Δημοσιεύθηκε: Παρασκευή 7 Ιανουαρίου 2022

Τα πυρηνικά όπλα του Ισραήλ και η εμπλοκή του Κίσινγκερ – Πώς κατασκευάστηκαν και πόσα είναι (ΠΟΛΥ ΚΑΛΟ)

Τσιλιόπουλος Ευθύμιος

Το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων του Ισραήλ είναι τουλάχιστον ομιχλώδης. Οποιαδήποτε επίσημη αναγνώριση του πυρηνικού προγράμματος θα μπορούσε να διαταράξει την ισορροπία στην περιοχή, υποκινώντας τη διάδοση των πυρηνικών όπλων στη Μέση Ανατολή. Από την “γέννησή” του το 1948, το Ισραήλ, για να αντιμετωπίσει τις απειλές με το μικρό του μέγεθος, αποφάσισε να προχωρήσει στη “λύση Σαμψών”. Όπως ο βιβλικός πρόγονος, αποφάσισε ότι αν πρόκειται να χαθεί στα χέρια των εχθρών του ήταν προτιμότερο να διακηρύξει το «αποθανέτω ή ψυχή μου μετά των αλλοφύλων».

Η αδιαφάνεια καθιστά δύσκολη την αποτίμηση των πυρηνικών δυνατοτήτων του Ισραήλ, αλλά τα ιστορικά αρχεία παρέχουν κάποια στοιχεία. Σε αποχαρακτηρισμένο υπόμνημα (Ιούλιος 1969) προς τον πρόεδρο Νίξον, ο υπουργός Εξωτερικών Κίσινγκερ έκανε σαφές ότι όταν αγόραζε το Ισραήλ αεροσκάφη Phantom, δεσμεύτηκε «να μην είναι το πρώτο που θα εισαγάγει πυρηνικά όπλα στην Εγγύς Ανατολή». Ωστόσο, το Ισραήλ ερμήνευσε το «εισάγω» ότι θα μπορούσε να κατέχει πυρηνικά όπλα εφόσον δεν τα δοκιμάσει και αναπτύξει επιχειρησιακά.

Η ανωτέρω ερμηνεία παραμένει βασικό στοιχείο της ισραηλινής πολιτικής. Όταν το 2011 ζητήθηκε από το Νετανιάχου να δηλώσει ότι το Ισραήλ δεν διαθέτει πυρηνικά όπλα, απάντησε: «Η πολιτική μας είναι να μην είμαστε οι πρώτοι που θα εισάγουν πυρηνικά όπλα στη Μέση Ανατολή»! Πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι η πολιτική αδιαφάνειας του Ισραήλ θα αλλάξει εάν κάποια χώρα στην περιοχή (βλέπε Ιράν) αποκτήσει πυρηνικά όπλα.

Για να αποτρέψει κάτι τέτοιο, το Ισραήλ επεμβαίνει στα πυρηνικά προγράμματα γειτονικών του χωρών με προληπτικά πλήγματα. Στις 7 Ιουνίου 1981, το Ισραήλ κατέστρεψε τον αντιδραστήρα Osiraq του Ιράκ. Στις 6 Σεπτεμβρίου 2007, ισραηλινά μαχητικά βομβάρδισαν την πυρηνική εγκατάσταση al-Kibar στο Deir al-Zour της Συρίας, πράγμα που το Ισραήλ παραδέχτηκε μια δεκαετία αργότερα. Οι δολοφονίες Ιρανών πυρηνικών επιστημόνων είναι μέρος αυτής της πολιτικής.

Αποφασιστικότητα δεκαετιών

Η ενασχόληση του Ισραήλ με την πυρηνική τεχνολογία ξεκινά το 1948. Πολλοί Εβραίοι επιστήμονες μετανάστευσαν στην Παλαιστίνη κατά τις δεκαετίες 1930 και του 1940, ανάμεσα τους ο Ερνστ Ντέβιντ Μπέργμαν, ο οποίος έγινε διευθυντής της Ισραηλινής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας και ιδρυτής των προσπαθειών για πυρηνικά όπλα. Ο Μπέργκμαν, στενός φίλος και σύμβουλος του πρώτου πρωθυπουργού, Ντέιβιντ Μπεν-Γκουριόν, πίστευε ότι η πυρηνική ενέργεια μπορούσε να αντισταθμίσει τους φτωχούς φυσικούς πόρους και τη μικρή δεξαμενή στρατευσίμων του Ισραήλ.

Ισραηλινοί επιστήμονες εξερεύνησαν την έρημο Νεγκέβ για κοιτάσματα ουρανίου. Μέχρι το 1950, βρήκαν κοιτάσματα χαμηλής ποιότητας κοντά στη Βερσίβα και τη Σιδώνα και εργάστηκαν σε μια μέθοδο παραγωγής βαρέος ύδατος χαμηλής ισχύος. Το νεοσύστατο Ινστιτούτο Επιστήμης Weizmann υποστήριξε ενεργά την πυρηνική έρευνα από το 1949. Φοιτητές πήγαν στο εξωτερικό για να σπουδάσουν πυρηνική μηχανική και φυσική με έξοδα του κράτους. Το Ισραήλ ίδρυσε κρυφά τη δική του Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας το 1952 και την έθεσε υπό τον έλεγχο του Υπουργείου Άμυνας. Τα θεμέλια ενός πυρηνικού προγράμματος είχαν τεθεί.

Το 1949, ο πυρηνικός φυσικός Φρανσίς Περίν, μέλος της Γαλλικής Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας και φίλος του Μπέργκμαν επισκέφτηκε το Ινστιτούτο Weizmann. Προσκάλεσε Ισραηλινούς επιστήμονες στη νέα γαλλική πυρηνική ερευνητική εγκατάσταση στο Saclay. Στη συνέχεια, δημιουργήθηκε μια κοινή ερευνητική προσπάθεια μεταξύ των δύο κρατών.

Η συνεργασία με τη Γαλλία

Η πρόοδος στην πυρηνική τεχνολογία στη Γαλλία και το Ισραήλ παρέμεινε στενά συνδεδεμένη στις αρχές της δεκαετίας του 1950. Ισραηλινοί επιστήμονες πιθανώς βοήθησαν στην κατασκευή του αντιδραστήρα παραγωγής πλουτωνίου G-1 και του εργοστασίου επανεπεξεργασίας UP-1 στο Marcoule της Γαλλίας. Ταυτόχρονα, η Γαλλία επωφελήθηκε κι από δύο ισραηλινές ευρεσιτεχνίες για την παραγωγή βαρέος ύδατος και τον εμπλουτισμό ουρανίου χαμηλής ποιότητας.

To 1956 και μετά το φιάσκο της επέμβασης στο Σουέζ, που άφησε το Ισραήλ ξεκρέμαστο, έλαβε χώρα μυστική συνάντηση της τότε υπουργού Εξωτερικών Γκόλντα Μέιρ, του Σιμόν Πέρεζ, με τους Γάλλους υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας. Στη συνάντηση ο Πέρεζ απέσπασε την υπόσχεση των Γάλλων να αναβαθμίσουν τον σχεδιαζόμενο αντιδραστήρα σε ανώτερο επίπεδο και την παροχή τεχνογνωσίας για το πλουτώνιο.

Μέχρι το 1967 και τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, η Γαλλία συνέχιζε να στηρίζει τις πυρηνικές προσπάθειες του Ισραήλ και το Ισραήλ συνέχιζε να διοχετεύει στην Γαλλία πυρηνική τεχνολογία που αποκτούσε με διάφορους τρόπους από τις ΗΠΑ, την οποία η Ουάσιγκτον δεν έδινε στο Παρίσι. Επίσης, είναι πιθανό να διοχέτευσε και βαρύ ύδωρ στη Γαλλία που του είχε δοθεί από τις ΗΠΑ για τον αντιδραστήρα Soreq που χρησιμοποιείτο για ειρηνικούς σκοπούς.

Η ρήξη με τη Γαλλία

Γάλλοι εμπειρογνώμονες κατασκεύασαν κρυφά τον υπόγειο αντιδραστήρα στη Ντιμόνα, στην έρημο Νεγκέβ του νότιου Ισραήλ. Η SON (γαλλική εταιρεία) κατασκεύασε τις μονάδες διαχωρισμού πλουτωνίου τόσο στη Γαλλία όσο και στο Ισραήλ. Τα θεμέλια για τον αντιδραστήρα EL-102 (όπως ήταν γνωστός στη Γαλλία) τέθηκαν στις αρχές του 1958.

Το Ισραήλ χρησιμοποίησε πολλά κόλπα για να κρύψει τη δραστηριότητα στη Ντιμόνα, αλλά οι ΗΠΑ με αεροφωτογραφίες από U-2 είχαν καταλάβει μέχρι τα τέλη του 1958 ότι στη περιοχή κατασκευαζόταν συγκρότημα αντιδραστήρων. Το 1960, πριν λειτουργήσει ο αντιδραστήρας, ο πρόεδρος Ντε Γκωλ αποφάσισε να αναστείλει το έργο. Μετά από μήνες διαπραγματεύσεων, κατέληξαν σε συμφωνία το Νοέμβριο που επέτρεπε στον αντιδραστήρα να προχωρήσει εάν το Ισραήλ υποσχόταν να μην κατασκευάσει πυρηνικά όπλα και να ανακοινώσει το έργο στον κόσμο. Οι εργασίες στο εργοστάσιο επανεπεξεργασίας πλουτωνίου σταμάτησαν.

Στις 2 Δεκεμβρίου 1960, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ ανακοίνωσε ότι το Ισραήλ διέθετε μυστική πυρηνική εγκατάσταση, πράγμα που γράφτηκε στους New York Times, αναγκάζοντας τον Μπεν-Γκουριόν να δηλώσει ότι το Ισραήλ κατασκεύαζε έναν αντιδραστήρα 24 μεγαβάτ για ειρηνικούς σκοπούς. Η εγκατάσταση αποτέλεσε σημείο τριβής με τις ΗΠΑ το 1960, αναγκάζοντας το Ισραήλ να συμφωνήσει σε δύο επιθεωρήσεις των εγκαταστάσεών του από τους Αμερικανούς κάθε χρόνο. Κατά την διάρκειά τους οι υπόγειες εγκαταστάσεις σφραγίζονταν και σύντομα οι αμερικανικές επιθεωρήσεις ατόνισαν και τελικά σταμάτησαν.

Ραδιενεργό υλικό και δοκιμές

Υπάρχει ένα μεγάλο ερωτηματικό σχετικά με τη δοκιμή ισραηλινών πυρηνικών όπλων. Στις πρώτες φάσεις, το μέγεθος της συνεργασίας μεταξύ Γαλλίας και Ισραήλ έκανε τις δοκιμές περιττές. Αν και οι κύριες προσπάθειές τους αφορούσαν το πλουτώνιο, οι Ισραηλινοί μπορεί να είχαν συγκεντρώσει αρκετό ουράνιο για βόμβες σχάσης (τύπου “πυροβόλου”), οι οποίες, όπως η βόμβα της Χιροσίμα, δεν απαιτούν δοκιμή. Υπήρχαν Ισραηλινοί παρατηρητές στις γαλλικές πυρηνικές δοκιμές που είχαν απεριόριστη πρόσβαση στα δεδομένα της γαλλικής πυρηνικής δοκιμής. Οι Γάλλοι φέρεται να έστειλαν επανεπεξεργασμένο πλουτώνιο στο Ισραήλ ως μέρος της αποπληρωμής για την ισραηλινή επιστημονική βοήθεια.

Το Ισραήλ φαίνεται επίσης να απέκτησε 200 λίβρες υψηλά εμπλουτισμένου ουρανίου μέσω του Ζαλμάν Σαπίρο (πρόεδρος της αμερικανικής εταιρίας The Nuclear Materials and Equipment Corporation NUMEC). Επίσης, απέκτησε από βελγική εταιρεία εξόρυξης και 200 τόνους μη επεξεργασμένου ορυκτού (yellowcake) το 1968, μέσω της επιχείρησης Plumbat. Το ορυκτό στάλθηκε με πλοίο από την Αμβέρσα στη Γένοβα για λογαριασμό εταιρίας που είχε ιδρύσει η Μοσάντ. Το ορυκτό μεταφέρθηκε από το φορτηγό πλοίο σε άλλο ανοικτά της Κρήτης και μετά κρυφά στην Ντιμόνα.

Τον Ιούνιο 1976, το δυτικογερμανικό στρατιωτικό περιοδικό Wehrtechnik ισχυρίστηκε ότι το Ισραήλ είχε πραγματοποιήσει μια υπόγεια δοκιμή στην έρημο Νεγκέβ το 1963. Στις 22 Σεπτεμβρίου 1979, το Ισραήλ μπορεί να είχε εμπλακεί σε πιθανή δοκιμή πυρηνικής βόμβας (περιστατικό Vela) στο νότιο Ινδικό Ωκεανό. Συστάθηκε μια επιτροπή από τον τότε Αμερικανό πρόεδρο Κάρτερ, η οποία ερεύνησε την υπόθεση ότι σκάφη του νοτιοαφρικανικού Ναυτικού είχαν πλεύσει σε μια μυστική τοποθεσία στον Ινδικό, όπου πραγματοποίησαν την πυρηνική δοκιμή.

Η επιτροπή θεώρησε ότι η πυρηνική συσκευή που δοκιμάστηκε ήταν συμπαγής και ιδιαίτερα καθαρή, που εκπέμπει ελάχιστα ραδιενεργά κατάλοιπα, γεγονός που καθιστά σχεδόν αδύνατο τον εντοπισμό. Άλλη αξιολόγηση της επιτροπής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ένα πυροβόλο είχε εκτοξεύσει πυρηνικό βλήμα και η δοκιμή που εντοπίστηκε αφορούσε ένα μικρό τακτικό πυρηνικό όπλο.

Πόσα πυρηνικά έχει το Ισραήλ

Η CIA πίστευε ότι οι πρώτες βόμβες του Ισραήλ μπορεί να είχαν κατασκευαστεί με υψηλά εμπλουτισμένο ουράνιο που είχε κλαπεί στα μέσα της δεκαετίας του 1960 από το εργοστάσιο της Nuclear Materials and Equipment Corporation. Μέχρι το 1974, οι αμερικανικές υπηρεσίες πληροφοριών πίστευαν ότι το Ισραήλ είχε αποθηκεύσει μικρό αριθμό όπλων σχάσης και μέχρι το 1979 ήταν ίσως σε θέση να δοκιμάσει ένα πιο προηγμένο μικρό τακτικό πυρηνικό όπλο.

Η CIA πίστευε ότι ο αριθμός των ισραηλινών πυρηνικών όπλων ήταν 10-20 μεταξύ 1974 και αρχές της δεκαετίας 1980. Σύμφωνα με πληροφορίες του Ισραηλινού επιστήμονα Μορνετχάι Βανούνου (φυλακίστηκε επί 18 χρόνια για αποκάλυψη πυρηνικών μυστικών) τον Οκτώβριο 1986, με βάση έναν αντιδραστήρα που λειτουργούσε στα 150 μεγαβάτ και μια παραγωγή 40 κιλών πλουτωνίου ετησίως, το Ισραήλ διέθετε 100-200 πυρηνικές κεφαλές.

Ο Βανούνου αποκάλυψε ότι μεταξύ 1980-86 το Ισραήλ απέκτησε την ικανότητα να κατασκευάζει θερμοπυρηνικά όπλα. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2000, οι εκτιμήσεις για το οπλοστάσιο του Ισραήλ κυμαίνονταν από 75 έως 400 πυρηνικές κεφαλές. Πιθανότατα, με βάση όσα αποκαλύπτουν έγγραφα και δημοσιεύματα, ανάμεσα στα όπλα αυτά είναι και άγνωστος αριθμός βομβών νετρονίου, που περιορίζουν τις υλικές ζημιές και δεν αφήνουν ραδιενεργά κατάλοιπα. Έχουμε επίσης ενδείξεις ότι έχουν αναπτυχθεί σχετικά βλήματα πυροβολικού για τακτική χρήση.

Αρκετές αναφορές υποστηρίζουν ότι το Ισραήλ έχει ικανότητα εμπλουτισμού ουρανίου στη Ντιμόνα. Σύμφωνα με τον Βανούνου, το εργοστάσιο σε πλήρη παραγωγή λειτουργεί από το 1979-80. Εάν το ουράνιο υψηλού εμπλουτισμού παράγεται σε σημαντικές ποσότητες, τότε το πυρηνικό οπλοστάσιο του Ισραήλ θα μπορούσε να είναι πολύ μεγαλύτερο από ό,τι εκτιμάται με βάση την παραγωγή πλουτωνίου. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, 20-40 κορυφαίοι Εβραίοι επιστήμονες μετανάστευσαν στο Ισραήλ, μερικοί από τους οποίους είχαν εμπλακεί στη λειτουργία πυρηνικών σταθμών ηλεκτροπαραγωγής και στον σχεδιασμό της επόμενης γενιάς σοβιετικών αντιδραστήρων.

Τα μέσα μεταφοράς των πυρηνικών

Το Ισραήλ διαθέτει χερσαίες, εναέριες και θαλάσσιες πλατφόρμες εκτόξευσης πυρηνικών όπλων. Διαθέτει μια πυρηνική τριάδα που είναι κυρίως μεσαίου και μεγάλου βεληνεκούς. Το 2008 τέθηκε σε λειτουργία ο διηπειρωτικός πύραυλος (ICBM) Jericho III, δίνοντας στο Ισραήλ ικανότητες πυρηνικής επίθεσης εξαιρετικά μεγάλης εμβέλειας. Πιστεύεται ότι έχει ικανότητες πυρηνικού δεύτερου πλήγματος με τα υποβρύχια Dolphin 2 και βαλλιστικούς πυραύλους, οι οποίοι είναι θαμμένοι αρκετά βαθιά, ώστε να επιβιώσουν από ένα προληπτικό πυρηνικό πλήγμα.

Το Ισραήλ εκτόξευσε τον πρώτο του πύραυλο Shavit II τον Ιούλιο 1961. Το 1963 προχώρησε στην από κοινού κατασκευή 25 πυραύλων μικρού βεληνεκούς με τη γαλλική αεροδιαστημική εταιρεία Dassault. Οι πύραυλοι εκείνοι κατέληξαν στο σύστημα Jericho I, το οποίο κατέστη επιχειρησιακό το 1971. Στα μέσα της δεκαετίας του 1980 ο πύραυλος μεσαίου βεληνεκούς Jericho II (βεληνεκές 2.800–5.000 km) τέθηκε σε υπηρεσία. Πιστεύεται ότι είναι ικανός να μεταφέρει πυρηνικά όπλα με μεγαλύτερη ακρίβεια. Ο Jericho III, τέθηκε σε υπηρεσία τον Ιανουάριο 2008 και εκτιμάται ότι μπορεί να φέρει πολλαπλές κεφαλές (MIRV) σε αποστάσεις έως 11.500 χλμ με ωφέλιμο φορτίο 1.000-1.300 kg (έως έξι μικρές πυρηνικές κεφαλές των 100 kt ή μία κεφαλή ενός μεγατόνου) με μεγάλη ακρίβεια.

Σήμερα, το Ισραήλ είναι πιθανότατα η τέταρτη μεγαλύτερη πυρηνική δύναμη, με ικανότητα να πλήξει οποιοδήποτε σημείο του κόσμου. Αυτό καθιστά την όποια επίθεση εναντίον του πιθανή καταστροφή για τον επιτιθέμενο. Για να συμβεί αυτό απαιτήθηκαν αποφασιστικότητα, πίστη στον σκοπό και αγάπη για την πατρίδα και απόλυτη πολιτική συναίνεση.

Πηγή: slpress.gr