Το ζήτημα του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού είναι κρίσιμο τόσο για τη συμμόρφωση της χώρας μας με τις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις όσο και για την υπεράσπιση των εθνικών μας συμφερόντων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Οι γεωπολιτικές προεκτάσεις της μη υποβολής Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού (ΘΧΣ) από την Ελλάδα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή είναι ιδιαίτερα σημαντικές και αφορούν τις ισορροπίες δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο.
Πάνω σε αυτό το θέμα υπάρχει μια αρνητική εξέλιξη και εκφράζονται τέσσερις βασικές ανησυχίες, Η πρώτη αφορά την απομείωση της Νομικής και Διπλωματικής Θωράκισης των Ελληνικών Θαλάσσιων Ζωνών. Η έγκαιρη κατάρτιση και κατάθεση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού (ΘΧΣ) θα παρείχε στην Ελλάδα ένα επιπλέον νομικό εργαλείο για την εδραίωση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων στις θαλάσσιες ζώνες της. Η δεύτερη, αφορά τις Ελληνοτουρκικές Σχέσεις και τις Διαπραγματεύσεις για την Υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ. Η Τρίτη, αφορά την Ευρωπαϊκή Διάσταση του θέματος καθώς διαφαίνεται η απώλεια πολιτικής στήριξης. Η Ελλάδα μπορεί να χάσει πολύτιμη στήριξη σε ευρωπαϊκά φόρα, ειδικά σε περιόδους κρίσεων, ενώ η Τουρκία συνεχίζει να επηρεάζει ορισμένα κράτη-μέλη προς όφελός της. Αυτό το σημείο είναι εξαιρετικά κρίσιμο, καθώς η αξιοπιστία της Ελλάδας εντός της ΕΕ αποτελεί διπλωματικό κεφάλαιο που δεν πρέπει να διακυβευθεί. Η τέταρτη, αφορά την Ενεργειακή Ασφάλεια και τις Επενδύσεις στις θαλάσσιες ζώνες. Κάθε ένα από αυτά τα παραπάνω επιχειρήματα αξίζει μιας προσεκτικής εξέτασης.
Ανάλυση
Ένα από τα πιο κοινά επιχειρήματα είναι ότι η αναγνώριση από την ΕΕ ενός τέτοιου σχεδίου θα μπορούσε να λειτουργήσει ως de facto επιβεβαίωση των ελληνικών αξιώσεων στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, δυσχεραίνοντας τυχόν αμφισβητήσεις από την Τουρκία ή από άλλες χώρες. Χωρίς Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχέδιο (ΘΧΣ), η Ελλάδα δεν αξιοποιεί τη δυνατότητα ευρωπαϊκής “σφραγίδας” στις θαλάσσιες ζώνες της, αφήνοντας πεδίο σε τρίτες χώρες να εγείρουν διεκδικήσεις ή να προβαίνουν σε ενέργειες όπως η αμφισβήτηση της ελληνικής ΑΟΖ. Το Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχέδιο (ΘΧΣ) θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ένα προληπτικό και διπλωματικό “τείχος προστασίας” έναντι αμφισβητήσεων. Η αναγνώρισή του από την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα είχε μόνο τεχνικό ή διαχειριστικό χαρακτήρα, αλλά θα αποτελούσε και μια έμμεση πολιτική αναγνώριση των ελληνικών θέσεων.
Η Τουρκία, που επιχειρεί να δημιουργήσει τετελεσμένα στην Ανατολική Μεσόγειο, εκμεταλλεύεται κάθε νομικό και διπλωματικό κενό. Αντίθετα, ένα ολοκληρωμένο ελληνικό ΘΧΣ, ευθυγραμμισμένο με το Δίκαιο της Θάλασσας και ενσωματωμένο στην ευρωπαϊκή πολιτική, θα λειτουργούσε ως ασπίδα απέναντι σε μονομερείς τουρκικές ενέργειες. Η καθυστέρηση της Ελλάδας στην υποβολή του ΘΧΣ δίνει την ευκαιρία στην Τουρκία να παρουσιάσει διεθνώς τις δικές της θέσεις ως πιο “οργανωμένες” και “τεκμηριωμένες”, ενισχύοντας την επιχειρηματολογία της σε διεθνή φόρα.
Ένα άλλο κοινό επιχείρημα είναι ότι η έλλειψη του ελληνικού Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού αποδυναμώνει τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας έναντι της Τουρκίας, καθώς, δεν έχει καταγραφεί επισήμως και με ευρωπαϊκή έγκριση η θέση της Ελλάδας για τις θαλάσσιες περιοχές και τα δικαιώματά της. Έτσι η Τουρκία εκμεταλλεύεται το κενό για να προωθήσει τη δική της ατζέντα (π.χ., το τουρκολιβυκό μνημόνιο ή τις διεκδικήσεις της περί “γκρίζων ζωνών” στο Αιγαίο). Η Ελλάδα εμφανίζεται ασυνεπής στις διεθνείς της υποχρεώσεις, γεγονός που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως διαπραγματευτικό όπλο από την Τουρκία.
Η Τουρκία μπορεί να επιδιώξει να σύρει την Ελλάδα σε διάλογο υπό δυσμενείς όρους, εκμεταλλευόμενη το κενό του ΘΧΣ και πιέζοντας για λύσεις που δεν λαμβάνουν υπόψη τα ελληνικά συμφέροντα. Η απουσία του ελληνικού Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού (ΘΧΣ) δημιουργεί μια σειρά από στρατηγικές αδυναμίες, που μπορούν να αξιοποιηθούν από την Τουρκία.
Το τρίτο επιχείρημα είναι ότι με τη μη συμμόρφωση της Ελλάδας με την Οδηγία (ΕΕ) 2014/89 για τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό μπορεί να μειώσει την αξιοπιστία της έναντι της ΕΕ, η οποία αποτελεί σημαντικό διπλωματικό της στήριγμα στα ελληνοτουρκικά.
Άλλες χώρες, όπως η Κύπρος, έχουν συμμορφωθεί και έχουν λάβει την ευρωπαϊκή “σφραγίδα”, κάτι που ενισχύει τη θέση τους, ενώ η μη συμμόρφωση μπορεί να χρησιμοποιηθεί από κράτη-μέλη που έχουν φιλοτουρκική στάση για να μειώσουν την ευρωπαϊκή στήριξη προς την Ελλάδα σε κρίσιμα ζητήματα. Επίσης οι οικονομικές κυρώσεις από την ΕΕ (πρόστιμα για μη συμμόρφωση) μπορεί να πλήξουν τη διεθνή εικόνα της Ελλάδας.
Η Ελλάδα μπορεί να χάσει πολύτιμη στήριξη σε ευρωπαϊκά φόρα, ειδικά σε περιόδους κρίσεων, ενώ η Τουρκία συνεχίζει να επηρεάζει ορισμένα κράτη-μέλη προς όφελός της. Αυτό το σημείο είναι εξαιρετικά κρίσιμο, καθώς η αξιοπιστία της Ελλάδας εντός της ΕΕ αποτελεί διπλωματικό κεφάλαιο που δεν πρέπει να διακυβευθεί.
Το τέταρτο επιχείρημα για την καθυστέρηση του ΘΧΣ είναι η εκτίμηση ότι επηρεάζει τις επενδύσεις στην ενεργειακή εκμετάλλευση, καθώς ο σχεδιασμός αυτός καθορίζει τους όρους για την έρευνα και εκμετάλλευση φυσικών πόρων σε θαλάσσιες περιοχές. Επίσης καθυστερεί την τοποθέτηση κρίσιμων υποδομών, όπως υποβρύχια καλώδια ηλεκτρικής διασύνδεσης και αγωγούς φυσικού αερίου (π.χ. η ηλεκτρική σύνδεση Ελλάδα-Κύπρος, EastMed), που βρίσκονται στο στόχαστρο της Τουρκίας.
Η απουσία ΘΧΣ καθιστά τις ελληνικές θαλάσσιες ζώνες πιο ευάλωτες σε αμφισβητήσεις, επηρεάζοντας αρνητικά την προσέλκυση στρατηγικών επενδύσεων. Αυτό το ζήτημα είναι κομβικό για την ενεργειακή στρατηγική και τη γεωοικονομική θέση της Ελλάδας.
Πώς η διακήρυξη φιλίας και καλής γειτονίας επηρεάζει το ΘΧΣ;
Αν η Ελλάδα καθυστερεί το ΘΧΣ για να μην προκαλέσει την Τουρκία, ουσιαστικά αυτοπεριορίζεται και δεν αξιοποιεί πλήρως τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Η Τουρκία, από την άλλη, συνεχίζει να δρα μονομερώς (π.χ. με το τουρκολιβυκό μνημόνιο, εμποδισμό εργασιών στο πεδίο για την ηλεκτρική διασύνδεση).
Αποδυναμώνει την ελληνική διαπραγματευτική θέση, καθώς η έλλειψη ΘΧΣ σημαίνει ότι η ελληνική θέση δεν έχει καταγραφεί επισήμως σε επίπεδο ΕΕ. Αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον της Ελλάδας σε μελλοντικές διαπραγματεύσεις. Εν τω μεταξύ υπάρχει δυσκολία στην προώθηση επενδύσεων και έργων καθώς οι ενεργειακές εταιρείες και στρατηγικοί επενδυτές χρειάζονται ξεκάθαρο νομικό πλαίσιο. Αν η Ελλάδα εμφανίζεται διστακτική, μπορεί να αποθαρρύνει σημαντικά projects.
Κινδυνεύουμε με υποβάθμιση ελληνικών θέσεων και ενίσχυση τουρκικών διεκδικήσεων. Αν η Τουρκία εκμεταλλευτεί το «πάγωμα» του ΘΧΣ, μπορεί να επιχειρήσει τετελεσμένα. Ενώ η Ελλάδα κινδυνεύει να εμφανιστεί παθητική στα διεθνή φόρα, ειδικά στην ΕΕ. Οι συμφωνίες πολιτικής «ήρεμων νερών» δεν πρέπει να εμποδίζουν τη στρατηγική θωράκιση των ελληνικών συμφερόντων.
Εξέταση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού (ΘΧΣ) στην Άμυνα και Ασφάλεια
Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός (ΘΧΣ) δεν είναι μόνο ένα αναπτυξιακό εργαλείο αλλά και ένας κομβικός πυλώνας της εθνικής άμυνας και ασφάλειας της Ελλάδας. Η οριοθέτηση και ο νομικός καθορισμός των ελληνικών θαλάσσιων ζωνών επηρεάζουν άμεσα τα Κυριαρχικά Δικαιώματα και την Αποτροπή Αμφισβητήσεων, τις Αμυντικές Υποδομές και τα Δίκτυα Επιτήρησης, την Ενεργειακή Ασφάλεια και την Αποτροπή Υβριδικών Απειλών, ενώ ενισχύει τις Στρατηγικές Συμμαχίες και την Αμυντική Διπλωματία.
Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός (ΘΧΣ) προσφέρει νομική θωράκιση των ελληνικών δικαιωμάτων έναντι χωρών που επιδιώκουν αμφισβητήσεις, όπως η Τουρκία. Η καταγραφή του στο ευρωπαϊκό πλαίσιο λειτουργεί ως de facto αναγνώριση των ελληνικών θαλάσσιων ζωνών, καθιστώντας δυσκολότερες τις μονομερείς αμφισβητήσεις (π.χ. τουρκολιβυκό μνημόνιο). Επιτρέπει στην Ελλάδα να ενισχύσει την αμυντική της παρουσία σε περιοχές στρατηγικού ενδιαφέροντος, όπως το Ανατολικό Αιγαίο και η Ανατολική Μεσόγειος.
Επίσης ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός (ΘΧΣ) καθορίζει περιοχές που μπορούν να αξιοποιηθούν για στρατιωτικές εγκαταστάσεις (π.χ. ναυτικές βάσεις, συστήματα επιτήρησης, θαλάσσια drones). Επιτρέπει τον καλύτερο συντονισμό μεταξύ πολιτικών και στρατιωτικών υποδομών (π.χ. λιμάνια διπλής χρήσης, δίκτυα θαλάσσιας ασφάλειας). Διευκολύνει την τοποθέτηση συστημάτων επιτήρησης για την έγκαιρη ανίχνευση απειλών, όπως μη επανδρωμένα υποβρύχια και παράνομες δραστηριότητες.
Η διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού της Ελλάδας και της ΕΕ εξαρτάται από την ασφαλή διαχείριση των θαλάσσιων ενεργειακών υποδομών (π.χ. EastMed, LNG terminals στην Αλεξανδρούπολη και Ρεβυθούσα). Ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός (ΘΧΣ) συμβάλλει στην προστασία κρίσιμων υποδομών από τρομοκρατικές ή κυβερνοεπιθέσεις σε ενεργειακές πλατφόρμες και καλώδια διασύνδεσης. Μειώνει την πιθανότητα παράνομων παρενοχλήσεων από ξένες δυνάμεις, όπως έγινε με τουρκικές παρεμβάσεις σε ερευνητικά σκάφη στην Ανατολική Μεσόγειο.
Ένας ξεκάθαρος και αναγνωρισμένος Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός (ΘΧΣ) ενισχύει τη θέση της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, την ΕΕ και διμερείς αμυντικές συμφωνίες (Ελλάδα – Γαλλία, Ελλάδα – ΗΠΑ). Διευκολύνει πολυεθνικές ασκήσεις και αμυντικές συνεργασίες, καθώς καθορίζει νόμιμες περιοχές δραστηριότητας (π.χ. συνεκπαίδευση με γαλλικό αεροπλανοφόρο στην ελληνική ΑΟΖ). Ενδυναμώνει τον άξονα Ελλάδας – Κύπρου – Ισραήλ – Αιγύπτου, προσδίδοντας επιπλέον γεωπολιτική σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο.
Η έλλειψη σχεδιασμού καθιστά τις ελληνικές θαλάσσιες ζώνες πιο ευάλωτες σε αμφισβητήσεις. Δημιουργεί νομικά κενά που μπορούν να εκμεταλλευτούν τρίτες χώρες για στρατιωτικές ή υβριδικές επιχειρήσεις (π.χ. αποστολή ερευνητικών σκαφών χωρίς ελληνική αντίδραση). Αποδυναμώνει την ελληνική διαπραγματευτική θέση σε διεθνή φόρα, ειδικά στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ.
Το μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό τοπίο
Οι αυξανόμενες ανησυχίες της Ευρώπης για την ασφάλεια που τροφοδοτούνται από την αβεβαιότητα σχετικά με τις δεσμεύσεις των ΗΠΑ έχουν αναβαθμίσει τη στρατηγική σημασία της Τουρκίας. Δεδομένης της ιστορίας της Ευρώπης να δίνει προτεραιότητα στη ρεαλ-πολιτική έναντι των δημοκρατικών αρχών, όπως φαίνεται στη συμφωνία του 2016 για τους πρόσφυγες, η ΕΕ μπορεί να επιδιώξει και πάλι στενότερη συνεργασία με τον Ερντογάν παρά τις βαθιές εντάσεις.
Αυτή η αλλαγή έχει σημαντικές περιφερειακές επιπτώσεις, ιδιαίτερα για τις σχέσεις Τουρκίας-Ελλάδας. Η Ελλάδα βρίσκεται σε πολύπλοκη θέση εν μέσω της αυξανόμενης επιρροής της Τουρκίας κάτω από το νέο γεωπολιτικό τοπίο του Τραμπ. Οι ιστορικά τεταμένες σχέσεις μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας -που χαρακτηρίζονται από διαφωνίες για τα θαλάσσια σύνορα, τον εναέριο χώρο και τη στρατιωτική στάση στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο- θα μπορούσαν να γίνουν πιο ασταθείς καθώς ο Ερντογάν εκμεταλλεύεται την ενισχυμένη θέση του τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Ευρώπη. Το βασικό ερώτημα τώρα είναι πώς θα ανταποκριθούν η Ελλάδα, η Ευρώπη και οι περιφερειακές δυνάμεις στην αυξανόμενη επιρροή της Τουρκίας. Αυτό θα οδηγήσει σε νέες στρατηγικές ευθυγραμμίσεις ή θα συνεχίσουν να κλιμακώνονται οι εντάσεις με τον Ερντογάν;
Σε αυτό το μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό τοπίο, η Ελλάδα πρέπει να περιηγηθεί προσεκτικά τη θέση της. Να πιέσει για ισχυρότερη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη κατά της Τουρκίας ή να αναζητήσει εναλλακτικές συμμαχίες για τη διασφάλιση των συμφερόντων της; Οι επόμενες κινήσεις της Αθήνας θα είναι καθοριστικές για τη διαμόρφωση της ισορροπίας δυνάμεων στην Ανατολική Μεσόγειο.
Συμπεράσματα
Η έλλειψη Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού αποτελεί σοβαρό γεωπολιτικό κενό, καθώς αποδυναμώνει την ελληνική θέση στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, ενισχύοντας τα τουρκικά επιχειρήματα. Η Ελλάδα πρέπει να προχωρήσει άμεσα στην υποβολή του ΘΧΣ, ώστε:
Να κατοχυρώσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα με ευρωπαϊκή αναγνώριση.
Να ενισχύσει τη διαπραγματευτική της θέση απέναντι στην Τουρκία.
Να διασφαλίσει ενεργειακές και επενδυτικές προοπτικές.
Να διατηρήσει την αξιοπιστία της εντός της ΕΕ και να αποφύγει κυρώσεις.
Χωρίς αυτή την κίνηση, η Ελλάδα αφήνει ένα κενό που μπορεί να αξιοποιηθεί από ανταγωνιστικές δυνάμεις, επηρεάζοντας κρίσιμες εθνικές και γεωπολιτικές ισορροπίες.
Η άμεση ενεργοποίηση της Ελλάδας στον τομέα αυτόν είναι κρίσιμη για την προστασία των εθνικών της συμφερόντων.
Αν η καθυστέρηση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού (ΘΧΣ) συνδέεται με τη συμφωνία Ελλάδας – Τουρκίας πολιτικής περί «ήρεμων νερών», τότε το ζήτημα αποκτά πολιτικές και στρατηγικές διαστάσεις που υπερβαίνουν τη γραφειοκρατία.
Αν η Ελλάδα συνεχίσει αυτή την παθητική στάση, κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον όπου άλλοι θα διαμορφώνουν τους όρους του παιχνιδιού εις βάρος της. Ο χρόνος δεν είναι ουδέτερος παράγοντας και όσο δεν προωθεί ενεργά τις θέσεις της, τόσο περισσότερο θα εδραιώνονται ξένες ατζέντες σε βάρος των ελληνικών συμφερόντων.
Αντί για “ήρεμα νερά”, η Ελλάδα χρειάζεται μια δυναμική θαλάσσια στρατηγική πριν βρεθεί προ τετελεσμένων.
*απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security (INIS), του Strategy International (SI) και του Research Institute for European and American Studies (RIEAS). anixneuseis.gr