Η εικοσαετής ιρανο-ρωσική συμφωνία στρατηγικής και αμυντικής συνεργασίας που υπογράφτηκε στις 17/01/25 από τους προέδρους Πεζεσκιάν και Πούτιν αποτελεί ακόμη ένα γεγονός τεκτονικής σημασίας της τρέχουσας γεωπολιτικής συγκυρίας για τους εξής λόγους.
Πρώτον, θεμελιώνεται έτι περαιτέρω το ενιαίο σύμπλοκο των χερσαίων ευρασιατικών δυνάμεων, σε συνδυασμό με την εικοσαετή συμφωνία ενεργειακής και οικονομικής συνεργασίας που υπέγραψε το Ιράν με την Κίνα το 2020 όπως και την περσινή είσοδο του Ιράν στο συνασπισμό των BRICS, σε οικονομικό, πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο. Συγκεκριμένα, το σύμπλοκο αυτό διαθέτει πακτωλό φυσικών πόρων, απεριόριστο εργατικό δυναμικό, καθώς και τεχνολογική και οικονομική κυρίαρχη αθροιστικά ισχύ, σύμφωνα με διάφορους σχετικούς ενδείκτες, ενώ γεωγραφικά η επιρροή του απλώνεται στο μεγαλύτερο τμήμα της Ευρασίας.
Παράλληλα, συνδέονται στενά με το σύμπλοκο αυτό, αν και δεν περιλαμβάνονται – ακόμη – στο σκληρό πυρήνα του, και έτεροι σημαίνοντες δρώντες του ευρασιατικού συστήματος, όπως η Ινδία στο οικονομικό και η Βόρεια Κορέα στο στρατιωτικό πεδίο. Η δε Ινδία ειδικότερα αποτελεί, επίσης, ένα από τα πρώτα και κυριότερα μέλη των BRICS, ενώ τηρεί άριστες σχέσεις και εκτεταμένη συνεργασία τόσο με τη Ρωσία όσο και με το Ιράν.
Το πανίσχυρο αυτό γεωπολιτικό σύμπλοκο, ακόμη κι αν θεαθεί ως μια «χαλαρή» συνομοσπονδία μεταξύ των ανωτέρω δυνάμεων του ανατολικού ημισφαιρίου, διέπεται συνολικά από μια δυναμική ευρύτερη από αυτή της πάλαι ποτέ Ρωσικής Αυτοκρατορίας και της μετέπειτα Σοβιετικής Ένωσης, και δύναται να αποτελέσει κατά την ομολογία εξεχόντων γεωπολιτικών αναλυτών την πρώτη υπέρ-υπερδύναμη (hyperpower) της ιστορίας.
Διαβάστε τη συνέχεια στο slpress.gr