Δημοσιεύθηκε: Τρίτη 19 Μαΐου 2020

Η επερχόμενη κρίση στα ελληνοτουρκικά: Έχουμε σοβαρό πρόβλημα παρανόησης των κινήτρων του αντιπάλου!

Στην Ελλάδα μόνο περιορισμένη ανάλυση των προθέσεων της τουρκικής ηγεσίας μπορεί να γίνει. Δυστυχώς, το ελληνικό σύστημα ασφαλείας δεν διαθέτει μεγάλες δυνατότητες συλλογής και επεξεργασίας πρωτογενών πληροφοριών για τη γειτονική χώρα. Αυτό που έχει σημασία τελικά είναι η αντικειμενική ανάλυση των αριθμών. Σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Άμυνας, έγιναν 255 υπερπτήσεις πάνω από νησιά του Ανατολικού Αιγαίου μέχρι τα τέλη Απριλίου. Οι υπερπτήσεις το 2019 ήταν 124, το 2018 ήταν 47 και το 2017 ήταν μόλις 39. Από τις μαζικές παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου περάσαμε στις μαζικές υπερπτήσεις πάνω από ελληνικό έδαφος. Είναι ξεκάθαρο ότι υπάρχει μια ποσοτική και ποιοτική αναβάθμιση της τουρκικής επιθετικότητας στο Αιγαίο.

Για πολλά χρόνια, η ελληνική στρατηγική βασίστηκε στην προσδοκία εξημέρωσης του «τουρκικού θηρίου» μέσα από τη διαδικασία ένταξης στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Με αυτόν τον τρόπο θα επιλύονταν ειρηνικά και μόνιμα τα διμερή προβλήματα. Ηταν μια ευνοϊκή για τα ελληνικά συμφέροντα υπόθεση εργασίας με δύο αλληλένδετα σκέλη: πρώτον, ότι η Ε.Ε. επιθυμεί την ένταξη της Τουρκίας και, δεύτερον, ότι η Τουρκία θα κάνει τις απαραίτητες υποχωρήσεις για να ενταχθεί στην ενωμένη Ευρώπη. Η δυναμική της τουρκικής ένταξης έχει σήμερα εξασθενήσει σε τέτοιο βαθμό, που πλέον θεωρείται σχεδόν απίθανη εξέλιξη.

Για άλλη μία φορά, λοιπόν, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τον τουρκικό αναθεωρητισμό στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Δεν είναι θέμα ηγεσίας, όπως αρκετοί πιστεύουν, διότι η τουρκική εξωτερική πολιτική έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου έχει μια διαχρονική συνέχεια. Την εισβολή στην Κύπρο οργάνωσε ένας κεντροαριστερός πολιτικός, ο Μπουλέντ Ετσεβίτ. Στην κρίση των Ιμίων, μια κεντροδεξιά πολιτικός, η Τανσού Τσιλέρ, προέτρεψε τους Τούρκους στρατηγούς να καταλάβουν την ανατολική Ιμια και να συλλάβουν τους Ελληνες στρατιώτες. Με άλλα λόγια, δεν έχει μεγάλη σημασία εάν πρόεδρος της Τουρκίας είναι ο Ταγίπ Ερντογάν ή κάποιος άλλος.

Εφτασε η ώρα να δούμε τον «ελέφαντα στο δωμάτιο», που δεν είναι άλλος από τον τουρκικό εθνικισμό. Αυτή είναι η κινητήρια δύναμη της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, που πρέπει να αντιμετωπίσουμε. Οσες κινήσεις καλής θέλησης και να κάνουμε (π.χ. ακύρωση στρατιωτικών ασκήσεων), τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει αφού η Αγκυρα αμφισβητεί τα υφιστάμενα σύνορα. Αυτό ακριβώς δείχνουν οι τουρκικές υπερπτήσεις· μια έμπρακτη αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας σε νησιά, νησίδες και βραχονησίδες.

Η επιτυχημένη έκβαση της «μάχης του Εβρού» επιβεβαιώνει την άποψη πως χρειάζεται μια στρατηγική ανάσχεσης της Τουρκίας. Η Αθήνα πέτυχε μια πολύτιμη τακτική, όχι στρατηγική, νίκη επειδή αντέδρασε γρήγορα και αποφασιστικά. Δυστυχώς, όμως, είναι θέμα χρόνου να φτάσουμε στο επόμενο επίπεδο της τουρκικής κλιμάκωσης. Αυτή η εκτίμηση βασίζεται στα δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας: χρήση επιθετικής γλώσσας και προπαγάνδας εναντίον της Ελλάδας, προσπάθεια απονομιμοποίησης της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας, επιθετικές επιχειρήσεις της ΜΙΤ σε ελληνικό έδαφος, παρενόχληση ελικοπτέρων που μεταφέρουν επισήμους, προσπάθειες εμβολισμού σκαφών, εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών και, φυσικά, οι μαζικές υπερπτήσεις στο Ανατολικό Αιγαίο. Ταυτόχρονα, οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις υπερεξοπλίζονται με νέα οπλικά συστήματα που θα ανατρέψουν σύντομα την ισορροπία δυνάμεων ανάμεσα στις δύο χώρες. Ολα αυτά είναι τα προεόρτια μιας νέας κρίσης που έρχεται. Η τουρκική ηγεσία προετοιμάζει το έδαφος για μεγαλύτερη αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Η ένδεια των νομικών επιχειρημάτων οδηγεί την τουρκική πλευρά στη στρατιωτικοποίηση των διμερών σχέσεων, ασχέτως των ελληνικών προθέσεων.

Η δημόσια συζήτηση για τα ελληνοτουρκικά είναι έντονη και παραγωγική, αλλά δεν αντικατοπτρίζει πάντα τη σκληρή πραγματικότητα. Ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμων Ρόμπερτ Τζέρβις πρώτος μίλησε για το πρόβλημα της παρανόησης (misperception) των κινήτρων του αντιπάλου. Η Ελλάδα θα έπρεπε να είχε διδαχθεί από τα λάθη της. Αντ’ αυτού, η ελληνική πλευρά κινδυνεύει να αυτοεγκλωβιστεί σε μια εικόνα για την Τουρκία που απλώς δεν υφίσταται. Αυτό καταδεικνύει η πρόσφατη συζήτηση για την παραπομπή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης· δεκάδες κείμενα δημοσιεύτηκαν στη χώρα μας, ενώ στην Τουρκία υπήρχε απόλυτη αδιαφορία για το θέμα. Αυτό είναι απόρροια της συστηματικής έλλειψης γνώσης που υπάρχει για τη γειτονική χώρα. Κατά συνέπεια, οι λήπτες αποφάσεων δεν μπορεί να είναι προσκολλημένοι σε μία μόνο σχολή σκέψης.

Πολλοί θεωρούν δεδομένο ότι η τουρκική ηγεσία δεν σκοπεύει να κάνει χρήση στρατιωτικής βίας εναντίον της Ελλάδας. Ωστόσο, μια χώρα που διεξάγει παρανόμως πολέμους στη Συρία και στη Λιβύη δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα διστάσει, ίσως σε μια στιγμή ελληνικής αδυναμίας, να προβεί σε επιθετική κίνηση. Οσο η Τουρκία παραμένει μια αναθεωρητική δύναμη που επιδιώκει την περιφερειακή ηγεμονία, η Ελλάδα οφείλει να προετοιμάζεται για το χειρότερο σενάριο. Πρέπει δηλαδή να επικοινωνείται συστηματικά, χωρίς αντιφάσεις και αμφιθυμίες, η αποφασιστικότητα της ελληνικής πλευράς να προασπίσει την κυριαρχία της. Μόνον έτσι θα αποτραπεί αυτό που σήμερα φαίνεται να είναι μια σχεδόν βέβαιη εξέλιξη. Καθώς πλησιάζει η διακοσιοστή επέτειος της Ελληνικής Επανάστασης, είναι μια ευκαιρία να αναλογιστούμε τις θυσίες που έγιναν από τις προηγούμενες γενιές. Ευτυχισμένοι είναι οι ελεύθεροι και ελεύθεροι είναι οι γενναίοι.

[iEpikaira: Περισσότερα ΕΔΩ! Η παρανόηση των κινήτρων του αντιπάλου κατ άλλους θα μπορούσε βέβαια να θεωρηθεί και εσκεμμένη δρομολόγηση άλλων καταστάσεων, όπως πχ η συνεκμετάλλευση... Περισσότερα ΕΔΩ και ΕΔΩ και ΕΔΩ!]

Πηγή: Μάνος Καραγιάννης, αναπληρωτής καθηγητής στο King’s College London και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας kathimerini.gr