Σχολιασμός σε άρθρο του capital.gr
Ο [καθηγητής] Κωνσταντίνος Γρίβας τα γράφει και τα λέει πάρα πολύ καλά για τη νέα “βληματοκεντρική” επανάσταση στην τεχνολογία του πολέμου και για την ανάγκη να εγκαταλείψει η Ελλάδα την άσκοπη και δαπανηρή κούρσα αγορών δαπανηρών πολεμικών πλατφορμών και να επικεντρωθεί στην ανάπτυξη σύγχρονων βλημάτων ικανών για διεξαγωγή διαχωρικών πυρών (cross domain fires) σε πολύ μεγάλα βεληνεκή ώστε να δημιουργήσουμε ένα πλέγμα αντιπρόσβασης-άρνησης περιοχής (AA/AD) στο Αιγαίο που θα αποδειχθεί άκρως φονικό για τους Τούρκους. Το ζήτημα όμως είναι αν τον διαβάζει και τον ακούει κανείς από τους Έλληνες ιθύνοντες. Δυστυχώς, απ’ ό,τι φαίνεται, οι προτάσεις του πέφτουν σε ώτα μη ακουόντων.
Αυτό αποδεικνύεται από την πρόσφατη ανακοίνωση του Μητσοτάκη ότι η Ελλάδα ενδιαφέρεται για την αγορά πανάκριβων αεροσκαφών stealth τύπου F-35 [iEpikaira: Περισσότερα ΕΔΩ και ΕΔΩ...] από τις ΗΠΑ των οποίων η κάθε ώρα πτήσης στοιχίζει 45.000 δολάρια, αλλά και δύο γαλλικών φρεγατών Belh@rra από τη Γαλλία, πράγμα που σημαίνει ότι τα ελληνικά επιτελεία δεν έχουν πάρει χαμπάρι τίποτα από τη “βληματοκεντρική” προσέγγιση του πολέμου. Τι θα κάνει το ελληνικό πολεμικό ναυτικό σε λίγα χρόνια όταν θα έχει μείνει με 4 γερασμένες φρεγάτες ΜΕΚΟ και 2 σύγχρονες Belh@rra, πραγματικά κανείς δεν μπορεί να το κατανοήσει.
Η νέα τεχνολογική επανάσταση στα στρατιωτικά ζητήματα δίνει όμως και στην Κυπριακή Δημοκρατία πρωτοφανείς δυνατότητες να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Μέχρι τώρα οι Κύπριοι αδελφοί μας απλώς κλαίνε τη μοίρα τους και παρακολουθούν άπραγοι τα τουρκικά πλωτά γεωτρύπανα να κόβουν βόλτες μέσα στην ΑΟΖ τους και να κάνουν γεωτρήσεις όπου τους καπνίσει. Και βέβαια η δικαιολογία των Κυπρίων είναι πως τα οικονομικά τους δεν αντέχουν τη συγκρότηση πολεμικής αεροπορίας και πολεμικού ναυτικού ώστε να έχουν ικανή στρατιωτική αποτροπή έναντι της Τουρκίας στην ανοιχτή θάλασσα. Γιατί όμως η Κύπρος δεν κάνει καμία προσπάθεια να αγοράσει σύγχρονους πυραύλους εδάφους-επιφανείας πολύ μεγάλου βεληνεκούς, όπως οι Yakhont από τη Ρωσία ή οι BrahMos από την Ινδία; Και μόνο η ύπαρξη τέτοιων φονικότατων υπερηχητικών πυραύλων πάνω σε κινητούς φορείς επί κυπριακού εδάφους, οι οποίοι θα μπορούσαν να μεταφερθούν και να κρυφθούν οπουδήποτε και να απειλήσουν τα τουρκικά πολεμικά σκάφη ή τα γεωτρύπανα σε απόσταση εκατοντάδων χιλιομέτρων από τις κυπριακές ακτές, θα ήταν αρκετή για να κάνει την Τουρκία να συμμαζευτεί – ιδίως αν συνδυαζόταν με τη μεταφορά των S-300 από την Κρήτη στην Κύπρο και με την αγορά κι άλλων σύγχρονων αντιαεροπορικών πυραύλων μικρού, μέσου και μεγάλου βεληνεκούς από την Κυπριακή Δημοκρατία ώστε να απαγορευτεί η ασύδοτη δράση της τουρκικής αεροπορίας πάνω από το νησί. Και βέβαια η απόκτηση αυτών των σύγχρονων όπλων “βληματοκεντρικής” φιλοσοφίας είναι ΠΟΛΥ οικονομικότερη λύση για την Κύπρο από ό,τι να φτιάξει πανάκριβη αεροπορία και ναυτικό από την αρχή. [iEpikaira: Συμφωνούμε και επαυξάνουμε ΕΔΩ...]
Εκτός όμως από την άμεση ανάγκη να αλλάξουμε το είδος των όπλων μας, ο Κωνσταντίνος Γρίβας λέει πως για να είναι ολοκληρωμένη μία υιοθέτηση σύγχρονων επιχειρησιακών δογμάτων από την Ελλάδα είναι άκρως απαραίτητο να αλλάξει άρδην και η εκπαίδευση και η νοοτροπία του ελληνικού στρατιωτικού προσωπικού και να υιοθετηθεί η περίφημη Auftragstaktik [iEpikaira: Περισσότερα ΕΔΩ...], δηλαδή οι διαταγές τύπου αποστολής, όπου στον υφιστάμενο δίνεται μόνο η γενική κατεύθυνση της αποστολής του και του αφήνεται ευρύτατο περιθώριο να επιλέξει ο ίδιος πώς θα τη φέρει σε πέρας αναλαμβάνοντας κάθε είδους απαιτούμενη πρωτοβουλία χωρίς να περιμένει διευκρινίσεις από τους ανωτέρους του. Με τον τρόπο αυτό ένας στρατός έχει μεγάλη ευκαμψία και προσαρμοστικότητα και μπορεί να αδράξει τις ευκαιρίες που θα παρουσιαστούν στο πεδίο της μάχης, αναγκάζοντας τον αντίπαλο να αντιδρά πάντα καθυστερημένα και λανθασμένα. Βασική προϋπόθεση είναι η καλλιέργεια μιας νοοτροπίας στο στράτευμα που θα διακρίνεται από απόλυτη ετοιμότητα ανάληψης πρωτοβουλίας και ευθύνης από τα κατώτερα κλιμάκια, και θα πρέπει να γαλουχηθεί με αυτή το σώμα αξιωματικών και υπαξιωματικών από μικρή ηλικία. Τη φιλοσοφία αυτή ανέπτυξαν οι Γερμανοί από την εποχή του Μεγάλου Φρειδερίκου και μετά, με εκπληκτικά αποτελέσματα στο πεδίο της μάχης, και μέχρι σήμερα κανείς στρατός στον κόσμο δεν έχει καταφέρει να τους μιμηθεί απόλυτα, με εξαίρεση ίσως τους Ισραηλινούς. Η Auftragstaktik όμως αποτελεί ανάθεμα για τον ελληνικό στρατό στον οποίο κυριαρχούν η ευθυνοφοβία και η νοσηρή νοοτροπία τού “δεν προβλέπεται“. Ο στρατός μας παραμένει πεισματικά προσκολλημένος σε παρωχημένα επιχειρησιακά δόγματα του 1920 και είναι εντελώς άκαμπτος και συγκεντρωτικός στο μοντέλο διοίκησής του, περίπου όπως ήταν και οι Γάλλοι το 1940 όταν συνετρίβησαν από τη Βέρμαχτ. Δυστυχώς μετά το φιάσκο στα Ίμια το 1996 οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις δεν άντλησαν τα απαραίτητα διδάγματα για να δουν τα καίρια λάθη τους και πώς θα πρέπει να τα διορθώσουν, με αποτέλεσμα να είμαστε σήμερα ακριβώς με το ίδιο δόγμα και την ίδια νοοτροπία που είχαμε και τότε.
Τέλος, σε ό,τι αφορά την πολεμική βιομηχανία που οι Τούρκοι αναπτύσσουν με επιμονή, υπομονή και μεθοδικότητα, παραθέτω μερικές παρατηρήσεις σε αυτά που αναφέρει στο άρθρο του ο κ. Στούπας:
“η όλη προσπάθεια χαρακτηρίζεται από σπατάλη πολύτιμων πόρων με αμφίβολης ποιότητας αποτελεσματικότητας αποτελέσματα.”
Το αδιαμφισβήτητο είναι πως οι Τούρκοι σήμερα σχεδιάζουν, αναπτύσσουν και παράγουν μόνοι τους το 60% των όπλων και πυρομαχικών που έχουν ανάγκη ενώ εμείς μόνο το 5%. Επίσης οι Τούρκοι βρίσκονται στην παγκόσμια πρωτοπορία σε ό,τι αφορά τα μη επανδρωμένα αεροχήματα (UAV) στα οποία έχουν αναπτύξει πολλούς διαφορετικούς τύπους και παράγουν κατά μέσο όρο τρία τον μήνα, ενώ εμείς ψάχνουμε ακόμα να αγοράσουμε ένα ή δύο από ξένο προμηθευτή τα οποία δεν θα μπορούμε ούτε να αναβαθμίσουμε στο προσεχές μέλλον ή να αντικαταστήσουμε αν καταπέσουν από ατύχημα. Επίσης οι Τούρκοι παράγουν δικούς τους κατευθυνόμενους πυραύλους αέρος-εδάφους, αντιπλοϊκούς πυραύλους, αυτοκινούμενα πυροβόλα και διάφορους τύπους οχημάτων. Η τουρκική πολεμική βιομηχανία σίγουρα θα κάνει λάθη, θα αντιμετωπίσει προβλήματα και πιθανώς να χάσει και κάποια χρήματα που θα επενδύσει λανθασμένα, αλλά τελικά μόνο όφελος μπορεί να αποφέρει συνολικά για την Τουρκία τόσο σε οικονομικό όσο και σε στρατηγικό επίπεδο.
“Πρόκειται για το περίφημο τουρκικό αεροπλανοφόρο. Αρχικά είχε ανακοινωθεί πως η Τουρκία θα κατασκευάσει ένα μικρό ελικοπτεροφόρο για τον Περσικό. Μετά άλλαξαν γνώμη και μίλησαν για μικρό αεροπλανοφόρο που θα μετέφερε F-35 καθέτου απογειώσεως. Τώρα επειδή δεν τους παραδίδουν τα F-35 σχεδιάζουν ξανά ελικοπτεροφόρο.”
Κατ’ αρχάς οι Τούρκοι ναυπηγούν ΔΥΟ μίνι αεροπλανοφόρα. Είναι γεγονός ότι η καθυστέρηση παράδοσης των F-35B κάθετης αποπροσνήωσης θα τους δημιουργήσει σοβαρό πρόβλημα για ένα διάστημα, αλλά ας μην θεωρούμε απολύτως δεδομένο ότι τα αεροσκάφη αυτά δεν θα τους παραδοθούν ποτέ. Επίσης θα ήταν αφελές να νομίζουμε ότι οι Τούρκοι προορίζουν τα δύο αεροπλανοφόρα τους μόνο για τον Περσικό Κόλπο. Φανταστείτε αν αυτά τα δύο σκάφη ήταν επιχειρησιακά έτοιμα σήμερα τι απίστευτα προβλήματα θα μας δημιουργούσαν σε περίπτωση που έπλεαν στον κόλπο της Σύρτης, ανοιχτά των λιβυκών ακτών. [iEpikaira: Περισσότερα ΕΔΩ...]
“Αυτό που κάνει η Τουρκία σήμερα είναι αυτό που προσπάθησε να πραγματοποιήσει ο ελληνικός κρατικοδίαιτος σοσιαλισμός τη δεκαετία του ’80 και απέτυχε παταγωδώς.”
Εκεί ακριβώς έγκειται η μεγάλη διαφορά ελληνικής και τουρκικής προσπάθειας στην ανάπτυξη πολεμικής βιομηχανίας. Οι Τούρκοι δεν πιστεύουν σε αριστερές μπαρούφες και δεν κάνουν σοσιαλιστικά πειράματα, ούτε σκοπεύουν να παραδώσουν ποτέ την πολεμική τους βιομηχανία στα χέρια αριστερών συνδικαλιστών και εργατοπατέρων για να την καταντήσουν σαν την ελληνική σήμερα.
Η δική μας κρατική πολεμική βιομηχανία είναι πλήρως απαξιωμένη και διαλυμένη, βρίσκεται εδώ και δεκαετίες σε αξιοθρήνητη κατάσταση και φυτοζωεί, και διοικείται από πολιτικά διορισμένους αποτυχημένους πολιτευτές που είναι τελείως άσχετοι και ανίκανοι. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα ουσιαστικό στη χώρα και στην εθνική άμυνα στην κατάντια που την έχουμε φέρει.
“Όποιος θέλει αμυντική βιομηχανία (όπως και κάθε άλλου είδους υψηλής τεχνολογία επιχειρήσεις) εντός της εθνικής επικράτειας ας δημιουργήσει εκείνο το πλαίσιο που θα προσελκύσει εγνωσμένης αξίας και τεχνογνωσίας διεθνείς επιχειρήσεις.”
Είναι εσφαλμένο αυτό το σκεπτικό διότι στρατηγικός στόχος της Τουρκίας είναι η σταδιακή πλήρης απεξάρτηση από τα εισαγόμενα όπλα και πυρομαχικά ώστε να μπορεί η χώρα αυτή να παίξει τον ρόλο της μεγάλης περιφερειακής Δύναμης στην Ανατολική Μεσόγειο. Η προσέλκυση ξένων εταιρειών δεν δίνει τίποτα περισσότερο από προσωρινή εργασία σε μερικές χιλιάδες άτομα – δεν δίνει ουσιαστική τεχνογνωσία. Για παράδειγμα, η Τουρκία συναρμολόγησε επί πολλά χρόνια τα μαχητικά αεροσκάφη F-16 και κατασκεύασε απάρτιά τους κατόπιν άδειας της κατασκευάστριας αμερικανικής εταιρείας. Και λοιπόν; Μπορεί σήμερα να σχεδιάσει και να αναπτύξει μόνη της ένα σύγχρονο πολεμικό αεροσκάφος; Η απάντηση είναι αρνητική.
Ούτε καν η Κίνα που είναι ο παγκόσμιος πρωταθλητής του reverse engineering δεν μπορούσε επί δεκαετίες να φτιάξει εξ ολοκλήρου μόνη της ένα μαχητικό αεροσκάφος, και αγόραζε αεροπορικούς κινητήρες από τη Ρωσία. Αλλά και στην Ελλάδα έχουμε παρόμοιο παράδειγμα. Τα ΕΑΣ είχαν κατασκευάσει κατά τις δεκαετίες 1980-90 κατόπιν άδειας γερμανικής εταιρείας περίπου μισό εκατομμύριο τυφέκια G3. Και λοιπόν; Μπορούν σήμερα να σχεδιάσουν και να αναπτύξουν ένα εγχώριο όπλο; Στην πραγματικότητα αδυνατούν πλέον ακόμη και να κατασκευάσουν το ίδιο το G3! Αντιθέτως, οι Τούρκοι έχουν αρχίσει από το 2018 να αντικαθιστούν τον παλιό φορητό οπλισμό τους με το εγχώρια σχεδιασμένο και παραγόμενο τυφέκιο MPT-76 η ανάπτυξη του οποίου στοίχισε περίπου 20 εκατομμύρια δολάρια. Άρα είναι άλλο πράγμα η απόφαση να αποκτήσω αυτονομία στην παραγωγή όπλων, και τελείως άλλο πράγμα να φέρω ξένες εταιρείες πολεμικού υλικού στη χώρα για να βρουν προσωρινή απασχόληση μερικά άτομα.
“Αν και η στρατιωτική βάση Ain al-Asad που επλήγη στο Ιράκ είχε αδειάσει μερικές ώρες νωρίτερα παρατήρησαν πως οι περισσότεροι πύραυλοι είχαν βρει το στόχο τους με μεγάλη ακρίβεια.”
Πιθανώς να σας διέφυγε κ. Στούπα, αλλά οι ιρανικοί πύραυλοι που έπληξαν αμερικανικούς στόχους στο Ιράκ ήταν εγχώριας σχεδίασης και παραγωγής. Αν οι Ιρανοί δεν έμπαιναν ποτέ στον κόπο να σχεδιάσουν και να αναπτύξουν τέτοια όπλα μόνοι τους, θα τους τα πουλούσε άραγε κανείς; Όχι βέβαια. Οι Ιρανοί πήραν ένα πολύ σκληρό μάθημα το 1979 όταν μετά την ανατροπή του Σάχη οι Αμερικανοί που τους είχαν πουλήσει υπερσύγχρονα όπλα όπως μαχητικά αεροσκάφη F-14 Tomcat, έφυγαν και τους άφησαν ξαφνικά στα κρύα του λουτρού χωρίς καμία απολύτως υποστήριξη.
Οι Ιρανοί δούλεψαν μεθοδικά και σκληρά επί δεκαετίες, αρχικά για να μπορέσουν να συντηρήσουν σε επιχειρησιακή κατάσταση τα αμερικανικά όπλα που ήδη είχαν, αλλά και για να τα βελτιώσουν ή να εξελίξουν δικά τους. Έτσι έφτασαν στο επίπεδο που είναι σήμερα. Είναι οι μόνοι παγκοσμίως που κατάφεραν να πάρουν τον έλεγχο εχθρικού μη επανδρωμένου αεροχήματος εν πτήσει και να το προσγειώσουν άθικτο σε δική τους βάση – και στη συνέχεια να το αντιγράψουν. Στις διεθνείς εκθέσεις πολεμικού υλικού τα ιρανικά περίπτερα είναι για να μένεις πραγματικά με το στόμα ανοικτό με τα όπλα και την τεχνολογία που εκθέτουν. Γι’ αυτό και οι Ιρανοί έχουν σήμερα έναν μεγάλο βαθμό ανεξαρτησίας από ξένους προμηθευτές και μία πολύ υπολογίσιμη αποτρεπτική ικανότητα η οποία βασίζεται στην ικανότητά τους να διεξάγουν ασύμμετρο πόλεμο με τους πανίσχυρους από άποψη συμβατικού οπλοστασίου αντιπάλους τους (ΗΠΑ και Ισραήλ).
Περιπέτεια ανάλογη με αυτή του Ιράν είχε και το Ισραήλ παλαιότερα. Μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967 όπου τα γαλλικής κατασκευής μαχητικά αεροσκάφη του Ισραήλ τύπου Mirage III έγιναν παγκόσμιος θρύλος, η Γαλλία του Ντε Γκωλ προέβη σε εμπάργκο πώλησης όπλων προς τη χώρα, και μάλιστα αρνήθηκε να της παραδώσει μία παραγγελία αεροσκαφών Mirage 5 τα οποία είχαν ήδη πληρωθεί!
Αυτό έδωσε ένα σκληρό μάθημα στο Ισραήλ και, παρ’ ότι οι Αμερικανοί προσφέρθηκαν να καλύψουν το κενό της Γαλλίας, οι Ισραηλινοί προχώρησαν στην ανάπτυξη εγχώριου μαχητικού αεροσκάφους, του Kfir. Μετά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1973, παρ’ ότι οι Αμερικανοί ήταν καθ’ όλα πρόθυμοι να πουλήσουν στο Ισραήλ ό,τι ήθελε από πολεμικό υλικό, εκείνο προτίμησε να αναπτύξει δικά του άρματα μάχης, τα Merkava, που θεωρούνται σήμερα από τα καλύτερα παγκοσμίως.
Επομένως κύριε Στούπα τόσο το Ιράν όσο και το Ισραήλ αποτελούν κλασικά παραδείγματα χωρών που καταρρίπτουν τα επιχειρήματα που αναπτύξατε στο άρθρο σας κατά της τουρκικής πολεμικής βιομηχανίας.
Πηγή: Stirlitz προσπελάστηκε infognomonpolitics.gr