᾶς ἔσωσε». Γιατί «ἀπὸ τὴ γῆ βγαίνει νερὸ κι ἀπ’ τὴν ἐλιὰ τὸ λάδι,/ κι ἀπὸ τὴ μάνα τὴν καλὴ βγαίνει τὸ παλληκάρι», πιστοποιεῖ καὶ ὁ ἄφθαστος καὶ ἄφθιτος δημοτικός μας στίχος. Σὲ κανενὸς ἄλλου λαοῦ τὴν δημοτικὴ ποίηση δὲν ἔχει ἡ Μάνα τὴν ἐξαιρετικὴ θέση ποὺ τῆς δίνει τὸ ἑλληνικὸ δημοτικὸ τραγούδι. Καί, ἂς τὸ προσέξουμε αὐτό, τὸ δημοτικό μας τραγούδι βλέπει τὴν γυναίκα κυρίως σὰν μάνα, ἐνῶ τὰ τραγούδια τῆς Δύσης τὴν βλέπουν κυρίως σὰν ἐρωμένη. Ὅταν ρωτήθηκε κάποιος σοφὸς ἀπὸ ἕναν γονέα σὲ ποιὸ ἀπὸ τὰ δύο παιδιά του, ἕνα ἀγόρι κι ἕνα κορίτσι, πρέπει νὰ δώσει ἰδιαίτερη βαρύτητα στὴν ἀνατροφή του, ἐκεῖνος ἀβίαστα ἀπάντησε: στὴν κόρη σου. Γιατί μεγαλώνοντας σωστὰ τὸν γιό σου, ἀνατρέφεις ἕναν σωστὸ πολίτη, ἀνατρέφοντας ὅμως σωστὰ τὴν κόρη σου, ἀνατρέφεις σωστὰ μία ὁλόκληρη γενιά. Ἡ σκέψη αὐτὴ εἶναι βαθυστόχαστη. Τὴν ψυχικὴ καὶ πνευματική του ἁρματωσιὰ δὲν τῆς προσπορίζει ἡ ἀποθησαύριση τῶν ξερῶν, πολλὲς φορές, γνώσεων τῆς σχολικῆς παιδείας, ἀλλὰ ὁ ἐφοδιασμὸς τῆς παιδικῆς ψυχῆς μὲ ὅλα ἐκεῖνα τὰ βαθιὰ ἀνθρώπινα στοιχεῖα τὰ ὁποῖα ἔχει δημιουργήσει ἡ μακραίωνη παράδοση τῆς ζωῆς τοῦ λαοῦ καὶ ποὺ μεταβιβάζονται ἀπὸ γενιὰ σὲ γενιὰ μὲ τὸν προφορικὸ λόγο τῆς μάνας, τοῦ πρώτου καὶ ἀσύγκριτου δασκάλου τοῦ παιδιοῦ.
Γιατί παιδεία θὰ εἰπεῖ γλώσσα. Καὶ ἡ ἑλληνικὴ γλώσσα εἶναι πρῶτα δουλειὰ τῆς Μάνας. Οἱ μαστοί της εἶναι τρεῖς: οἱ δύο γιὰ τὸ γάλα καὶ ὁ τρίτος τὸ στόμα της, ἡ λαλιά της, ἡ γνήσια καὶ ἄδολη πηγὴ τῆς γλώσσας. Ἀγράμματη, ἀμόρφωτη, πὲς ὅ,τι θέλεις. Εἶναι ὅμως κεφαλάρι ἀστείρευτο βαθύτατης καὶ φυσικῆς σοφίας. Στὶς λέξεις ποὺ πέφτουν ἀπὸ τὰ χείλη της, μὲ τὴν ἡσυχία καὶ τὴν ὀμορφιὰ τοῦ σταλαχτίτη, στὸ τρυφερὸ αὐτὶ τοῦ παιδιοῦ, γενεὲς γενεῶν ἔχουν κλείσει νόηση καὶ αἴσθημα, πείρα καὶ Ἱστορία – ὅλη τὴν οὐσία τῆς ζωῆς τους. Ἔτσι δίνει στὸ νήπιο, ποὺ τὸ κρατᾶ στὴν ἀγκαλιά της ἡ μάνα, μαζὶ μὲ τὸ γάλα καὶ τὴν πρώτη παιδεία, διαβάζουμε σὲ περισπούδαστο κείμενο τοῦ Σπ. Μελᾶ τὸ 1950 (περιοδικὸ Ἑλληνικὴ Δημιουργία, τεῦχος 48).
Ἴσως σήμερα «τὸ γάλα» αὐτὸ τῆς Ἑλληνίδας μάνας νὰ ξίνισε, γιατί καὶ ἡ ἴδια δὲν ξεδιψᾶ ἀπὸ τὴν ἄδολη πηγὴ τῆς Παράδοσής μας, ἀλλὰ τρέφεται μὲ τὰ ἀκάθαρτα νερὰ τῆς ξενομανίας. Ἀπὸ τότε ποὺ «ἐκσυγχρονίστηκε» καὶ βάλθηκε νὰ γίνει Εὐρωπαία περιφρονώντας πρωτοτόκια τιμημένα, ὁ τρίτος μαστὸς τῆς μάνας, τῆς Ρωμιᾶς, στέρεψε! Γι’ αὐτὸ τὰ παιδιά μας πεινοῦν καὶ διψοῦν καὶ κραυγάζουν ἀπελπισμένα «ἄνθρωπον οὐκ ἔχω». Μιὰ σύντομη περιδιάβαση στὴν Παράδοση τοῦ Γένους μας θὰ μᾶς καταδείξει, γιατί ἡ μάνα ἦταν ἡ τροφός, τὸ λιθάρι τὸ ριζιμιό του λαοῦ μας.
Στὴν περίφημη πραγματεία τοῦ Πλουτάρχου Λακαινῶν ἀποφθέγματα (ἔκδ. «Κάκτος», σελ. 232), διαβάζουμε μεταξὺ ἄλλων σπουδαίων ἐπεισοδίων: «Ἄλλη Λάκαινα πρὸς τὸν υἱὸν λέγοντα μικρὸν ἔχειν τὸ ξίφος, εἶπε: βῆμα πρόσθες». Μιὰ Σπαρτιάτισσα ποὺ ὁ γυιὸς της ἔλεγε ὅτι ἔχει μικρὸ ξίφος, εἶπε: κάνε ἄλλο ἕνα βῆμα μπροστά». Μεγαλειώδης ἡ φράση «πρόσθες βῆμα», ἔτσι ἔφτασε ἡ Σπάρτη στὴν δόξα τῶν Θερμοπυλῶν!!

Τί νὰ ποῦμε γιὰ τὶς ἅγιες μητέρες τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, τὴν Ἐμμέλεια, τὴν Νόννα καὶ τὴν Ἀνθοῦσα, οἱ ὁποῖες ἀνάγκασαν τὸν περίφημο ρητοροδιδάσκαλο Λιβάνιο ν’ ἀναφωνήσει: «Βαβαί, οἷαι παρὰ Χριστιανοῖς γυναῖκές εἰσιν»!! Γιὰ νὰ θυμηθοῦμε καὶ τὸν ἀείχλωρο λόγο τοῦ σύγχρονου ἁγίου Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτη: «Ἡ εὐλάβεια τῆς μητέρας ἔχει μεγάλη σημασία. Ἂν ἡ μητέρα ἔχη ταπείνωση, φόβο Θεοῦ, τὰ πράγματα μέσα στὸ σπίτι πᾶνε κανονικά. Γνωρίζω νέες μητέρες ποὺ λάμπει τὸ πρόσωπό τους, ἂν καὶ δὲν ἔχουν ἀπὸ πουθενὰ βοήθεια. Ἀπὸ τὰ παιδιὰ καταλαβαίνω σὲ τί κατάσταση βρίσκονται οἱ μητέρες». (Λόγοι Δ´, Οἰκογενειακὴ ζωή, σελ. 90).
Ἀναρωτιοῦνται κάποιοι πῶς ἐπέζησε 1000 χρόνια ἡ αὐτοκρατορία τῆς Νέας Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως, τὸ λεγόμενο Βυζάντιο. Οἱ μάνες, οἱ ἀφανεῖς σημαῖες τοῦ Γένους, κρύβονται ἀπὸ πίσω! Ἐνδεικτικὸ τὸ γεγεονὸς ὅτι εννιά αὐτοκράτειρες καὶ μάνες ἁγίασαν! Ἡ ἁγία Ἑλένη ἡ ἰσαπόστολους, ἡ ἁγία Πουλχερία, σύζυγος τοῦ ἐπίσης ἁγίου αὐτοκράτορα Μαρκιανοῦ. Ἡ Θεοφανώ, σύζυγος τοῦ Λέοντος ϛ´ τοῦ Σοφοῦ, ἡ ἁγία Θεοδώρα ἡ ἀναστηλώσασα τὶς εἰκόνες. Ἡ ἁγία Εἰρήνη, ἡ θαυματουργός, σύζυγος τοῦ Μανουὴλ Κομνηνοῦ καὶ μητέρα τοῦ Ἰωάννη, ποὺ ὁ λαὸς τὸν ἀποκαλοῦσε Καλοϊωάννη, γιὰ τὶς ἀγαθοεργίες καὶ τὴν φιλανθρωπία του, μὲ τὰ ὁποία τὸν κόσμησε ἡ μητέρα του. Ἡ ἁγία Ὑπομονή, μάνα τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, ἡ πολύπαις καὶ καλλίπαις, πολύτεκνη μάνα αὐτοκρατόρων. Καὶ σήμερα ἡ πολύτεκνη μάνα εἶναι τὸ θεμέλιο τοῦ ἔθνους! Δίπλα στὸ μνημεῖο τοῦ Ἀγνώστου Στρατιώτη, πρέπει νὰ στήσουμε καὶ τὸ μνημεῖο τῆς ἄγνωστης Ἑλληνίδας πολύτεκνης μάνας, ἔλεγε ὁ λογοτέχνης Γ. Θεοτοκᾶς.

Στὸ βιβλίο τοῦ Κ. Σιμόπουλου Ξένοι περιηγητὲς στὴν Ἑλλάδα (τ. Δ´, σελ. 287), διαβάζουμε τὸ ἐπεισόδιο ποὺ διασώζει ἕνας Γάλλος περιηγητὴς ὀνόματι Davesle: Μῆλος 1η Φεβρουαρίου 1828. Τὴν ὥρα, ποὺ ξεκουραζόμασταν ἀπ’ τὸ ἀνέβασμά μας στὸ Κάστρο τῆς Μήλου, εἴδαμε νὰ πλησιάζει πρὸς τὸ μέρος μας μία γυναίκα, ποὺ κρατοῦσε στό ᾽να χέρι ἕνα σταμνὶ καὶ στ’ ἄλλο ἕνα κοριτσάκι, ἐνῶ ἕνα ἄλλο κοριτσάκι ἔτρεχε γύρω της. Στὸν ὦμο της κρατοῦσε κάτι, ποὺ ὅταν μᾶς πλησίασε, εἴδαμε, ὅτι ἦταν ἕνα τρίτο παιδί, καλὰ φασκιωμένο. Τῆς ἐζήτησα νὰ μοῦ δώσει λίγο νερό. Σήκωσε τὸ σταμνί της καὶ μοῦ ᾽γνέψε νὰ πιῶ. Ἐν τῷ μεταξὺ ὁ σύντροφός μου, ποὺ μιλοῦσε ἄριστα τὰ νέα ἑλληνικά, εἶχε ἀρχίσει νὰ παίζει μὲ τὸ μεγαλύτερο ἀπ’ τὰ κοριτσάκια. Ἔτσι ἀναπτύχθηκε μεταξύ μας μία οἰκειότητα […] Τὴ ρώτησα γιὰ τὴ ζωή τους. Μοῦ εἶπε ὅτι ὁ ἄντρας της ἦταν ἄλλοτε εὔπορος γεωργός, εἶχαν σπίτι καλό, ἕνα μεγάλο χωράφι κι ἕνα περιβόλι καὶ κατόρθωνε νὰ ζοῦν πολὺ καλά. Ὡστόσο δὲ δίστασε νὰ τὰ ἐγκαταλείψει ὅλα καὶ νὰ τρέξει κοντὰ στοὺς συμπατριῶτες του, μόλις ἄρχισε ὁ πόλεμος τῆς ἀνεξαρτησίας. Οἱ Τοῦρκοι γιὰ ἀντίποινα, ὅταν πέρασαν ἀπ’ τὸ νησί, ἔκαψαν τὸ σπίτι καὶ ρήμαξαν τὰ κτήματα. Τώρα ζοῦν πολὺ φτωχὰ καὶ πρέπει νὰ ξαναπεράσουν χρόνια, γιὰ νὰ καλυτερέψει ἡ ζωή τους. Τὴ ρώτησα, γιὰ νὰ τὴ δοκιμάσω, ἂν βλέποντας τὴ φτώχεια, μέσα στὴν ὁποία μεγάλωναν τὰ παιδιά της, δὲ νοσταλγοῦσε τὶς χωρὶς στενοχώριες ἡμέρες, ποὺ περνοῦσαν τὸν καιρὸ τῆς τουρκικῆς κατοχῆς. Δὲν περίμενα ποτέ, ὅτι τὰ λόγιά μου θά ᾽φερναν τέτοιο ἀποτέλεσμα: Ἡ Ἑλληνίδα τῆς Μήλου σηκώθηκε ἀπότομα, ἅρπαξε στὰ χέρια της τὸ φασκιωμένο μωρό, καὶ ρίχνοντάς μου ἕνα βλέμμα γεμάτο μίσος καὶ περιφρόνηση, εἶπε: «Νὰ ποθοῦμε τὴν ἐποχὴ ποὺ εἴμαστε σκλάβοι, στὸ ἔλεος ἑνὸς βάρβαρου, ποὺ μποροῦσε νὰ μᾶς ἁρπάξει τοὺς ἄντρες μας, τ’ ἀδέλφια μας, τὰ παιδιά μας, ἐμᾶς τὶς ἴδιες; Ὄχι! Χίλιες φορὲς καλύτερα νὰ ζῶ μὲ ψωμὶ κι ἐλιὲς καὶ νὰ νιώθω πὼς εἶμαι λεύτερη καὶ μάνα ἐλεύθερων παιδιῶν»!!
Τὸ ’21 ἡ μάνα ἀφήνει τὴ λάτρα τοῦ σπιτιοῦ καὶ τὸ μεγάλωμα τῶν παιδιῶν καὶ ζώνεται τ’ ἅρματα. «Ἡ Δέσπω κάνει πόλεμο/μὲ νύφες καὶ μ’ ἀγγόνια». Μιὰ μόνο περίπτωση ἀπὸ τὶς χιλιάδες ἀνώνυμες καὶ «ἐπώνυμες» ἡρωίδες τῆς Ἐπαναστάσεως θὰ ἀναφέρουμε. Τὴν περίφημη Καρατάσαινα, γυναίκα καὶ μάνα ἡρώων. Συνελήφθη, κατὰ τὴν καταστροφὴ τῆς Νάουσας, τὸν Ἀπρίλιο τοῦ 1822 καὶ ὁδηγήθηκε, μαζὶ μὲ πλῆθος αἰχμάλωτα γυναικόπαιδα στὴν Θεσσαλονίκη. Πιέστηκε νὰ ἀλλαξοπιστήσει. Ἀρνήθηκε. «Γι’ αὐτό», γράφει ὁ αὐτόπτης Γάλλος Pouqueville (Πουκεβὶλ) στὴν ἱστορία του «ἐβύθισαν ἐντὸς σάκκου, τὸν ὁποῖον εἶχαν γεμίσει μὲ ὄφεις, τὴν σύζυγο τοῦ ὁπλαρχηγοῦ Καρατάσου. Ὁ Ἀβδοὺλ Λουμποὺτ ἤλπιζεν ὅτι ὁ θάνατός της, θὰ ἐπήρχετο κατόπιν φρικτῶν πόνων καὶ βασάνων. Ἀλλὰ αἱ πληγαὶ πλήθους ἐχιδνῶν ἔχυσαν τόσον δηλητήριον εἰς τὰς φλέβας τῆς μάρτυρος, ὥστε περιέπεσεν εἰς λήθαργον καὶ ἀπέθανεν ἀνωδύνως, λυτρωθεῖσα οὕτω τῶν δημίων της, ὑπὲρ τῶν ὁποίων δὲν ἔπαυσεν νὰ προσεύχεται θερμῶς, ἐπικαλουμένη τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Παναγίας μέχρι τῆς τελευταίας ὥρας. Οὕτως ἀπέθνησκον αἱ χριστιαναὶ γυναῖκες» (Ἱστορία τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως, σελ. 633). Καὶ σ’ ὅλους τοὺς μετέπειτα ἐθνικοὺς ἀγῶνες ἡ Ἑλληνίδα μάνα στέκεται ἀκλόνητη καὶ ἀνδρεία, γαλουχώντας τὰ παιδιά της μὲ τ’ ἀθάνατο κρασὶ τοῦ Εἰκοσιένα. Καὶ πάντα ἔστρεφε τὸ βλέμμα της στὴν Θεομάνα μας, τὴν Παναγία:

«Ὢ Παναγιά μου Δέσποινα καὶ τοῦ Χριστοῦ μητέρα
σὲ σένα παραδίνομαι, νύχτα καὶ τὴν ἡμέρα».
Νανούριζε, δηλαδὴ προσευχόταν, τὰ βλαστάρια της νὰ γίνουν καμάρι τοῦ Γένους.

Καὶ ἡ τωρινὴ Ρωμιὰ μάνα, ἂς τινάξει ἀπὸ πάνω της, τὴν βρώμικη σκόνη τοῦ δῆθεν ἐξευρωπαϊσμοῦ της, καὶ νὰ στρέψει τὸ βλέμμα της πίσω γιὰ νὰ δεῖς ποιὲς καὶ τί λογῆς μανάδες ἀνέσταιναν παιδιά, ποὺ ἔγραφαν μὲ τὸ αἷμα τους πῶς τοῦτος ὁ τόπος εἶναι ἠρωοτόκος καὶ ἁγιοτόκος!!

(Το παρόν κείμενο αφιερώνεται στα λαμπρά παλληκάρια, τους δύο πιλότους της πολεμικής μας αεροπορίας, που τους πήρε στα φτερά της η Δόξα και στις μάνες τους, με την ευχή η Θεομάνα μας να τις παρηγορεί).

Νατσιός Δημήτρης, δάσκαλος Κιλκίς
Σύνδεσμος άρθρου ⤶

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2023

Οι Τρεις Ιεράρχες για την Παιδεία

(Ειλικρινά, όταν πλησιάζει η γιορτή των Τριών Ιεραρχών, η γιορτή της Παιδείας και των Γραμμάτων, αισθάνομαι άβολα, νιώθω ως δάσκαλος, ακόμη και ντροπή. Χάσμα μέγα χωρίζει το πνεύμα των Πατέρων, μ’ αυτό που λέγεται σήμερα νεοελληνική Παιδεία. Τους ονομάζουμε προστάτες μας, όμως τους τιμούμε τόσο, ώστε φροντίσαμε να καταργήσουμε την γιορτή τους και να τους εξοβελίσουμε από τα σχολικά βιβλία. Ένα παλιό μου κείμενο...).

Ο Νομπελίστας μας ποιητής Γ. Σεφέρης έλεγε: “Τα γράμματα είναι από τις πιο ευγενικές ασκήσεις κι από τους πιο υψηλούς πόθους του ανθρώπου. Η παιδεία είναι ο κυβερνήτης του βίου. Κι επειδή οι αρχές αυτές είναι αληθινές, πρέπει να μην ξεχνούμε πως υπάρχει μια καλή παιδεία εκείνη που ελευθερώνει και βοηθά τον άνθρωπο να ολοκληρωθεί σύμφωνα με τον εαυτό του και μια κακή παιδεία εκείνη που διαστρέφει και αποστεγνώνει και είναι μια βιομηχανία που παράγει τους ψευτομορφωμένους και τους νεόπλουτους της μάθησης, που έχουν την ίδια κίβδηλη ευγένεια με τους νεόπλουτους του χρήματος”.

Κι αν σήμερα επερίσσευσαν οι νεόπλουτοι του χρήματος και της μάθησης, αυτοί που συνάζουν γνώσεις με αποκλειστική φροντίδα την προαγωγή και το εισόδημα, εντούτοις υπάρχουν ακόμη άνθρωποι με καλή και αληθινή παιδεία, δε σταμάτησε ποτέ ο μικρός κι ευλογημένος αυτός τόπος να αναδεικνύει πνεύματα φωτοβόλα.

Είμαστε μια χώρα μικρή, ποτέ δεν είχαμε υψηλό κατά κεφαλήν εισόδημα, το εντός της κεφαλής όμως εισόδημα των Ελλήνων επλεόναζε, δάνεισε απλόχερα τον πλούτο του και σ’ άλλους λαούς. “Της Ελλάδος αείκοτε σύντροφος πενίη” της Ελλάδας η φτώχεια ήταν πάντοτε σύντροφος, λέει ο Ηρόδοτος, αλλά “στο μάκρος είκοσι πέντε αιώνων δεν υπήρξε ούτε ένας, επαναλαμβάνω, ούτε ένας αιώνας, που να μην γράφτηκε ποίηση, στην ελληνική γλώσσα, που να μην υπήρχε πολιτισμός” απαντά ο Οδ. Ελύτης, ο του Αιγαίου ραψωδός.

Από τους 25 αιώνες αδιάλειπτης πνευματικής παραγωγής, δύο απ’ αυτούς η ιστορία τους τίμησε, τους επροίκισε με το ένδοξο και αθάνατο επίθετο: ο χρυσούς αιών. Σεμνύνεται ο αρχαίος ελληνικός κόσμος για τον χρυσό αιώνα του Περικλή. Έλαμψαν τότε τα λαμπρά αυτά πνεύματα, “οι γονέοι της ανθρωπότητος” όπως τους ονομάζει ο Μακρυγιάννης, ο Σωκράτης, ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης. Αυτό το εξέχον πνεύμα το μεταλαμπαδεύει ο Μ. Αλέξανδρος σ’ όλον τον γνωστό τότε κόσμο, καθιστώντας την Οικουμένη ελληνική. Με όχημα την ελληνική γλώσσα, η παιδεία, η οποία κατά τον Σωκράτη “εν ταις ευτυχίαις κόσμος (δηλ. στολίδι) εστίν, εν δε ταις ατυχίαις καταφυγή”, γίνεται κτήμα όλων των λαών, γεγονός που αναγκάζει τον ρήτορα Ισοκράτη να διαπιστώσει πως “μάλλον Έλληνας καλείσθαι τους της Παιδείας της ημετέρας ή τους της κοινής φύσεως μετέχοντας”. Έλληνες είναι αυτοί που μετέχουν, που μορφώνονται με την ελληνική σοφία και όχι αυτοί που έχουν καταγωγή ελληνική.

Ανήλθε βέβαια το αρχαιοελληνικό πνεύμα σε ύψη δυσθεώρητα, εντούτοις τα μελανά στίγματα παρέμειναν. Το ιδεώδες του καλού καγαθού πολίτη επισκιαζόταν από τον θεσμό της δουλείας, την υποτίμηση των γυναικών, την περιφρόνηση του σώματος, όπως αυτό εκφράστηκε από τους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους, κατέπεσε με την επικούρεια φιλοσοφία στην ηδονοθηρία: “αρχή και ρίζα παντός αγαθού, η της γαστρός ηδονή” έλεγε ο Επίκουρος. Φάε, δηλαδή, πίε και ευφραίνου, εκφυλίστηκε το ελληνικό πνεύμα, κυρίως κατά τους αιώνες της ρωμαιοκρατίας, τότε εμφανίστηκαν και οι Γραικύλοι, Έλληνες που υιοθετούσαν τα αισχρά ήθη των ξένων.

Ήταν η στιγμή που ο Ελληνισμός ομοίαζε με έναν γέρο, κουρασμένο και ετοιμοθάνατο, όπως γράφει ο Παν. Κανελόπουλος. Το πνεύμα έσβηνε, η τότε παγκοσμιοποίηση, εκβαρβάριζε και μόλυνε τα πάντα. Είχε έρθει όμως “το πλήρωμα του χρόνου και εξαπέστειλεν ο θεός τον Υιόν αυτού”. Αυτό το πλήρωμα του χρόνου σήμαινε, όπως γράφει και ο μεγάλος μας ιστορικός Κ. Παπαρρηγόπουλος, πως η εξάπλωση του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής γλώσσας, ήταν σχέδιο του Θεού, ώστε η τελειότατη πίστη να εκφρασθεί με το τελειότατο όργανο και να ζυμωθεί μέσα σ’ ένα υψηλό πολιτισμό, όπως τον δημιούργησαν και τον εξέφρασαν οι Έλληνες. “Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθεί το όνομα του Κυρίου”, είπε ο Χριστός όταν αντίκρισε τους Έλληνες. Και έτσι έγινε. Μετά την Ανάσταση του Κυρίου (αυτό σημαίνει η φράση ) και την Πεντηκοστή, οι Απόστολοι μεταφέρουν το χαρμόσυνο μήνυμα εις πάντα τα έθνη, με πρώτο το ελληνικό. Στέκεται προβληματισμένος στην Τροία, απέναντι από την Ελλάδα ο Απ. Παύλος, οπότε του εμφανίζεται το γνωστό όραμα του Μακεδόνα άνδρα ο οποίος τον παρακαλεί “διαβάς εις Μακεδονίαν βοήθησον ημίν”.

Από εκείνη την στιγμή η ελληνική Οικουμένη, γίνεται χριστιανική Οικουμένη. Ο Παύλος γνωρίζει στους Έλληνες τον άγνωστο Θεό. Ο χριστιανισμός, ως νέος έφηβος, παίρνει στους ώμους του το πολύπαθο κορμί του γέρου Έλληνα. Ο Ελληνισμός σώζεται και αναγεννάται. Μετά από τρεις αιώνες δημιουργεί και τον δεύτερο χρυσό αιώνα του. Τον χρυσό αιώνα των Πατέρων της Εκκλησίας, τότε που έλαμψαν αυτοί που σήμερα τιμάμε, οι μέγιστοι φωστήρες, οι μελίρρυτοι ποταμοί της σοφίας, αυτοί που εφώτισαν και επότισαν την Οικουμένη, οι Τρεις Ιεράρχες, ο Βασίλειος ο Μέγας, ο Γρηγόριος ο θεολόγος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος. “Νενικήμεθα”, νικηθήκαμε φωνάζει ο μεγάλος ειδωλολάτρης ρήτορας Λιβάνιος, διαβάζοντας μια επιστολή του Μεγ. Βασιλείου. Δεν νικήθηκε ο Ελληνισμός, αλλά σώθηκε, δημιουργώντας την νέα μεγάλη πολιτιστική και πνευματική δύναμη της Ανατολής, την Ορθοδοξία. Γεωγραφικά κατάγονται και οι τρεις Ιεράρχες από τον ευρύτερο Ελληνισμό από την Καππαδοκία οι δύο επιστήθιοι φίλοι, ο Μέγας Βασίλειος και ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, από την Αθήνα της Συρίας, την Αντιόχεια, ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

Συνηθίζεται να λέγεται πως οι Τρεις Ιεράρχες πέτυχαν την σύνθεση Χριστιανισμού και Ελληνισμού. Η αλήθεια είναι πως πέτυχαν να προφυλάξουν αυτήν την σύνθεση από ακρότητες φιλοσοφικές και αιρετικές που ήθελαν την απορρόφηση του ενός από το άλλο στοιχείο. “Γιατί, Κύριε; οι τρεις Ιεράρχες είναι προστάτες των γραμμάτων, της Παιδείας μας”. Το ερώτημα μου το απηύθυνε μαθητής μου, παιδί της ΣΤ’ δημοτικού. Το ερώτημα, το ομολογώ, με έφερε σε δύσκολη θέση. Οι προστάτες άγιοι της Παιδείας, είναι εξοβελισμένοι από την Παιδεία μας. Στο γλωσσικό μάθημα, που συστήνει τον άνθρωπο ως πνευματικό και ηθικό όν, δεν συναντά ο μαθητής του δημοτικού ούτε ένα κείμενο των Τριών Ιεραρχών, ενώ παρελαύνουν οι μέτριοι και οι ασήμαντοι.

Εμποτισμένοι εδώ και 170 χρόνια από το πνεύμα των Βαυαρών, από τους ξενοτραφείς καλαμαράδες και λογίους, θεωρούμε το Βυζάντιο, την Ρωμιοσύνη ως περίοδο σκοταδισμού και μηχανορραφιών. Για να γίνουμε σαν τα φωτισμένα έθνη της Ευρώπης, πρέπει να αποκηρύξουμε “το πάτριον θρήσκευμα και παν ελληνικόν”, όπως έγραφε ο καθ. Βερναρδάκης πριν από 150 χρόνια. Οι ασκητικές μορφές των Τριών Ιεραρχών, η όλο αγάπη για το συνάνθρωπο ζωή τους, η απάρνηση του πλούτου και της καριέρας τους δεν χωρούν στην κοινωνία που έχει ως στόχο το να περνάμε καλά, την ευδαιμονία, την κοινωνική αναρρίχηση με οποιοδήποτε μέσο..

Αναμασάμε εδώ και δεκαετίες τα ξυλοκέρατα της δήθεν πολιτισμένης Δύσης, που βρίσκεται στα όρια της νευρικής κρίσης και δεν σπεύδουμε να ξεδιψάσουμε από την πηγή την αστείρευτη, που λέγεται λόγος των Πατέρων της Εκκλησίας. “Επειδή είμαστε άνθρωποι, δεν μπορούμε να περιφρονούμε του ανθρώπους”, να λόγια αγιασμένα από το στόμα του Μεγ. Βασίλειου, που ίδρυσε ολόκληρη πόλη την Βασιλειάδα, όπου διακονούσε τους ελάχιστους αδελφούς του Χριστού).

1700 χρόνια πριν από την εμφάνιση του φεμινισμού χτυπά ο Γρηγόριος την ανισότητα ανδρών και γυναικών, τους τότε νόμους που προκλητικά ευνοούσαν τους άνδρες. “Δεν δέχομαι αυτήν την νομοθεσία” έλεγε. “Άνδρες ήταν οι νομοθέτες γι’ αυτό ενομοθέτησαν κατά των γυναικών. Ουκ ένι άρσεν ή θήλυ είπεν ο Κύριος”. “Για τα κτήματα που έχουν δοθεί στα παιδιά φροντίζουμε, όχι όμως και για τα παιδιά. Βλέπεις την ανοησία γονέα. Άσκησε την ψυχή του παιδιού πρώτα και κατόπιν θα έλθουν όλα τα άλλα. Όταν η ψυχή του παιδιού δεν είναι ενάρετη, καθόλου δε το ωφελούν τα χρήματα και όταν είναι, καθόλου δεν το βλάπτει η φτώχεια, θέλεις να το αφήσεις πλούσιο; Μάθε το να είναι καλός άνθρωπος… Γιατί πλούσιος δεν είναι αυτός που έχει ανάγκη από πολλά χρήματα και που περιβάλλεται από πολλά αγαθά, αλλά εκείνος που δεν έχει ανάγκη από τίποτε”. Λόγια προς τους γονείς του αγ. Ιωάννη του Χρυσοστόμου, που ηχούν παράξενα σ’ έναν κόσμο σαν τον σημερινό που έχει επιδοθεί στο μανιώδες κυνήγι του εύκολου πλουτισμού, της καλοπέρασης, της επίδειξης.

Η παιδεία μας σήμερα, εγκατέλειψε την ψυχή του παιδιού και στράφηκε στον εγκέφαλο του. “Παιδεία εστί ου την υδρία πληρώσαι, αλλά ανάψαι αυτήν” έλεγε ο Πλάτωνας. Γεμίζουμε το κεφάλι του παιδιού με γνώσεις και αφήνουμε σβησμένη την ψυχή του. Ουδέποτε υπήρχαν στον κόσμο και στον τόπο μας τόσοι εγγράμματοι και τέτοια φτώχεια πνευματική. Έχουμε μια παιδεία που επιζητά πρωτίστως να θεραπεύσει τις ανάγκες του κράτους, της βιομηχανίας, των επιχειρήσεων. Γεμίσαμε διπλωματούχους και εξαφανίστηκαν οι πνευματικοί άνθρωποι. Η πραγματική παιδεία προσφέρει κατ’ ουσίαν πνευματική και όχι τεχνική μόρφωση, κάθε κοινωνία που θέλει να προκόψει έχει πρώτα ανάγκη χαρακτήρων και κατόπιν τεχνικών. “Είχαμε τζιβαϊρικόν πολυτίμημον και παίρνομεν ασκιά με αγέρα και κούφια καρύδια. Έτζι θα γίνωμεν παλιόψαθα των λαών” βροντοφωνάζει ο στρατηγός Μακρυγιάννης, που έβλεπε με θλίψη την περιφρόνηση της παράδοσης μας.

“Είναι καλός μαθητής;” ρωτούν αγωνιωδώς οι γονείς, αδιαφορώντας πολλές φορές για τη συμπεριφορά του, τη διαγωγή του. Παιδεία όμως σημαίνει μόρφωση, μεταμόρφωση του ανθρώπου, η παιδεία οφείλει να δημιουργεί άνθρωπο με πίστη, δηλαδή αγωνιστή. Αντί να ανατρέφουμε αητούς, θαλασσοπούλια που θα βγαίνουν ψηλά για να ελέγχουν το πέλαγος, εμείς ταΐζουμε παπαγάλους σε χρυσό κλουβί. Ας σκύψουμε όμως λίγο στο πολυτίμητο τζιβαϊρικόν στον λόγο τον χαριτωμένο, των τριών Ιεραρχών. Τονίζουν και οι τρεις Άγιοι την σπουδαιότητα της αληθινής παιδείας: “Καθένας που έχει μυαλό θ’ αναγνωρίσει ότι η παιδεία είναι για μας τους χριστιανούς το πρώτο των αγαθών. Δεν περιφρονούμε την παίδευση, όπως νομίζουν μερικοί. Αντίθετα, εκείνοι που έχουν τέτοια γνώμη είναι ανόητοι και αμαθείς, θέλουν όλοι να είναι σαν κι αυτούς, ώστε μέσα στην γενική αμάθεια να μην φαίνεται η δική τους άγνοια”, λέει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος.

“Η παιδεία” γράφει ο Χρυσόστομος, “είναι μέγιστο αγαθό για τον άνθρωπο, είναι μετάληψη αγιότητας. Αυτή ξεριζώνει από τον άνθρωπο την ραθυμία, τις πονηρές επιθυμίες, το πάθος για τα υλικά αγαθά, αυτή αναμορφώνει την ψυχή, αυτή καθιστά την ψυχή, με την χάρη του Αγ. Πνεύματος, αγία”. “Η παιδεία είναι πολύ ωφέλιμη στον άνθρωπο, αλλά απαιτεί πολύ επίμονη προσπάθεια, ώστε να ξεριζωθούν από την ψυχή του παιδαγωγού αδυναμίες και πάθη” λέει ο ουρανοφάντωρ γέροντας της Καισαρείας.

Ξερίζωμα είναι λοιπόν η Παιδεία, πρώτα των κακών επιθυμιών και στη συνέχεια καλλιέργεια αξιών, εξευγενισμός της ψυχής. Τονίζουν ιδιαίτερα οι τρεις Ιεράρχες την ιερότητα του έργου του δασκάλου, θεωρώντας ως πρωταρχικής σημασίας το παράδειγμα, τα έργα του. “Ου γαρ ο λόγος τοσούτον όσον ο βίος, η ζωή, εις την αρετήν άγειν” έλεγε ο αρχαίος Χρυσούς αιών. “Γενού αυτοίς τύπος και μη νομοθέτης” λέει ο χρυσούς το στόμα Ιωάννης. “Η διδασκαλία στην τάξη” λέει ο Μ. Βασίλειος, “πρέπει να γίνεται ευχάριστα, γιατί μόνο τότε η γνώση παραμένει μόνιμα. (Τέρπειν τε άμα και διδάσκειν)”. Για τούτο και τα μαθητικά βιβλία πρέπει να είναι σαφή και ευχάριστα. Ο δάσκαλος δεν πρέπει να διατάζει, όταν είναι ανάγκη να συμβουλεύει, ούτε να συμβουλεύει, όταν είναι ανάγκη να διατάζει”. Οι συμβουλές αυτές του Αγίου μπορούν άνετα να υιοθετηθούν και από τους γονείς που και αυτοί είναι δάσκαλοι δια βίου των παιδιών τους. “Καθαρθήναι δει πρώτον είτα καθάραι, σοφισθήναι και ούτω σοφίσαι, γενέσθαι φως και είτα φωτίσαι, εγγίσθαι Θεώ και προσαγάγειν άλλους, αγιασθήναι και αγιάσαι” αναφωνεί ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο Πατριάρχης της Νέας Ρώμης, ο οποίος ονομάζει “τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών” το άγειν άνθρωπον, το έργο του δασκάλου. Σημειώσαμε πως και οι τρεις Ιεράρχες μοίρασαν την περιουσία τους, δεν κράτησαν τίποτε για τον εαυτό τους. Μια πράξη που αντηχεί σίγουρα ξένη και αστεία στις αντιλήψεις μας σήμερα, τις χριστιανικές (εντός εισαγωγικών η λέξη) αντιλήψεις για διαφύλαξη και αύξηση της περιουσίας μας. “Όσον πλεονάζεις τω πλούτω, τοσούτων ελλείπεις την αγάπη” καταγγέλει ο Μ. Βασίλειος. “Ουκ εστί μη αδικούντα πλουτείν” δεν μπορεί κάποιος να γίνει πολύ πλούσιος χωρίς να αδικήσει, συμπληρώνει ο Χρυσόστομος που καθημερινά 7.000 άνθρωποι έβρισκαν τροφή στο πατριαρχείο του. “Ντρέπομαι”, έλεγε ο Χρυσόστομος “κάθε φορά που βλέπω πολλούς πλούσιους να γυρίζουν εδώ κι εκεί, να ιππεύουν άλογα με χρυσά χαλινάρια, κι όταν έλθει η ώρα να δώσουν κάτι στον φτωχό, γίνονται από τους φτωχούς φτωχότεροι”.

Γάγγραινα της κοινωνίας κατάντησε σήμερα η φιλαργυρία. “Απ’ όλες τις αρρώστιες που παθαίνει η ψυχή του ανθρώπου, η πιο σιχαμερή, κατά την κρίση μου, είναι η φιλαργυρία, η τσιγγουνιά. Από μικρός την απεχθανόμουν. Και τώρα, μ’ όλο που με την ηλικία άλλαξα γνώμη για πολλά πράγματα, για την τσιγγουνιά δεν άλλαξα. Προτιμώ να ’χω να κάνω και μ’ έναν φονιά, παρά με τσιγκούνη. Γιατί ο φονιάς μπορεί να σκότωσε απάνω στον θυμό του και να μετάνιωσε ύστερα, ενώ ο τσιγκούνης είναι ψυχρός υπολογιστής, ως το κόκαλο χαλασμένος. Στον φονιά μπορείς να βρεις και κάποια αισθήματα, στον φιλάργυρο κανένα. Ο φιλάργυρος είναι εγωιστής, αγαπά μόνο τον εαυτό του, αλλά μπορεί να είναι και τέρας χειρότερο κι από τον εγωιστή, γιατί μπορεί να μην αγαπά μήτε τον εαυτό του και να τον αφήσει να πεθάνει από την πείνα” λόγια του μεγάλου Φ. Κόντογλου, συμφυή με τα λόγια των Πατέρων της Εκκλησίας.

Ασυμβίβαστοι οι Τρεις Ιεράρχες δεν δίστασαν να συγκρουστούν με την τότε εξουσία προκειμένου να υπερασπιστούν την δικαιοσύνη ή την ορθόδοξη πίστη. Δεν δίστασε ο Μεγ. Βασίλειος να αρνηθεί την φιλία του αιρετικού αυτοκράτορα Ουάλη, λέγοντας του “Την βασιλέως φιλίαν μέγα μεν ηγούμαι μετ’ ευσέβειας, άνευ δε ταύτης, ολεθρίαν αποκαλώ”. Δεν ανέχεται να εγκαταλείψει ούτε “ιώτα εν” των θείων δογμάτων και ασπάζεται και τον θάνατο αν παραστεί ανάγκη. Παραιτήθηκε ο Άγιος Γρηγόριος από τον θρόνο της Κων/πόλεως όταν διαπίστωσε αιρετικές κακοδοξίες. Χτυπά αλύπητα ο Χρυσόστομος, την ανηθικότητα της αυτοκράτειρας Ευδοξίας. “Ο Θεός” της γράφει “σου έδωσε το βασιλικό σκήπτρο για να απονέμεις παντού την δικαιοσύνη. Χώμα και στάχτη, χόρτο και σκόνη, σκιά και καπνός και όνειρο είναι ο άνθρωπος, ακόμα κι αν είναι ισχυρός άρχοντας. Δώσε τέλος στον πόνο και στη δυστυχία των απελπισμένων. Μήπως θα κατέβουν μαζί σου στον τάφο τα σταφύλια των κλημάτων, τα χρήματα και η δόξα της εξουσίας;”. Εξορίστηκε ο Άγιος, πέθανε από τις κακουχίες μακριά στα βάθη της Μ. Ασίας, έδωσε όμως παράδειγμα αιώνιο στους εκκλησιαστικούς ηγέτες, κυρίως στους σημερινούς που ορισμένοι κυκλοφορούν σαν Πέρσες σατράπες, μια άλλη μορφή εξουσίας, ανίκανη να συλλάβει το μήνυμα του Ευαγγελίου που τονίζει πως όποιος θέλει να είναι πρώτος, έσται υμών διάκονος, πρέπει να είναι υπηρέτης όλων.

Απηχώντας τα λόγια του Χρυσοστόμου προς την τότε εξουσία, ο Παπαδιαμάντης πριν από 100 περίπου χρόνια γράφει: “Να παύσει η συστηματική περιφρόνησης της θρησκείας εκ μέρους των πολιτικών ανδρών, επιστημόνων, λογίων, δημοσιογράφων και άλλων. Να συμμορφωθεί η ανωτέρα τάξις με τα έθιμα της χώρας. Να γίνει προστάτης των πατρίων και όχι διώκτρια. Να ασπασθεί και να εγκολπωθεί τα εθνικός παραδόσεις. Να μην περιφρονεί ό,τι παλαιόν, ό,τι εγχώριον, ό,τι ελληνικόν. Να μην νοθεύονται τα οικογενειακά και θρησκευτικά έθιμα. Να μη μιμώμεθα πότε τους παπιστάς πότε τους προτεστάντας, να μην χάσκωμεν προς τα ξένα, να τιμώμεν τα πάτρια, ως πότε θα είμεθα αχαρακτήριστοι Γραικύλοι;”. “Η Ρωμανία κι αν επέρασεν ανθεί και φέρει κι άλλο”, έψαλλε ο ποντιακός ελληνισμός. Θα ανθίζει η Ρωμανία όταν τιμά τα πάτρια. “Πρέπει να φυλάξετε την πίστη σας και να την στερεώσετε, διότι, όταν επιάσαμε τα άρματα είπαμε πρώτα υπέρ πίστεως και έπειτα υπέρ πατρίδος” έλεγε στα 1838 στους μαθητές των Αθηνών ο Κολοκοτρώνης ή όπως το γράφει ο στρατηγός Μακρυγιάννης “χωρίς αρετή και πόνο εις την πατρίδα και πίστη εις την θρησκεία έθνη δεν υπάρχουν”.

Είναι πολύ δύσκολο, αδύνατο να περιγραφεί μ’ έναν ταπεινό λόγο η προσφορά των τριών Ιεραρχών στα γράμματα, στην Παιδεία. Αποσιωπώντας την προσφορά τους, σ’ άλλους κοινωνικούς τομείς είναι σαν να προσπαθείς να κρύψεις τον ήλιο με τα χέρια. Θα προσπαθήσω όμως, τελειώνοντας, να συνοψίσω την προσφορά των ακάματων και ακατάβλητων στύλων της Ορθοδοξίας. Και οι τρεις, εις πείσμα του καιρού τους που θεωρούσαν τα αρχαιοελληνικά γράμματα ειδωλολατρική ενασχόληση, σπούδασαν στις καλύτερες σχολές της εποχής τους, διότι πίστευαν ότι η γνώσις και “προς ψυχής γυμνασίαν και προς σεμνότητα ήθους” οδηγεί. Απέκτησαν πάλι την λάμψη τους τα αρχαιοελληνικά γράμματα. Έγιναν αργότερα τα μοναστήρια φιλοσοφικά φροντιστήρια, σ’ αυτά οι μοναχοί “αδιάσπαστον τον μετά του παρελθόντος σύνδεσμον τηρούντες, εκαλλιέργουν τα ελληνικά γράμματα, μεταλαμπαδεύοντες ως συγγραφείς ή και διδάσκαλοι τον ελληνικόν πολιτισμόν εις τους συγχρόνους. Εκ των περιβόλων των μονών, ως από κοιλίας δουρείου ίππου, την ελληνικήν παιδείαν διδαχθέντες και εις τα νάματα της χριστιανικής αρετής λουσθέντες, εξεπήδησαν άνδρες οι οποίοι στύλοι της εκκλησίας και του έθνους εγένοντο”, γράφει ο καθηγητής Φ. Κουκουλές.

Ο Μέγας Βασίλειος μάλιστα στο έργο του “προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων” προτρέπει τους νέους να εγκύψουν στα έργα των αρχαίων Ελλήνων, αλλά να αποφεύγουν τα άσχημα όπως αποφεύγει η μέλισσα τα αγκάθια από τα τριαντάφυλλα. Δεν διστάζει ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο ποιητής του Χριστιανισμού, να μιμηθεί τους τραγικούς ποιητές, δεν διστάζει το ωραιότερο πνεύμα της νέας Ελλάδος, ο Χρυσόστομος, να σπουδάσει τον Δημοσθένη. Από κείνη την στιγμή οι εγγράμματοι Χριστιανοί φυλάττουν και διασώζουν την Ελληνική Παιδεία που μεταφέρθηκε αργότερα στην Δύση για να υπάρξει η Αναγέννηση και όλος ο λεγόμενος δυτικός πολιτισμός .

“Υπόβαθρον της κατά Χριστόν φιλοσοφίας” θεωρούν την αρχαιοελληνική παιδεία και φτάνουν από τον καλό καγαθό πολίτη του κόσμου, με την μάθηση και την πίστη, στον καλοκάγαθο πολίτη του ουρανού. “Ο γαρ Θεός πλάττων τον άνθρωπο ουκ εποίησεν αυτόν δούλον, αλλ’ ελεύθερον” λόγια του Γρηγορίου. Να η μεγάλη αλήθεια, να ο κρυμμένος θησαυρός, να η βασιλική οδός για μια παιδεία αληθινή. Με την παιδεία κερδίζεται η μεγαλύτερη αρετή, η ελευθερία. “Ου φύσει, (όχι από την φύση), αλλά μαθήσει (με την μάθηση) καλοί καγαθοί γίνονται”. Ελεύθερο άνθρωπο δίδαξαν οι Τρεις Ιεράρχες. Η ελευθερία λέξη που παράγεται από τον μέλλοντα του ρήματος έρχομαι, το ελεύσομαι, είναι αυτή που θα έρθει, που κινείται και που την αρπάζουν κάστρο είναι και το παίρνεις με το σπαθί σου, λέει ο Καζαντζάκης οι λαοί που αξίζουν, που έχουν δηλαδή αξίες, αιώνιες και ακατάλυτες.

“Γνώμες, καρδιές όσοι Έλληνες ό,τι είστε μη ξεχνάτε. Δεν είσθε από τα χέρια σας μονάχα, όχι χρωστάτε σ’ όσους ήρθαν, πέρασαν, θα ’ρθουνε, θα περάσουν. Κριτές θα μας δικάσουν οι αγέννητοι οι νεκροί”. Χρωστάμε λέει ο Παλαμάς, δανεισθήκαμε μια λαμπρή παράδοση και η παράδοση παραδίδεται στους αγέννητους. Η μικρή μας πατρίδα, “ουδέν της οποίας είναι γλυκύτερον” όπως λέει ο Χρυσόστομος, θέλει μαθητές παιδευμένους, που να έχουν σκοπό τους όχι μόνο το ζην, αλλά το “ευ ζην”. Που θα συλλογίζονται ελεύθερα και καλά, κατά τον Ρήγα Φεραίο, θέλει η πατρίδα μας “η κοινή μήτηρ πάντων” όπως λέει ο Αγ. Βασίλειος δασκάλους, μάλλον διδασκάλους, που να δίδουν το καλόν, όπως λέει η λέξη, που θα αγαπούν που θα εκτείνουν την της αγάπης σαγήνην, “ίνα μη το χωλόν εκτραπή, ιαθή δε μάλλον” που θα απλώνουν τα δίχτυα της αγάπη και θα αγκαλιάζουν και τους αδύνατους, για να μη εκτραπούν, αλλά να γίνουν και αυτοί μέτοχοι της καλής τραπέζης, παιδεία, δηλαδή, χωρίς αποκλεισμούς κοινωνικούς και ταξικές διαφοροποιήσεις. Οι δάσκαλοι σε αντίθεση με τους υπόλοιπους εργαζόμενους που δίνουν ό,τι έχουν, δίνουν ό,τι είναι.

Υπενθυμίζω και την ρήση του απ. Παύλου “Εάν ταις γλώσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπη δε μη έχω γέγονα ως χαλκός ήχων και κύμβαλον αλαλάζον” ένα άδειο βαρέλι ο χωρίς αγάπη άνθρωπος. Θέλει το τιμιώτερον πάντων η πατρίδα μας επιστήμονες, που θα ακολουθούν τα χνάρια των 3 Ιεραρχών, όχι μικροπρεπείς θηρευτές δόξας και χρήματος, όχι τέτοιους που χωρίζουν την επιστήμη με την αρετή και δουλεύουν την πανουργία, αλλά ταπεινούς σκαπανείς της γνώσης, παραδείγματα προς μίμηση, επιστήμονες που κίνητρο των πράξεων τους θα είναι, όχι οι προσωπικές φιλοδοξίες, αλλά η ευτυχία των ανθρώπων. Στην αντίθετη περίπτωση δεν είναι επιστήμονες, αλλά τύραννοι εισί, γράφει ο ιερός Χρυσόστομος.

Θέλουμε πολιτικούς, ναι “η πολιτεία τροφή ανθρώπων εστίν, καλή μεν αγαθών η δ’ εναντία κακών”. Το καλό πολίτευμα κάνει τους ανθρώπους, τους πολίτες αγαθούς, το κακό πολίτευμα εκφαυλίζει τους πολίτες”, λέει ο Πλάτωνας, θέλουμε πολιτικούς διακόνους του λαού, οι οποίοι θα προσπαθούν να λύουν τας πενίας (την φτώχεια, τις ανάγκες) των πλησίον, των πολιτών, “εξόχως δε των πενεστέρων και κακώς εχόντων”, κυρίως των αδυνάτων, λέει ο Αγ. Γρηγόριος. “Γιατί καμαρώνεις; επειδή πολιτεύεσαι με λόγια; είναι εύκολη η πολιτική με λόγια· δίδαξε με τον τρόπο της ζωής σου αυτή είναι η άριστη πολιτική… Εάν δεν έχεις να επιδείξεις έργο, καλύτερο είναι να σιωπάς, λέει ο Άγιος Ιωάννης. Σήμερα είμαστε μέλος της Ενωμένης Ευρώπης, η οποία βέβαια δεν αποτελεί ιδέα αποτελεί συγκυρία ιστορική στην οποία οφείλουμε να προσαρμοσθούμε διατηρώντας όπως όλοι οι εταίροι μας το δικό μας πρόσωπο. Χωρίς ιδέα το πρόσωπο γίνεται μάσκα και πέφτει. Με μεγάλη ιδέα την εύκολη και άκοπη απόκτηση χρήματος και τις πιο ευτελείς απολαύσεις, ουδείς λαός προκόβει, όταν μάλιστα σηκώνει στις πλάτες του το φορτίο μιας υπέρογκης κληρονομιάς σαν την δική μας. Και όσο πιο βαριά είναι η κληρονομιά τόσο ισχυρότερη γονιμοποιό ιδέα χρειάζονται οι κληρονόμοι.

Στην Ενωμένη Ευρώπη δεν πάμε ως απόγονοι του Σωκράτη μόνο. Αυτό μας κάνει κωμικούς. Όταν μπήκαμε στην ΕΟΚ το 1979 η γαλλική εφ. “ΛΕ ΜΟΝΤ” έγραψε “καλωσορίζουμε την χώρα της Φιλοκαλίας, την χώρα του Βασιλείου, του Γρηγορίου, του Χρυσοστόμου”. Αυτόν περιμένει η Ευρώπη από εμάς, τον φιλόκαλο άνθρωπο, τον φίλο του καλού, τον άγιο, τον άνθρωπο που όπως έλεγε ο Χρυσόστομος είναι πλούσιος όχι γιατί έχει πολλά, αλλά γιατί δεν έχει ανάγκη από τίποτε. Το τι μας χρειάζεται, μας το λέει ο Δάσκαλος του Γένους, ο Κοσμάς ο Αιτωλός: “Ψυχή και Χριστός σας χρειάζονται. Αυτά τα δύο όλος ο κόσμος να πέσει δεν ημπορεί να σας τα πάρει εκτός και αν τα δώσετε με το θέλημα σας”, όπου ψυχή είναι η παράδοση μας, η γλώσσα μας, τα ήθη και έθιμα μας και Χριστός είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία του, αυτήν που τίμησαν και δόξασαν οι Τρεις πάνσεπτοι φωστήρες, οι πυρσεύσαντες διά θείων δογμάτων την οικουμένην, οι μελίρρυτοι ποταμοί της σοφίας, οι διδάσκαλοι ου μόνων λόγων αλλά και έργων, οι Τρεις Ιεράρχες, οι προστάτες της Παιδείας και των παιδιών μας.

Νατσιός Δημήτρης, δάσκαλος -Κιλκίς


*Η ομιλία έγινε στις 31 Ιανουαρίου του 2001 στον Δήμο Δοϊράνης Κιλκίς, επ’ ευκαιρία της γιορτής των Τριών Ιεραρχών
Σύνδεσμος άρθρου ⤶
×