Έτος o

Δημοσιεύθηκε: Παρασκευή 2 Αυγούστου 2024

Εφόσον η Αθήνα δεν αντιδρά στρατιωτικά στο πεδίο, θα συρθεί σε διαπραγματεύσεις με τους όρους των Τούρκων

Για λόγους που έχουν περισσότερο να κάνουν με το ένστικτο αυτοσυντήρησης του πολιτικού συστήματος παρά με το εθνικό συμφέρον, οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν επιλέξει διαχρονικά να αποκλείσουν κάθε ενδεχόμενο χρήσης στρατιωτικής βίας κατά της Τουρκίας διατρανώνοντας τη βούλησή τους να λύσουν τις διμερείς διαφορές αποκλειστικά και μόνο με διπλωματικά μέσα. Αυτό όμως βάζει την Ελλάδα εξαρχής σε εξαιρετικά μειονεκτική θέση, διότι όταν η μία πλευρά μεταχειρίζεται τόσο στρατιωτικά όσο και διπλωματικά μέσα είναι επόμενο να έχει και την πρωτοβουλία των κινήσεων έναντι εκείνης της πλευράς που περιορίζεται μόνο στη διπλωματία, αφού μπορεί να της επιβάλει διαρκώς τετελεσμένα. Είναι σαν δύο πυγμάχοι να ανεβαίνουν στο ρινγκ για να αγωνιστούν και ενώ ο ένας είναι πανέτοιμος και έχει ελεύθερα και τα δυο του χέρια, ο άλλος έχει διαρκώς το ένα χέρι του δεμένο πίσω από την πλάτη του. Δεν θέλει και πολύ μυαλό για να μαντέψει κανείς ποιος πυγμάχος θα κερδίσει και πόσο γρήγορα. Ο πυγμάχος που έχει το ένα χέρι δεμένο, όχι μόνο θα αδυνατεί να επιτεθεί αλλά ούτε καν να αμυνθεί αποτελεσματικά δεν θα μπορεί. Αυτό βλέπουμε να γίνεται και στα ελληνοτουρκικά. Ο Ερντογάν στέλνοντας πότε ερευνητικά και πότε πολεμικά σκάφη στην ... ελληνική υφαλοκρηπίδα, εκμεταλλεύεται τη δική μας απροθυμία να μεταχειριστούμε στρατιωτική ισχύ και μας ασκεί ανελέητο bullying με στόχο να μας οδηγήσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους όρους που αυτός θέλει.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει να διαβεβαιώνει τον ελληνικό λαό ότι δεν είναι διατεθειμένη να συνομιλήσει με την Τουρκία για κανένα άλλο ζήτημα πέρα από τον «καθορισμό των θαλάσσιων ζωνών». Ωστόσο οι Τούρκοι δεν χάνουν ευκαιρία να διατρανώσουν την απόφασή τους να μην κάνουν πίσω σε καμία από τις εξωφρενικές διεκδικήσεις τους σε βάρος της Ελλάδας. Σε ομιλία του στις 6 Αυγούστου 2022 ο εκπρόσωπος του κυβερνώντος τουρκικού κόμματος ΑΚΡ, Ομέρ Τσελίκ, ανέφερε ότι «κανείς δεν πρέπει να δοκιμάζει την αποφασιστικότητα της Τουρκίας στο θέμα της χερσαίας πατρίδας της Γαλάζιας Πατρίδας και της εναέριας πατρίδας». Ο Τσελίκ διεμήνυσε ότι η Τουρκία δεν παραχωρεί σε κανέναν «ούτε ένα βότσαλο, ούτε μία σταγόνα νερό και ούτε μία σπιθαμή από τον εναέριο χώρο μας». Κατέληξε δε διαμηνύοντας ότι «δεν μπορούν να εκτρέψουν την Τουρκία από τον δρόμο της, η Τουρκία δεν εμποδίζεται, η Τουρκία δεν σταματιέται, η Τουρκία δεν νικιέται με τίποτα».

Μπροστά σ' αυτή την τουρκική αποφασιστικότητα είναι μοιραίο και αναμενόμενο πως ο Μητσοτάκης θα προβεί τελικά σε υποχωρήσεις. Επομένως, αν σε έξι μήνες ή σε έναν χρόνο δούμε την ελληνική κυβέρνηση να αλλάζει στάση και να δέχεται να μιλήσει με την Τουρκία και για άλλα ζητήματα πέρα από τον καθορισμό των θαλάσσιων ζωνών, τι θα πούμε τότε; Ότι η πολιτική των κανονιοφόρων είναι αναχρονιστική και απαράδεκτη και ότι μόνο η διπλωματία μπορεί να λύσει τα προβλήματα; Μα θα είναι ακριβώς η πολιτική των κανονιοφόρων εκείνη που θα μας έχει σύρει στην εθνική ήττα. Εξ αντικειμένου είναι αδύνατον να αντέξει για μεγάλο διάστημα η ελληνική κυβέρνηση να εξευτελίζεται κάθε τόσο από τις βόλτες των τουρκικών ερευνητικών και πολεμικών σκαφών στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. Εφόσον δεν σκοπεύει να αντιδράσει στρατιωτικά, θα υποχρεωθεί κάποια στιγμή να συρθεί σε διαπραγματεύσεις με τους όρους των Τούρκων για να γλιτώσει το ρεζιλίκι. Το έχουμε ξαναδεί άλλωστε το έργο. Έτσι μας έλεγαν οι κυβερνήσεις μας επί 15 χρόνια ότι «η Ελλάδα δεν δέχεται ονομασία των Σκοπίων που θα περιλαμβάνει τον όρο Μακεδονία» και μετά μας ξεφούρνισαν ότι πλέον δεχόμασταν «σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό» και οδηγηθήκαμε στην ελεεινή προδοσία του Τσίπρα και του Κοτζιά.

Αν συνεχιστεί η παρούσα κατάσταση, κάποια στιγμή οι Έλληνες θα έχουν κουραστεί και απηυδήσει από τις συνεχείς τουρκικές απειλές πολέμου σε τέτοιο βαθμό ώστε θα βρουν πολύ λογική τη νέα άποψη της κυβέρνησης που θα λέει: «Δεν πρέπει να στρουθοκαμηλίζουμε αλλά να βάλουμε ΟΛΕΣ τις διαφορές μας με την Τουρκία στο τραπέζι και να βρούμε συνολική λύση. Πρέπει να τελειώσουν μια και καλή τα διμερή προβλήματα, διότι αλλιώς θα διαιωνίζονται οι τριβές μεταξύ μας». Δεν ακούγεται πολύ λογικό και πολύ ωραίο; Θα είναι όμως το εντελώς αντίθετο από αυτό που μας διαβεβαιώνει ΣΗΜΕΡΑ η κυβέρνηση και δεν θα έχει μπει στον κόπο ούτε να ζητήσει μια συγγνώμη για την κοροϊδία που θα έχει κάνει σε βάρος μας επί χρόνια. Φυσικά η υιοθέτηση της νέας θέσης θα σημαίνει: 1) παταγώδη ήττα της άποψης ότι μόνη της η διπλωματία χωρίς υποστήριξη στρατιωτικής ισχύος μπορεί να φέρει αποτέλεσμα, και 2) ευσεβή πόθο, αφού η επεκτατική όρεξη της Τουρκίας δεν πρόκειται να κορεστεί ποτέ, όσα κι αν της προσφέρουμε.



ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
×