Έτος o

Δημοσιεύθηκε: Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2022

Ο συνδυασμός των βαλλιστικών με το τουρκικό πυρηνικό πρόγραμμα πρέπει να μας ανησυχεί…

H είδηση της δοκιμής του τουρκικού (Roketsan) βαλλιστικού πυραύλου (εδάφους – εδάφους) Tayfun και η προσβολή στόχου σε απόσταση 561 χιλιομέτρων από το σημείο της εκτόξευσής του, δεν αποτελεί, ή δεν θα έπρεπε να αποτελεί, έκπληξη για την ελληνική πλευρά. Παρόλο που θα πρέπει να τηρηθούν αποστάσεις έως ότου υπάρξουν επίσημες δηλώσεις που θα δεσμεύουν την τουρκική πλευρά, οι πιθανότητες είναι υπέρ του να έχει προχωρήσει η Τουρκία στην απόκτηση τέτοιας επιχειρησιακής ικανότητας, δεδομένης της παρελθούσας συμπεριφοράς της.

Των Στέργιου Θεοφανίδη και Ζαχαρία Μίχα

Ως εξέλιξη ήταν απόλυτα αναμενόμενη. Στη σημερινή δε συγκυρία έχει και εσωτερική πολιτική διάσταση, υπό την έννοια της αντιστάθμισης των δυσμενών εντυπώσεων από την έκβαση των ζητημάτων με τα F-35 και τα F-16. Υπάρχει και η συγκεκαλυμμένη απειλή στις εξέδρες απόληψης κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στις περιοχές που επιθυμεί να αποσπάσει η Τουρκία από άλλες χώρες της περιοχής. Μια Τουρκία δηλαδή, σε ρόλο της λιβανέζικης Χεζμπολάχ που απειλεί τις εξέδρες του Ισραήλ…

Όπως αναφερόταν από το 2017, μετά τους Yildirim και Bora, η Τουρκία είχε προαναγγείλει, όπως παγίως πράττει, την περαιτέρω αναβάθμιση των βαλλιστικών δυνατοτήτων της στον τομέα του πυραυλικού Πυροβολικού και μάλιστα στηριζόμενη σε δικούς της πόρους και αποκλειστικά δικό της ανθρώπινο τεχνικό και επιστημονικό δυναμικό!

Σε ανάλυση που είχε δημοσιεύσει το DP στις 14 Απριλίου 2021 το πρόβλημα του τουρκικού βαλλιστικού προγράμματος είχε τεθεί στη σωστή του βάση. Διότι πολλές απόψεις διατυπώθηκαν και πολλές αναλύσεις ακούστηκαν, το πραγματικό πρόβλημα ασφαλείας που αντιπροσωπεύει όμως δεν είναι ολοκληρωμένο εάν δεν συνδυαστεί με το αντίστοιχο πυρηνικό πρόγραμμα της Τουρκίας και τη δεδομένη επιθυμία της να αποκτήσει και πυρηνικό οπλοστάσιο.

Διότι οι βαλλιστικοί πύραυλοι είναι το μέσο διά του οποίου θα αποκτήσει νόημα το μελλοντικό πυρηνικό της οπλοστάσιο. Αυτό δεν έκανε εξάλλου το Ιράν και σήμερα διαθέτει βαλλιστικό οπλοστάσιο με πυραύλους, το βεληνεκές των οποίων ανέρχεται στα 2.500 χιλιόμετρα;

Αναφερόταν τότε: «Εφόσον τα αναφερόμενα βεληνεκή των περίπου 1000 χλμ., είναι ακριβή (υπάρχει το δυσάρεστο ενδεχόμενα να είναι επίτηδες υποτιμημένα!) τότε το σύνολο σχεδόν της ελληνικής επικράτειας είναι εντός βεληνεκούς, με τους εκτοξευτές να βρίσκονται περίπου στο ύψος του Αφιόν Καραχισάρ. Η εύρεση αυτών των εκτοξευτών θα είναι μια ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση, όπως έδειξε και η αντίστοιχη προσπάθεια των Αμερικανών στον πρώτο πόλεμο του Κόλπου να βρουν και να καταστρέψουν τους ιρακινούς Scud».

Και συμπληρωνόταν: «Γενικά λοιπόν η Τουρκία διαθέτει ένα μεγάλο αριθμό τακτικών βαλλιστικών πυραύλων (Tactical Ballistic Missile) και έναν σχετικά ικανό αριθμό βαλλιστικών πυραύλων θεάτρου επιχειρήσεων (Theater Ballistic Missile – TBM), και ειδικότερα του τύπου των Short Range Ballistic Missile – SRBM.

»Γίνεται λοιπόν φανερό ότι η ανάπτυξη πυραύλων με μεγαλύτερο βεληνεκές (άνω των 1000 χλμ., οπότε πλέον μιλάμε για Medium Range Ballistic Missiles – MRBMs ή ακόμα και παραπάνω) δεν στοχεύει στη Ελλάδα, η οποία όπως είδαμε «καλύπτεται» ήδη από τα υπάρχοντα συστήματα (τα υπό ανάπτυξη αντίστοιχα με βεληνεκές 1000+ χλμ., απλά θα δώσουν τη δυνατότητα στην Τουρκία να τα χρησιμοποιήσει από θέσεις βαθιά στην Ανατολία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην ικανότητά μας να τα βρούμε και να τα καταστρέψουμε)».

Η προβληματική ελληνική στάση
Η Ελλάδα προτίμησε να αδιαφορήσει απέναντι σε αυτές τις εξελίξεις. Επέλεξε συνειδητά να τις αγνοήσει και να επιστρέψει μετά από αποχή 15 τουλάχιστον ετών, στις πάγιες εξοπλιστικές της πρακτικές. Από την άλλη πλευρά αυτές τις επιλογές υποστήριξαν έμμεσα ή άμεσα ακόμη και μέσα ενημέρωσης επικεντρωμένοι στα αμυντικά ζητήματα, ακόμη και ακαδημαϊκοί που επιχείρησαν κατ’ επανάληψη να μειώσουν την αξία και την αποτρεπτική ισχύ όπλων όπως το SCALP -EG ή ακόμα και τη ναυτική έκδοση, το SCALP Naval. Διότι δεν πέρασε πολύς καιρός που οι Τούρκοι μας υπενθύμισαν ποια είναι η πραγματική σημασία αυτών των συστημάτων.

Μέχρι σήμερα και παρά το γεγονός ότι υπάρχει γνώση όσων γίνονται στην Τουρκία στο χώρο της ανάπτυξης και παραγωγής όπλων όλων των ειδών και κατηγοριών, εκδηλώνεται από την πολιτική και τη στρατιωτική ηγεσία μία ανεξήγητη ολιγωρία στην αναβάθμιση του ελληνικού πυραυλικού Πυροβολικού. Του πυροβολικού δηλαδή με βεληνεκές πέραν των 150 χιλιομέτρων.

Μέχρι σήμερα και παρά το γεγονός ότι υπάρχει γνώση όσων γίνονται στην Τουρκία στον τομέα της αυτόνομης -αν και με κινεζική τεχνολογία στα αρχικά τουλάχιστον στάδια- ανάπτυξης πυραυλικής τεχνολογίας, η Ελλάδα αρνήθηκε, χωρίς καμία λογική εξήγηση, ακόμη και την εγκατάσταση εκτοξευτών SYLVER A70 στις νέες φρεγάτες Belharra FDI HN που θα ναυπηγηθούν στη Γαλλία! Αρνήθηκε δηλαδή επί της ουσίας, οποιαδήποτε μελλοντική προοπτική αξιοποίησης του SCALP Naval. Αυτό δεν δείχνει συνειδητοποίηση της πραγματικής διάστασης της απειλής που αντιπροσωπεύει και του τρόπου αντιμετώπισης του βαλλιστικού οπλοστασίου της Τουρκίας.

Έστω ότι πετυχαίναμε kill ratio 90%…
Ας δεχθούμε εν είδει υπόθεσης εργασίας, ότι σε περίοδο ελληνοτουρκικής σύγκρουσης εκτοξεύονται 100 βαλλιστικοί πύραυλοι εναντίον της Ελλάδας, με στόχο κρίσιμες υποδομές. Ας υποθέσουμε επίσης, ότι η Ελλάδα διαθέτει άρτιο σύστημα αντιβαλλιστικής άμυνας και εξουδετερώνει το 90% της απειλής. Συνειδητοποιούμε άραγε ότι οι 10 που θα περάσουν μπορούν να προκαλέσουν τρομακτική οικονομική ή/και στρατιωτική ζημιά στη χώρα, στοχεύοντας στην έναρξη του πολέμου την εξουδετέρωση στοιχείων της ελληνικής άμυνας για τα οποία σήμερα κομπάζουμε; Άρα στόχος είναι οι βαλλιστικοί πύραυλοι ΝΑ ΜΗΝ ΕΚΤΟΞΕΥΤΟΥΝ ΠΟΤΕ.

Για να εξουδετερώσεις τη συγκεκριμένη απειλή δεν αρκούν οι αμυντικές δυνατότητες. Δεν μπορείς να αποτρέψεις τη χρήση βαλλιστικών από τον αντίπαλο μόνο με αμυντικά συστήματα. Απαιτούνται αξιόπιστες (αντ)επιθετικές δυνατότητες, ώστε στον υπολογισμό κόστους-οφέλους του αντιπάλου να βαρύνει η δυνητική ζημιά στις δικές του κρίσιμες υποδομές.

Γι’ αυτό το DP θα συνεχίσει να θέτει με κάθε έμφαση το ζήτημα της πλημμελούς προτεραιοποίησης των απειλών και την αντίστοιχη διάθεση εξοπλιστικών κονδυλίων κατά αυστηρή προτεραιότητα. Γι’ αυτό πάντα επέμενε στην ανάγκη να δοθεί έμφαση στα όπλα και όχι στις πλατφόρμες, πέραν του να μη δημιουργηθεί αίσθηση «παραθύρου ευκαιρίας» στον αντίπαλο.…


Η ακτίνα των 560 χιλιομέτρων του Tayfun απεικονίζεται με αυτές τις κόκκινες γραμμές. Από την Αττάλεια (νότια), τη Σμύρνη και το Τσανάκαλε (βόρεια), καλύπτεται όλη η ηπειρωτική Ελλάδα. Με ό,τι αυτό συνεπάγεται για στρατιωτικές εγκαταστάσεις, αεροδρόμια, λιμάνια, σιδηροδρομικούς σταθμούς, γέφυρες, οδικές αρτηρίες, παραγωγικές μονάδες και μονάδες παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας…

Μέχρι σήμερα και παρά το γεγονός ότι υπάρχει γνώση όσων συντελούνται στην Τουρκία στο τομέα της ανάπτυξης και παραγωγής πυραύλων οριζόντιας πλεύσης (οικογένεια SOM), των κατευθυνόμενων βομβών και πυραύλων, των περιφερόμενων πυρομαχικών και των UAV, η Ελλάδα επιμένει να μην αναθέτει προγράμματα ανάπτυξης χαμηλού ρίσκου και κόστους, UAV, Drones και περιφερόμενων πυρομαχικών, σε ελληνικές εταιρείες.

Με λίγα λόγια, ενώ και η πολιτική και η στρατιωτική ηγεσία στην Ελλάδα γνωρίζουν τις προσπάθειες που γίνονται απέναντι εδώ και πολλά χρόνια, περί άλλων τυρβάζουν, εθισμένοι άπαντες στον ρόλο του πελάτη… και μάλιστα με νοοτροπία εμιράτων και σεϊχάτων του Κόλπου μιας άλλης εποχής. Διότι σήμερα για να πουλήσεις σε αυτές τις χώρες πρέπει να γονατίσεις μπροστά στην τοπική αμυντική βιομηχανία…

Άρα, η Ελλάδα δεν έχει αναπτύξει δυνατότητα να απειλήσει με συντριπτικά ανταποδοτικά πλήγματα την Τουρκία, στο πλαίσιο μιας μεταφοράς της λογικής Αμοιβαίως Εξασφαλισμένης Καταστροφής (MAD: Mutual Assured Destruction) που ήταν στο επίκεντρο της συζήτησης περί πυρηνικής αποτροπής κατά τον Ψυχρό Πόλεμο..

Αυτή η φιλοσοφία ισχύει σε έναν βαθμό και στον τομέα προβολής ισχύος με συμβατικά όπλα. Όσο ισχυρή Πολεμική Αεροπορία κι αν αποκτήσει η Ελλάδα, δεν θα μπορέσει να την αξιοποιήσει επιθετικά εναντίον στρατιωτικών εγκαταστάσεων και παραγωγικών υποδομών, πολλώ δε μάλλον όταν δεν φροντίζει να αποκτήσει κατά προτεραιότητα, από ατρακτίδια στοχοποίησης για την καθοδήγηση βομβών λέιζερ (LGB), μέχρι όπλα μακρού πλήγματος, υψηλής ακρίβειας.

Όση άμυνα και να «παίξει» με τους Meteor και τους AIM-120C των Rafale και F-16 αντίστοιχα, δεν θα κατορθώσει να σταματήσει όλες τις τουρκικές επιθέσεις. Μπορούν οι Τούρκοι να επιτεθούν με «καταιγίδα» βαλλιστικών πυραύλων κατά μιας ελληνικής Μοίρας π.χ. F-35 στο έδαφος, οπουδήποτε στην Ελλάδα, στην αρχή μιας επίθεσης;

Το ίδιο ισχύει και για το Πολεμικό Ναυτικό. Ακόμα και αν εξαντλήσει το απόθεμα των πυραύλων ASTER 30 που θα αποκτήσει, εκτοξεύοντάς τους εναντίον των εκατοντάδων τουρκικών βαλλιστικών πυραύλων (αν δεν εξαπολυθούν εναντίον τουρκικού σμήνους UAV που θα απειλούν τα κορυφαία μας πλοία, ενώ παράλληλα υποτιμούμε αδικαιολόγητα τη σημασία του ηλεκτρονικού πολέμου…), σημαντικός αριθμός θα περάσει, πλήττοντας στόχους στην ηπειρωτική Ελλάδα.

Αν δεν έχει στη διάθεσή του όπλα όπως το SCALP Naval και άλλα πυραυλικά συστήματα, δεν μπορεί να ορθώσει απέναντι στην Τουρκία ένα ολοκληρωμένο σύστημα – τείχος αποτροπής. Να γνωρίζει δηλαδή η Τουρκία με βεβαιότητα εξαρχής, ότι σε περίπτωση που κινηθεί, η Ελλάδα δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να πράξει το ίδιο. Εάν υποτεθεί ότι οι αρχικές επιθέσεις δεν θα στοχεύουν και στην εξουδετέρωση τέτοιων ελληνικών επιθετικών δυνατοτήτων.

Εν κατακλείδι και σε ό,τι αφορά στον ελληνικό Στρατό, πολλά είναι αυτά που πρέπει να υλοποιηθούν για την επιχειρησιακή αναβάθμιση όλων των Όπλων του Κλάδου. Υψηλή προτεραιότητα όμως, είναι η αναβάθμιση του πυραυλικού Πυροβολικού μέσου βεληνεκούς, δηλαδή με πυραύλους που έχουν δυνατότητα προβολής στόχων σε αποστάσεις 300 τουλάχιστον χιλιομέτρων. Κανονικά, τέτοια πυραυλικά συστήματα θα έπρεπε να εξοπλίζουν τα μεγαλύτερα νησιά του κεντρικού και ανατολικού Αιγαίου, ώστε η αποτρεπτική απειλή στις τουρκικές κρίσιμες υποδομές, πολιτικές και στρατιωτικές, να είναι αξιόπιστη.

Η Ελλάδα δεν χρειάζεται καν να απευθυνθεί στις ΗΠΑ για να αγοράσει τέτοια όπλα, εάν υποτεθεί πως ενίστανται στη μεταφορά τους στα νησιά, ή να θέσει ως προϋπόθεση προμήθειας αυτή την ουσιώδη στρατηγική παράμετρο. Μια προφανής επιλογή είναι το Ισραήλ. Η Τουρκία άραγε αυτό θα έκανε ή απλώς θα αγόραζε και θα διαμήνυε προς όλους να μην ασχολούνται με το πως θα αξιοποιήσει τα συστήματα;

Λύσεις όμως και μάλιστα στο μισό κόστος βρίσκονται και στη Νότια Κορέα, με την οποία προσφάτως υπεγράφη Μνημόνιο Συνεργασίας και στη Σερβία που έχει αναπτύξει και έχει τη δυνατότητα παραγωγής πλειάδας βαλλιστικών όπλων. Η δε εμπλοκή των ΗΑΕ στη σερβική αμυντική βιομηχανία δημιουργεί νέα δεδομένα. Στόχος είναι να περάσει ξεκάθαρο μήνυμα ότι η Ελλάδα αντιλαμβάνεται τη φύση της απειλής και δεν σκοπεύει να την υποτιμήσει. Αρκεί να τολμήσει.

Εάν οι ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις δεν εξοπλιστούν το ταχύτερο δυνατό, με όπλα ικανά να απειλούν αξιόπιστα με συντριπτικά στρατιωτικά, οικονομικά – παραγωγικά ανταποδοτικά πλήγματα τον αντίπαλο, αργά ή γρήγορα θα βρεθεί μπροστά στο αδιέξοδο της υποταγής στις διεκδικήσεις και τους εκβιασμούς της. Σε διαφορετική περίπτωση, η ελληνική άμυνα, παρά τις δαπάνες δισεκατομμυρίων ευρώ, δεν θα μπορέσει να αποτρέψει την καταστροφή. Να πείσει δηλαδή τον αντίπαλο να μην το αποτολμήσει καν.

Πηγή: defence-point.gr


ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
×