Έτος o

Δημοσιεύθηκε: Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2025

Συνάντηση Τζολάνι-Ερντογάν: Πατάει γερά πόδι στη Συρία ο Ερντογάν

Ευαγγελία Μπίφη

HΆγκυρα αδιαμφισβήτητα έχει πλέον έναν φίλο στη Δαμασκό και αρχίζει να δρέπει τους καρπούς από την πτώση Άσαντ, παρά ταύτα αυτό δεν σημαίνει πως το νέο συριακό καθεστώς μπορεί να αγνοήσει άλλους δρώντες ώστε να καταστεί από την Τουρκία ένα πλήρως ελεγχόμενο όργανο.

Μένει τις επόμενες ώρες και ημέρες να διαφανεί τι συζητήθηκε και δεν ειπώθηκε κατά τη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησαν από κοινού οι Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και Αχμέντ αλ-Σάρα κατόπιν της συνάντησής τους στο προεδρικό στην Άγκυρα. Εκείνο που όλοι περίμεναν και δεν ακούστηκε ήταν οι αμυντικές συμφωνίες που φέρονταν να κυοφορούνται, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρξε συμφωνία.

Οι πληροφορίες έκαναν λόγο για τη δημιουργία δύο τουρκικών βάσεων στη Συρία, την εκπαίδευση του συριακού στρατού και των πιλότων του από τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις, τη στάθμευση στη Συρία τουρκικών μαχητικών μέχρι την δημιουργία συριακής πολεμικής αεροπορίας και τη χρήση από την Τουρκία του συριακού εναέριου χώρου για στρατιωτικούς σκοπούς.

Κυκλοφορούσαν επίσης πληροφορίες ότι η Δαμασκός ζητούσε από την Άγκυρα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ραντάρ, συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου και άλλα συστήματα ασφαλείας για να τα χρησιμοποιήσει στα σύνορα με το Ισραήλ. Τι από όλα αυτά «κλείδωσε» θα φανεί μάλλον στην πράξη.

Το Κουρδικό ήταν το θέμα που κυριάρχησε στις δηλώσεις του Ερντογάν και προφανώς στη συνάντησή του με τον Αλ Σάρα -δεδομένης της απόλυτης προτεραιότητας που δίνει σε αυτό η Τουρκία. Στόχος της Άγκυρας στη Συρία είναι η εκρίζωση του αυτόνομου κουρδικού παράγοντα.

Η παρουσία στη βόρεια Συρία των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF) -βασικός κορμός των οποίων είναι η κουρδική πολιτοφυλακή YPG (Δυνάμεις Προστασίας του Λαού), την οποία συνδέουν με την «τρομοκρατία» του PKK- εκλαμβάνεται ως ζωτική απειλή από την Τουρκία.

Απέναντί της ωστόσο βρίσκει τις Ηνωμένες Πολιτείες που στηρίζουν με τη στρατιωτική τους παρουσία στη Συρία τους Κούρδους ως ανάχωμα στο Ισλαμικό Κράτος, ενώ στην εξίσωση υπεισέρχεται και το Ισραήλ, το οποίο και δημοσίως, διά στόματος του υπουργού Εξωτερικών Γκιντεόν Σάαρ, έχει χαρακτηρίσει τους Κούρδους, μαζί με τους Δρούζους, ως «φυσικό σύμμαχό» του στη Μέση Ανατολή.

Πίσω από αυτό το τρίγωνο Ηνωμένων Πολιτειών, Ισραήλ και Κούρδων στην περιοχή, η Τουρκία διαβλέπει έναν θανάσιμο κίνδυνο για τη δική της εδαφική ακεραιότητα, αν και το ενδεχόμενο μίας νέας εισβολής στη βόρεια Συρία έχει απομακρυνθεί.

«Λύση» διά του Αχμέντ αλ Σάρα δείχνει πλέον να επιδιώκει η Άγκυρα για την αποτροπή οποιοδήποτε ενδεχόμενου αυτόνομης κουρδικής οντότητας μέσω διάλυσης και αφοπλισμού των SDF, ενώ ακόμη περιμένει δείγματα γραφής από την προεδρία Τραμπ ως προς τι προτίθεται να πράξει αναφορικά με την τουρκική απαίτησή -και μόνιμο πεδίο τριβής με την απελθούσα διακυβέρνηση Μπάιντεν- να αποσυρθούν οι περίπου 2.000 Αμερικανοί στρατιώτες που σταθμεύουν στη βόρεια Συρία -εκεί όπου κρατούνται χιλιάδες τζιχαντιστές στις φυλακές που χρηματοδοτούν οι ΗΠΑ και φυλάσσουν κουρδικές δυνάμεις.

Εκ μέρους Τραμπ είναι διφορούμενα τα μηνύματα που έχουν σταλεί ως προς την αμερικανική παρουσία στη Συρία, εξ ου και αντιμετωπίστηκαν συγκρατημένα στην Άγκυρα οι πρόσφατες πληροφορίες που είχαν έλθει από ισραηλινό δίκτυο και έφεραν ανώτερους αξιωματούχους του Λευκού Οίκου να έχουν διαμηνύσει σε Ισραηλινούς συναδέλφους τους πως ο Ντόναλντ Τραμπ προτίθεται να αποσύρει τη στρατιωτική δύναμη.

Ο ίδιος ο Τραμπ ακολούθως δήλωσε άγνοια περί των πληροφοριών αναφέροντας πως οι ΗΠΑ «θα αποφανθούν» ως προς τι θα πράξουν και επαναλαμβάνοντας πως το «χάος» της Συρίας δεν είναι δικό τους. Το «χάος» όμως στο οποίο αναφέρεται και μία Τουρκία που καταλαμβάνει το χώρο που αφήνει το Ιράν αφορά τον στενότερό τους σύμμαχο, το Ισραήλ, και προφανώς θα βρέθηκε μεταξύ των όσων τέθηκαν επί τάπητος κατά τη χθεσινή συνάντηση των Ντόναλντ Τραμπ και Μπενιαμίν Νετανιάχου στην Ουάσινγκτον.

«Συζητήσαμε τα βήματα που πρέπει να ληφθούν κατά της αυτονομιστικής τρομοκρατικής οργάνωσης στη βορειοανατολική Συρία και των υποστηρικτών της», δήλωσε ο Τούρκος πρόεδρος αναφερόμενος στην κουρδική πολιτοφυλακή YPG. Τόνισε επίσης την ετοιμότητα της Τουρκίας να παράσχει στη Συρία την απαραίτητη υποστήριξη στο θέμα αυτό, εκφράζοντας την ικανοποίησή του «για την ισχυρή βούληση του αδελφού Αλ Σάρα στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας».

Προϋπόθεση σε κάθε περίπτωση για τους τουρκικούς σχεδιασμούς είναι να διατηρηθεί η εδαφική ακεραιότητα της Συρίας και να μην ανοίξει χώρος για διεκδικήσεις αυτονομίας. Αυτό πρόταξε στη συνέντευξη Τύπου ο Ταγίπ Ερντογάν, υπογραμμίζοντας: «Η πολιτική μας έναντι της Συρίας βασιζόταν πάντα στη διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας και της ενότητας της χώρας αυτής. Σήμερα, είχαμε μια ειλικρινή συνάντηση με βάση αυτή την αρχή. Αξιολογήσαμε τα βήματα που πρέπει να γίνουν από κοινού».

Ο Αλ Σάρα έχει δώσει δεσμεύσεις, που μένει να αποδειχθούν στην πράξη, περί μίας «διευρυμένης μεταβατικής κυβέρνησης, που θα είναι αντιπροσωπευτική της συριακής ποικιλομορφίας και θα αναλάβει να οικοδομήσει τους θεσμούς της νέας Συρίας» για να οδηγηθεί η χώρα σε εκλογές σε «τέσσερα έως πέντε χρόνια» από σήμερα, λέγοντας ότι η κατάσταση των υποδομών της χώρας δεν το επιτρέπει νωρίτερα.

Κατά τον ίδιο, οι SDF δηλώνουν έτοιμες να ενταχθούν στον υπό σύσταση συριακό στρατό της κεντρικής κυβέρνησης, υπάρχουν όμως ακόμη κάποιες διαφωνίες για «μερικές λεπτομέρειες» -αρκετά σημαντικές, όπως επισημαίνουν αναλυτές, για παράδειγμα αν θα προβλέπεται μία αποκεντρωμένη διοικητική διάρθρωση της χώρας ή αν οι κουρδικές δυνάμεις θα αποτελούν ξεχωριστό σώμα του συριακού στρατού με δική του διοίκηση. Ο βαθμός αυτονομίας τους είναι κάθε άλλο παρά «λεπτομέρεια» για την Άγκυρα, και μένει να διαφανεί πώς θα χειριστεί εν τέλει το ζήτημα ο Αχμέντ αλ Σάρα, ευρισκόμενος υπό το αυστηρό βλέμμα του Ερντογάν.

Στον Ερντογάν εξάλλου οφείλει πολλά και αυτό φάνηκε στις δικές του δηλώσεις, όταν τόνισε ότι επιθυμεί να μετατρέψει τις συρο-τουρκικές σχέσεις σε μια «βαθιά στρατηγική συνεργασία» και ευχαρίστησε τον Τούρκο πρόεδρο για τη στήριξή του.

Η πρόσβαση σε «χρυσά» συμβόλαια στο μεγάλο πρότζεκτ της ανοικοδόμησης της Συρίας είναι έτερη σημαντική στόχευση της Τουρκίας προς ενίσχυση της οικονομίας της -και προς ανάθεση συμβολαίων στους στενούς συμμάχους Ερντογάν στον κατασκευαστικό τομέα. Σε συνέντευξή του στον τουρκικό Τύπο πριν φθάσει στην Άγκυρα, ο Αλ Σάρα είχε υποσχεθεί να δώσει προτεραιότητα στις τουρκικές εταιρείες για την ανοικοδόμηση της Συρίας.

Ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών έχει ήδη αυξηθεί από τον Δεκέμβριο κατά περισσότερο από 35%. «Από την 1η έως την 25η Ιανουαρίου του 2024, οι εξαγωγές μας προς τη βόρεια Συρία ανήλθαν σε 161 εκατ. δολάρια, ενώ τις πρώτες 25 ημέρες του τρέχοντος έτους, οι εξαγωγές μας έφτασαν ήδη τα 219 εκατ. δολάρια», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο Τούρκος υπουργός Εμπορίου Ομέρ Μπολάτ.

Στο εσωτερικό μέτωπο, την ίδια στιγμή, ο Ταγίπ Ερντογάν έχει να προβάλλει και τους επαναπατρισμούς Σύρων προσφύγων -άνω των τριών εκατομμυρίων κατέφυγαν στη χώρα εν μέσω του εμφυλίου- για να εκτονώσει τις αντιδράσεις ψηφοφόρων και παράλληλα να κάμψει την κριτική από πολιτικούς αντιπάλους. «Καθώς επιταχύνεται η οικονομική ανάπτυξη της Συρίας, οι εθελοντικές επιστροφές θα αποκτήσουν επίσης δυναμική» προέβλεψε, υποσχόμενος στήριξη για την ανοικοδόμηση της χώρας και ζητώντας την άρση των διεθνών κυρώσεων.

Κοιτώντας τη μεγάλη εικόνα, μέσα από τη Συρία περνά η ενίσχυση της προβολής της Τουρκίας ως περιφερειακή δύναμη με την κατάλληλη «εξαργύρωση» στο διπλωματικό πεδίο έναντι των μεγάλων «χαμένων» Ρωσίας και Ιράν, αλλά και έναντι Αμερικανών και Ευρωπαίων. Σαφώς το βλέμμα της ήταν και παραμένει καρφωμένο στην Ανατολική Μεσόγειο - χωρίς να είχαν προϋπάρξει πάντως πληροφορίες πως στη χθεσινή συνάντηση επρόκειτο να τεθεί το ζήτημα που έχει διακινηθεί από την Άγκυρα περί δρομολογούμενης συμφωνίας για την οριοθέτηση ζωνών θαλάσσιας δικαιοδοσίας στο μοτίβο του παράνομου τουρκο-λιβυκού μνημονίου.

Πρώτα Σαουδική Αραβία και μετά Τουρκία

Της συνάντησης στο προεδρικό μέγαρο στην Άγκυρα είχαν προηγηθεί -σε χρόνο ρεκόρ μετά την πτώση Άσαντ- οι διαδοχικές επισκέψεις του αρχηγού της ΜΙΤ, Ιμπραχίμ Καλίν, και του επικεφαλής διπλωματίας Χακάν Φιντάν, στη Συρία των «μετα-τζιχαντιστών». Πρώτος σταθμός του Αχμέντ αλ Σάρα με την ιδιότητα του μεταβατικού προέδρου δεν ήταν πάντως η Άγκυρα αλλά η Σαουδική Αραβία του συμμάχου των Ηνωμένων Πολιτειών πρίγκιπα διαδόχου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν.

Η διεθνής αναγνώριση και η άρση των δυτικών οικονομικών κυρώσεων που επιζητά το νέο συριακό καθεστώς είναι διαδρομές που περνούν μέσω από το λίφτινγκ στο προφίλ του Αλ Τζολάνι και την «επιστροφή» στο πραγματικό του όνομα του, Αχμέντ αλ Σάρα, την αποστασιοποίηση από τα έργα και τις ημέρες της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ (HTS) ως παρακλάδι της Αλ-Νούσρα, και διακηρύξεις για μία ενωμένη και συμπεριληπτική Συρία με προστασία των εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων.

Η επιλογή της Σαουδικής Αραβίας από τον Αλ Σάρα για το πρώτο ταξίδι του στο εξωτερικό υπογραμμίζει τη βαρύτητα που αποδίδει το νέο καθεστώς στο Ριάντ στην προσπάθεια νομιμοποίησής του, εδραίωσης στην περιφερειακή σκηνή και εξασφάλισης οικονομικής στήριξης από τις πλούσιες αραβικές χώρες στην επόμενη ημέρα. Είχε προηγηθεί μάλιστα η επίσκεψη στη Δαμασκό του εμίρη του Κατάρ, στα κεφάλαια του οποίου προσβλέπει το νέο συριακό καθεστώς. Επέλεξε ουσιαστικά, κατά τους αναλυτές, ο Αλ Σάρα το Ριάντ για να είναι σίγουρος πως η Σαουδική Αραβία γνωρίζει και αντιλαμβάνεται τη σημασία που της αποδίδει η «νέα» Συρία.

Κατά τις συνομιλίες του με τον Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, ο Αλ Σάρα τόνισε τη δυνατότητα της Σαουδικής Αραβίας να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στις προσπάθειες ανασυγκρότησης και ανάπτυξης της Συρίας, επισημαίνοντας πως η συνομιλία κατέδειξε πως το Ριάντ έχει «γνήσια επιθυμία να υποστηρίξει τη Συρία στην οικοδόμηση του μέλλοντός της».

Είχε προηγηθεί η επίσκεψη του Σαουδάραβα ΥΠΕΞ στη Δαμασκό, πρίγκιπα Φαϊζάλ μπιν Φαρχάν, ο οποίος δήλωσε ότι η χώρα του βρίσκεται σε διάλογο με την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες για να συμβάλει στην άρση των οικονομικών κυρώσεων.

Η επίσκεψη Αλ Σάρα στο Ριάντ αντικατοπτρίζει τη ριζική μεταστροφή ως προς την ευθυγράμμιση και τις μελλοντικές σχέσεις της χώρας μακριά από την «υποταγή» του ανατραπέντος καθεστώς στην Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν. Υπήρχε επιπλέον και μία σημειολογία ιδιαίτερης βαρύτητας στο ταξίδι του αυτό: Ο Αχμέντ αλ Σάρα γεννήθηκε πριν από 43 χρόνια στο Ριάντ.

Πηγή: liberal.gr


ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
×