Έτος o

Δημοσιεύθηκε: Τρίτη 30 Απριλίου 2024

Σύντομες διηγήσεις από την Ασκητική και Ησυχαστική Αγιορείτικη Παράδοση - Το πνεύμα των παλαιών Πατέρων (Β'-Μέρος)

Για λο­γους α­σκη­σε­ως και η­συ­χι­ας δεν ε­πι­τρε­πον­ταν οι Σκη­τι­ω­τες μο­να­χοί να ε­χουν ζω­α. Γέρων Α­γι­αν­να­νι­της α­νε­φε­ρε: «Το 1949 ηρ­θα στο Α­γιον Ο­ρος, στην Α­γι­α Αν­να. Μο­νο ε­νας ει­χε τρι­α μου­λα­ρια, που τα χρη­σι­μο­ποι­ου­σαν οι πα­τε­ρες για να με­τα­φε­ρουν τα βα­ριά φορ­τι­α. Τα υ­πο­λοι­πα τα κου­βα­λού­σαν στον ω­μο τους».
*
Ει­πε Γέρων Α­γι­ο­βα­σι­λει­α­της: «Στον Α­γιο Βα­σι­λει­ο πα­λαιά δεν ει­χαν νε­ρο οι πα­τε­ρες, ι­δι­ως με­τα τον Αυ­γου­στο, και α­ναγ­κα­ζον­ταν να πη­γα­ι­νουν στην Κε­ρα­σιά ή στον Α­γιο Πέτρο, για να πλε­νουν τα ρού­χα τους. Τα ε­πλε­ναν, ε­κα­ναν την α­κο­λου­θι­α τους, στε­γνω­ναν τα ρού­χα και τα ε­παιρ­ναν μα­ζι τους. Τον αλ­λο μη­να ε­κα­ναν πα­λι το ι­διο. Η­ταν πο­λυ δυ­σκο­λη η ζωή ε­δω. Τα πραγ­μα­τα ε­φθα­ναν με δυ­σκο­λι­α. Γι' αυ­το ε­λε­γαν οι πα­λαι­οι. ”Όποιος α­φη­νει τα κοκ­κα­λα του στον Α­γιο Βα­σι­λει­ο, ε­χει ελ­πι­δα σω­τη­ρι­α­ς”.

»Ε­χει αλ­λα­ξει το Ο­ρος· την αλ­λα­γη την ε­ζη­σα και ε­δω στην συ­νο­δε­ι­α. Μου λε­νε ”Τε­ταρ­τη να τρω­με δύο φο­ρες”, και το­υς λε­ω ”όχι, δι­ο­τι ε­νας ε­να­ρε­τος πα­λαι­ος Γε­ρον­τας ε­λε­γε, αν θε­λης να τρως δύο φο­ρες, την μία φο­ρα θα τρως ε­ξω α­πο το σπι­τι­”.

»Ο­σο μπο­ρεί­τε, οι νε­οι να κο­ψε­τε το ε­ξω, να μη βγα­ι­νε­τε στον κο­σμο. Τότε ε­ξα­σφα­λι­ζε­τε μία βα­σι­κη α­ρε­τη. Λένε ο­τι, ο­ταν βγη κα­ποι­ος ε­ξω, χα­νει την χα­ρι της Πα­να­γι­ας. Ε­γω δεν ή­ξε­ρα πως χα­νε­ται η χα­ρι της Πα­να­γι­ας, αλ­λα μου ει­πε ε­νας αλ­λος Γέροντας: ”Το ε­πα­θα ε­γω. Δεν ε­βγαι­να ε­ξω, αλ­λα με μπλε­ξα­νε με μία υ­πο­θε­ση στην Α­γι­α Αν­να και με ε­βα­λαν μαρ­τυ­ρα. Πη­γα στην Θεσ­σα­λο­νι­κη και πη­ρα και νη­μα­τα για ο­λους το­υς πα­τε­ρες ε­δω, για να μη βγα­ι­νουν ε­ξω. Ει­δα λοι­πον με­τα που γυ­ρι­σα ο­τι ο­σες πα­ρα­στα­σεις ε­φε­ρα α­πο τον κο­σμο, πολ­λα­πλα­σι­α­στη­καν, ε­νω ο­σες πα­ρα­στα­σεις ει­χα α­πο λα­ι­κος, ο­ταν ηρ­θα για να γι­νω κα­λο­γε­ρος ε­ξα­φα­νι­στη­καν. Αυ­τα που φερ­νω τω­ρα σαν κα­λο­γε­ρος δεν φε­υ­γουν. Αυ­τη ει­ναι η φυ­γα­δευ­ση της χα­ρι­τος της Πα­να­­γι­ας”.

»Ει­χε πεί πα­λαιά στη Νέα Σκη­τη ε­νας Γέροντας σε μία ο­μη­γυ­ρη πα­τε­ρων, όπου η­ταν πα­ρων και ο Ε­πι­σκο­πος Μο­σχο­νη­σι­ων, ο­τι η μο­νη α­ρε­τη που θα με­ι­νει στο Α­γιον Ο­ρος α­πο τω­ρα και στο ε­ξης θα ει­ναι να μη βγα­ι­νουν ε­ξω οι μο­να­χοί. Και συμ­φω­νη­σαν ο­λοι. Και ο κο­σμος α­να­γνω­ρι­ζει ο­τι αυ­το ει­ναι α­ρε­τη. Λένε ο­τι ο τα­δε ε­χει το­σα χρο­νια να βγη ε­ξω. Και ο πα­πα Μόδεστος ο μα­κα­ρι­στος α­πο την Κε­ρα­σιά ει­χε 50 χρο­νια να βγη στον κο­σμο και, ο­ταν βγη­κε κα­πο­τε, ε­παιρ­ναν για ευ­λο­γι­α τρι­χες από τα γε­νεια του και ε­κο­βαν κομ­μα­τια α­πο τα ρα­σα του, για­τι θα­υ­μα­ζαν που κα­θη­σε 50 χρο­νια στην ε­ρη­μο και δεν βγη­κε ε­ξω.

»Η α­πο­μα­κρυν­ση του μο­να­χού α­πο τον κο­σμο και ο πε­ρι­ο­ρι­σμος του στο Α­γιον Ο­ρος ει­ναι ε­να σι­ω­πη­λο κη­ρυγ­μα για τον κο­σμο. Και να θε­λη ο μο­να­χος να το κρυ­ψη, να κλε­ι­ση το στο­μα του με κα­λα­ι, αυ­το δι­δα­σκει σι­ω­πη­λα. Σκε­φτον­ται ο­τι ο μο­να­χος α­φη­σε τα παν­τα και πη­γε στο Α­γιον Ο­ρος και ότι για να με­νη το­σα χρο­νια σημαίνει ότι κα­τι βρη­κε.

»Ο­σο μπο­ρού­με, να αν­τι­γρα­φου­με τις πα­ρα­δο­σεις των πα­λαι­ων πα­τε­ρων. Αν δεν ξε­κι­να­με πα­ρα­δο­σια­κα, δεν κα­νου­με τι­πο­τα. Βλε­πω ο­τι ση­με­ρα δεν α­κο­λου­θού­με τα χνα­ρια των πα­λαι­ων. Δεν μπο­ρού­με να κα­νου­με ση­με­ρα με­γα­λες α­σκη­σεις. Του­λα­χι­στον δυό πραγ­μα­τα να κρα­τη­σου­με: Την α­γα­πη με­τα­ξυ μας και να μην ξε­φυ­γου­με α­πο την μο­να­χι­κη πα­ρα­δο­ση. Δεν α­φη­νει ο πει­ρα­σμος να ε­χη α­γα­πη μι­α συ­νο­δε­ι­α. Και πα­λαιά ει­χα­με πει­ρα­σμο­υς, αλ­λα ο Γέροντας το­υς προ­σπερ­νού­σε, το­υς ε­δι­ω­χνε. Τώρα ου­τε και ο Γέροντας μπο­ρεί, για­τι οι ση­με­ρι­νοί μο­να­χοί ε­χουν με­γα­λη γλωσ­σα και δυ­σκο­λα δε­χον­ται ή δεν δε­χον­ται τι­πο­τε.

»Αυ­το βε­βαι­α ξε­κι­να απ' ε­ξω. Η ση­με­ρι­νη κοι­νω­νι­α και η παι­δε­ι­α δεν κα­ταρ­τι­ζει υ­πο­τα­κτι­κο­υς αλ­λα αν­ταρ­τες. Σήμερα ει­ναι πα­νε­ξυ­πνα τα παι­διά, αλ­λα τι να το κα­νης. Ει­ναι μα­κρυά α­πο τον Χρι­στο και οι μο­να­χοί μα­κρυά α­πο την πα­ρα­δο­ση.

»Οι πα­λαι­οι ει­χαν αλ­λα μυα­λα. Αυ­τοί ε­κα­ναν την α­ρε­τη και την σκε­πα­ζαν. Ε­μείς προ­σπα­θού­με να ε­πι­δει­χθού­με.

»Η­ταν δυ­σκο­λα πα­λαιά ε­δω στον Α­γιο Βα­σι­λει­ο. Ου­τε ζα­χα­ρη δεν ει­χα­με. Μία συ­νο­δε­ι­α ε­τρω­γε για δύο χρο­νια μο­νο πλη­γο­υ­ρι. Το ε­μα­θε ε­νας για­τρος και ει­πε: ”Η ε­πι­στη­μη της Ι­α­τρι­κης φθα­νει μο­νο με­χρι την Δάφνη. Α­πο κεί και πε­ρα ε­σείς ε­χε­τε αλ­λη ε­πι­στη­μη­”.

»Οι πα­λαι­οι ει­χαν αυ­τα­παρ­νη­ση και εμ­πι­στο­συ­νη στην Πα­να­γι­α. Ει­χα­με μία α­γρυ­πνι­α και ει­χε ερ­θει ε­δω ο πα­πα Ξε­νο­φων α­πο την Κα­ψα­λα. Δεν η­ταν κα­λα και α­νε­βα­σε πυ­ρε­το. Του ει­πε κα­ποι­ος να βα­λη θερ­μο­με­τρο. ”Όχι, δεν χρει­α­ζε­ται­”, α­παν­τη­σε, ”ξέρει η Πα­να­γι­α πο­σο πυ­ρε­το ε­χω­”. Τε­λε­ι­ω­σε η α­γρυ­πνι­α και ε­πε­στρε­ψε στην Κα­ψα­λα με τα πο­δια μα­ζι με τον υ­πο­τα­κτι­κο του. Τέτοιους αν­θρω­πους δεν βρι­σκεις ση­με­ρα. Η γε­νεά η ση­με­ρι­νη ει­ναι α­δυ­να­τη. Οι και­ροί μας ει­ναι δυ­σκο­λοι. Δεν ει­ναι και­ροί για προ­κο­πη. Του­λα­χι­στον να συν­τη­ρη­θού­με ε­κεί που ει­μα­στε, να μην πα­με πα­ρα­κα­τω. Δεν υπάρ­χουν α­να­στη­μα­τα.

»Μέχρι το 1991 δεν υ­πηρ­χαν ζω­α στον Α­γιο Βα­σι­λει­ο. Μας τα κου­βα­λού­σαν οι Δα­νι­η­λαί­οι με­χρι το Κελ­λι τους, και α­πο κεί τα φορ­τω­νο­μεθα στην πλα­τη. Μας ε­λε­γε ο Γέροντας ο­τι, αν δεν γογ­γυ­ζω­με, ο Θε­ος κου­φι­ζει το βα­ρος· και ον­τως το ζο­υ­σα­με. Ερ­χο­μεθα ε­δω, αλ­λα­ζα­με φα­νελ­λα και μας φα­ι­νόταν ο­τι ει­μα­στε στην Βα­σι­λε­ι­α των ου­ρα­νων. Τόση ευ­φρο­συ­νη και χα­ρα ει­χα­με με­σα μας, και ι­δι­αι­τε­ρως για τα πραγ­μα­τα αλ­λων η­λι­κι­ω­με­νων πα­τε­ρων που κου­βα­λο­υ­σα­με.

»Ει­χε κο­πο η ζωή το­τε. Ο­μως αυ­τος ο κο­πος δη­μι­ουρ­γού­σε μία α­γα­πη, μία συμ­πο­νια και με το­υς γει­το­νους και με το­υς πα­ρα­δελ­φο­υς· ενώ τω­ρα, ο­που υ­παρ­χουν μου­λα­ρια και ευ­κο­λι­ες, αυ­τη η ζε­στα­σιά ε­λατ­τω­νε­ται. Τρο­πον τι­να ο κο­πος και οι δυ­σκο­λι­ες μας ε­νω­νουν με­τα­ξυ μας, ε­νω οι ευ­κο­λι­ες μας α­πο­μα­κρυ­νουν».



ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
×