Την 7η Δεκεμβρίου θα πραγματοποιηθεί στην Αθήνα η συνάντηση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας (ΑΣΣ) Ελλάδας – Τουρκίας, ως αποτέλεσμα της βελτίωσης των σχέσεων και του «θερμού» κλίματος που έχει σημειωθεί τους τελευταίους μήνες ανάμεσα σε Αθήνα και Άγκυρα. Η συνάντηση αυτή ακολουθεί την επίσκεψη της ελληνικής αντιπροσωπείας στο τουρκικό υπουργείο Άμυνας όπου συζητήθηκαν τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης (ΜΟΕ) έτους 2024.
Η συνάντηση του ΑΣΣ έχει ιδιαίτερη σημασία για τις δύο πλευρές, καθώς πραγματοποιείται μετά από μία περίοδο εντάσεων μεταξύ των δύο χωρών και σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον όπου οι περιφερειακές συγκρούσεις βαίνουν αυξανόμενες. Αποτελεί απόφαση δύο κυβερνήσεων οι οποίες δείχνουν πρόθυμες να συζητήσουν σε βάθος και θέματα τα οποία ακουμπούν στις κόκκινες γραμμές της εθνικής τους πολιτικής.
Η τουρκική πλευρά δεν παραλείπει κατά καιρούς να υπενθυμίζει με δηλώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων ότι ισχύει το Δόγμα της «Γαλάζιας Πατρίδας» διατηρώντας ανοιχτά προς συζήτηση τα θέματα, των θαλασσίων ζωνών, της αποστρατιωτικοποίησης νησιών του ανατολικού Αιγαίου, της ελληνικής κυριαρχίας σε 152 νησιά, μικρονήσους και βραχονησίδες, των δικαιωμάτων της μουσουλμανικής μειονότητας στην ελληνική Θράκη με την Αθήνα να επιμένει ότι συζητάει ένα μόνο θέμα, αυτό των θαλασσίων ζωνών.
Δε θα πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι, η συνάντηση αυτή πραγματοποιείται σε μία περίοδο όπου ο Ερντογάν έχει επαναφέρει τις υπερεθνικιστικές «κορώνες» και την προκλητική αναθεωρητική ρητορική, επεκτείνοντας τα «σύνορα της καρδιάς» καθώς και αυτά του «Εθνικού Όρκου» (Milli Misak), αφού με αφορμή τη σύγκρουση στη Γάζα, αυτός έχει κάνει επίκληση των ιστορικών δικαιωμάτων της Τουρκίας στην ευρύτερη γεωγραφία της περιφέρειας, κατονομάζοντας τα Βαλκάνια, τον Καύκασο, την Αφρική αλλά και τη Θεσσαλονίκη.
Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, είναι ότι ο Τούρκος πρόεδρος επιθυμεί να επισκεφθεί την ελληνική Θράκη και να έχει επαφές με στελέχη της μουσουλμανικής μειονότητας, κάτι το οποίο έχει πραγματοποιήσει και στο παρελθόν, τα έτη 2004 και 2017.
Τα δικαιώματα της μουσουλμανικής μειονότητας στην ελληνική Θράκη φαίνεται να αποτελούν αντικείμενο της ατζέντας που η Άγκυρα επιδιώκει να περιλάβει στις συζητήσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές. Θυμίζουμε ότι στην τελευταία επίσκεψη του Ερντογάν στην Κομοτηνή τον Δεκέμβριο του 2017, αυτός επιχείρησε να περάσει μηνύματα του τουρκικού αλυτρωτισμού αν και υπήρξε πολύ μικρή συμμετοχή αλλά και μειωμένος ενθουσιασμός από μειονοτικής πλευράς, κάτι που είχε εκνευρίσει τον Τούρκο Πρόεδρο.
Η φημολογούμενη επίσκεψη του Ερντογάν στη Θράκη, έρχεται σε μία περίοδο όπου το τουρκικό Γενικό Προξενείο συνεχίζει τον παρεμβατισμό του έξω από τις διπλωματικές του αρμοδιότητες χρησιμοποιώντας διάφορες εκδηλώσεις, με την εμπλοκή του στις τελευταίες εκλογικές διαδικασίες, την παρουσία διπλωματών σε παράνομους συλλόγους της μειονότητας κ.α.
Το πρώτο βήμα της δημιουργίας ήρεμου κλίματος στο Αιγαίο έχει γίνει με την πρώτη συνάντηση για τα ΜΟΕ στην Άγκυρα, καθώς και με τις υποσχέσεις της τουρκικής πλευράς για έλεγχο των μεταναστευτικών ροών στις επαφές του τουρκικού Υπουργείου Εσωτερικών με το ελληνικό Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου.
Η Άγκυρα χρησιμοποιεί τη στάση αυτή και ως μήνυμα προς την άλλη πλευρά του Ατλαντικού σε συνδυασμό και με την εκβιαστική της τακτική στο θέμα της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ, προκειμένου να πετύχει τη σχετική έγκριση για την προμήθεια των αεροσκαφών F-16.
Συζητώντας με την Άγκυρα θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας, ότι η άνευ προηγουμένου αντιαμερικανική και αντιδυτική στάση του Ερντογάν με αφορμή τις εξελίξεις στη Γάζα κάτι το οποίο έγινε έκδηλο με απροκάλυπτο τρόπο και κατά την επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στο Βερολίνο αλλά και οι δηλώσεις του Τούρκου Αρχηγού Ναυτικών Δυνάμεων, ο οποίος επιτέθηκε στην Ελλάδα επαναφέροντας το θέμα της αποστρατιωτικοποίησης και αμφισβητώντας την ελληνικότητα νησιών στο Αιγαίο αποκαλώντας μάλιστα ως ανεπιθύμητους το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ στη Μαύρη Θάλασσα, επιβεβαιώνουν τον προσανατολισμό της Τουρκίας αλλά και τις προθέσεις της Άγκυρας στα ελληνοτουρκικά.
Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι, η Τουρκία πλέον συμπεριφέρεται αυτοαξιολογούμενη ως μεγάλη περιφερειακή δύναμη, θεωρώντας ανταγωνιστική τη Δύση και το ΝΑΤΟ και διατηρώντας ανοιχτά προς διαπραγμάτευση θέματα τα οποία έχουν σχέση με την εθνική μας κυριαρχία και τα κυριαρχικά μας δικαιώματα.
Η ελληνική πλευρά θα πρέπει να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει προκλητική και αντιδυτική συμπεριφορά του Ερντογάν κατά τις συζητήσεις στο ΑΣΣ ενώ σε περίπτωση επίσκεψής του στη Θράκη, η Αθήνα οφείλει να θέσει όρους αποφυγής προκλητικών – αλυτρωτικών εκφράσεων αφού θεωρείται σίγουρο ότι ο Τούρκος Πρόεδρος θα το επιδιώξει. Η Άγκυρα έχει επίγνωση του γεγονότος ότι η ελληνική μουσουλμανική μειονότητα στην πλειοψηφία της βλέπει τα τελευταία χρόνια με αρνητικό μάτι τη στροφή της ερντογανικής Τουρκίας προς τον ακραίο ισλαμισμό και τον σκοταδισμό.
Επίσης, η Αθήνα, θα πρέπει να θέσει στην τουρκική αντιπροσωπεία το θέμα του παρεμβατισμού του τουρκικού Γενικού Προξενείου στην Κομοτηνή, αφού σε αντίθετη περίπτωση, κάθε στάση ανοχής στον βωμό της αποφυγής διατάραξης του «θερμού» κλίματος, παρέχει αυτόματα στην τουρκική πλευρά το δικαίωμα να συνεχίζει να θέτει θέμα παραβίασης των δικαιωμάτων της μουσουλμανικής μειονότητας, η οποία όχι μόνο ανθεί, αλλά η νεολαία της απολαμβάνει εκπαιδευτικά προνόμια εισαγωγής στα πανεπιστήμια, εις βάρος των λοιπών υποψηφίων.
Δε θα πρέπει σε καμία περίπτωση να δοθεί η εντύπωση προς την τουρκική πλευρά, ότι με αντάλλαγμα το ήρεμο κλίμα στο Αιγαίο, υπάρχει πρόθεση από ελληνικής πλευράς διολίσθησης της συζήτησης στα θέματα που επιδιώκει να περιλάβει η Άγκυρα στην ατζέντα του διαλόγου, καθώς η Ελλάδα διαθέτει την απαραίτητη ισχύ για να υπερασπιστεί τα εθνικά της συμφέροντα σε μία περίοδο μάλιστα όπου οι γεωπολιτικές εξελίξεις βαίνουν ευνοώντας ακόμη περισσότερο τα εθνικά μας θέματα.
*Ο Αντιστράτηγος ε.α. Λάζαρος Καμπουρίδης είναι απόφοιτος της Σχολής Εθνικής Άμυνας, κάτοχος MBA από το Nottinngham Trend University, Πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας & Εθνολογίας του ΔΠΘ, και υποψήφιος Διδάκτορας του Παντείου Πανεπιστημίου, ενώ διετέλεσε μέλος της Ελληνικής Διπλωματικής Αντιπροσωπείας στην Κωνσταντινούπολη την περίοδο 1995-1999, Ακόλουθος Άμυνας στην Ελληνική Πρεσβεία στην Άγκυρα/παράλληλη διαπίστευση στο Μπακού την περίοδο 2013-2017. Είναι συνεργάτης του αμερικανικού Ινστιτούτου αναλύσεων, «Defense & Foreigner Affairs». Αποστρατεύθηκε τον Μάρτιο / 2022. liberal.gr