Έτος o

Δημοσιεύθηκε: Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2023

Η διαχρονική υπερσυστημική εχθρότητα της Γερμανίας

Γράφει ο Αλέξανδρος Ιτιμούδης, Γεωπολιτικός Αναλυτής

Είναι γεγονός πως στην Ελλάδα το τελευταίο διάστημα την συζήτηση μονοπωλεί η μόνιμη και συνεχώς αυξανόμενη ένταση με την Τουρκία. Μία ένταση η οποία απαντάται σε όλα τα επίπεδα και που λαμβάνει διαστάσεις ολοκληρωτικού πολέμου απέναντι στην Ελλάδα, με την ολιστική έννοια του όρου. Όμως αποσιωπάται εντέχνως, και ελέω του πολέμου στην Ουκρανία, μία άλλη πτυχή της ελληνοτουρκικής αντιπαλότητας, η οποία έχει να κάνει με την υπερσυστημική δράση της Γερμανίας στο σύστημα της χερσονήσου του Αίμου.

Η Γερμανία για λόγους καθαρά γεωστρατηγικούς, απεργάζεται εδώ και χρόνια μια πολιτική, ειδικά για την περιοχή των Βαλκανίων, η οποία εδράζεται στον κατακερματισμό των κρατών της περιοχής, με βασικό στόχο τον έλεγχο τον χερσαίων εμπορικών αλλά και πλωτών διαδρόμων αφενός και αφετέρου την κάθοδο στα ύδατα του Αιγαίου. Ως κατ’ εξοχήν χερσαία δύναμη, επιδιώκει μια πολύ στενή σχέση με την Τουρκία, σχέδιο το οποίο απαντάται ήδη από την εποχή του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και το πλάνο για την κατασκευή του σιδηροδρόμου Βερολίνου – Βαγδάτης.

Το κατά πόσο η Γερμανία συνδέεται εγκάρδια με την Τουρκία μας το έχει ξεκαθαρίσει πολύ εμφανώς η Γερμανίδα Υπ.Εξ. όταν με πολύ στόμφο δήλωνε πως η Τουρκία είναι συνδεδεμένη με την Τουρκία όσο με καμία άλλη χώρα και πως σε εκατομμύρια ανθρώπους στην Γερμανία χτυπάει μια γερμανική και μια τουρκική καρδία (η δήλωση εδώ). Η Γερμανία επίσης είναι αυτή που εδώ και χρόνια, οπως καταδεικνύει ο καθηγητής Ιωάννης Μάζης στο βιβλίο του «Μεσογείου Παλίμψηστον», έχει καλλιεργήσει μέσω διαφόρων ινστιτούτων, όπως η Φεντεραλιστική Ένωση Ευρωπαϊκών Εθνοφυλετικών Ομάδων, την ιδέα πως στην Ευρώπη υπάρχουν πολλές διαφορετικές μειονοτικές ομάδες, οι οποίες μάλιστα έχουν κάθε δικαίωμα στην δημιουργία δικού τους κράτους ακόμα και με βίαια μέσα!

Ασφαλώς αυτό το σχέδιο δεν αφορά μονάχα την Ελλάδα αλλά και χώρες όπως την Γαλλία (μεγάλος αντίπαλος της Γερμανίας), την Ισπανία, την Ιταλία και ασφαλώς όλες τις χώρες της Βαλκανικής. Η γεωπολιτική αυτή αντίληψη ασφαλώς εξυπηρετεί την Γερμανία στο μέτρο που επιδιώκει τον κατακερματισμό της ευρωπαϊκής ηπείρου με κριτήρια καθαρά εθνοφυλετικά και επικαλούμενη ανθρώπινα δικαιώματα, προκειμένου να δεσπόζει η ίδια ως το μοναδικό μεγάλο κράτος (επανασύσταση Αγίας «Ρωμαϊκής» Αυτοκρατορίας), αφότου θα έχει αδρανοποιήσει τους υπόλοιπους αντιπάλους της. Σε ένα δεύτερο επίπεδο θα επιδώξει την οικονομική και πολιτική ένωση με την Ρωσία και την Κίνα, αποτελώντας ένα μεγάλο χερσαίο γεωπολιτικό σχηματισμό, πετώντας εκτός τις θαλάσσιες δυνάμεις.

Εξάλλου δεν πρέπει να ξεχνάει κανείς το σχέδιο Μοράβα – Αξιού, το οποίο θα αποτελούσε τον κύριο εμπορικό διάδρομο μεταφοράς αγαθών και προϊόντων προς την Γερμανία, με την συνεπικουρία της Κίνας, η οποία θα τον ενέτασσε στην Belt and Road Initiative. Όσο για τον ρόλο της Τουρκίας, αυτή θα αποτελούσε τον κατ’εξοχήν σύμμαχο της και τοποτηρητή των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου, εφόσον φυσικά θα κατακλυζόταν από γερμανικές και κινεζικές επιχειρήσεις. Στο σχέδιο αυτό εντάσσεται σαφώς και η γερμανική πίεση όσον αφορά το ζήτημα της ονομασίας του κράτους των Σκοπίων, για το οποίο η Γερμανία ανέκαθεν επέμενε στην δημιουργία «μακεδονικής εθνότητας». Να μην διαφεύγει από την αντίληψη κανενός πως η ανακάλυψη της «γεωγραφικής Μακεδονίας» αποτέλεσε εφεύρημα Γερμανών και Βουλγάρων στοχαστών υπό την στήριξη της Ρωσίας, με σκοπό την έξοδο προς τα θερμά ύδατα του Αιγαίου.

Η θέση της Ελλάδας ως χώρας γεωπολιτικού άξονα (κατά Brzezynski) ασφαλώς και αποτελεί ένα εμπόδιο στα γερμανικά σχέδια, κάτι που το ίδιο το γερμανικό κράτος φρόντισε, ήδη από την εποχή του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, να το αντιμετωπίσει χτυπώντας στον πυλώνα της Οικονομίας πρώτα με τον εμπορικό εξωβελισμό του ελληνικού στοιχείου από την Μικρά Ασία, και δεύτερον στον πυλώνα Άμυνας/Ασφάλειας με την παροχή εξοπλισμών και στρατιωτικής εκπαίδευσης στον στρατό του σουλτάνου.

Αυτό δίνει στον καθένα να καταλάβει πως μια Ελλάδα ενταγμένη στο γερμανικό άρμα, ακόμα και υπό ευρωπαϊκό μανδύα, καθιστά την Ελλάδα μια χώρα – εξάρτημα της γερμανικής, ντε φάκτο, Μεσευρώπης, η οποία υποβιβάζεται σε μια χερσόνησο απλά της απόληξης της ευρασιατικής χερσαίας μάζας, χωρίς κανένα ρόλο στην καλύτερη και στην χειρότερη ως κράτος έρμαιο στις ορέξεις της Τουρκίας. Επίσης δημιουργεί συνθήκες απομονωτισμού απέναντι στην Γαλλία, η οποία δεν θα μπορεί να λειτουργήσει και ως θαλάσσια – Μεσογειακή δύναμη (η Γαλλία λόγω γεωγραφίας δύναται να αποτελεί και θαλάσσια και χερσαία δύναμη ταυτόχρονα), καθότι θα πρέπει να ισορροπήσει απέναντι σε μια ανταγωνιστική Ιταλία και σε μια πιθανή εχθρική Βόρειο Αφρική, σε περίπτωση επικράτησης της Μουσουλμανικής Αδελφότητας σε χώρες όπως η Τυνησία, η Αλγερία, και η Λιβύη (υπό την συνδρομή πάντα της Τουρκίας).

Επομένως γίνεται κατανοητό πως η Ελλάδα όταν λειτουργεί ως θαλάσσια δύναμη, άρα απαλλαγμένη από τον στενό κλοιό των χερσαίων δυνάμεων (Γερμανία, Τουρκία, Ρωσία) δύναται να αποτελέσει εξέχοντα σύμμαχο της Γαλλίας και να λειτουργήσει ως «βατήρας» για την προβολή ισχύος από το Γιβραλτάρ μέχρι και την Μέση Ανατολή. Η ανάληψη αυτού του ρόλου όμως αυτόματα αποκλείει την Γερμανία από την γεωπολιτική της «ένωση» με την Τουρκία και κατ’πέκταση με τις άλλες χερσαίες δυνάμεις οι οποίες συνδυαστικά δύνανται να αποκλείσουν τις θαλάσσιες δυνάμεις (αγγλοσαξονικής κυρίως φύσεως) από τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής.

Να ειπωθεί σε αυτό το σημείο πως ο γράφων προτείνει έναν γεωπολιτικό διαχωρισμό της Ευρώπης με κριτήριο κυρίως τον πυλώνα Πολιτισμού/Πληροφορίας, ο οποίος, ως ο πλέον επιδραστικός και διαχρονικός, καθιστά την ευρωπαϊκή ήπειρο διαχωρισμένη σε τέσσερις μεγάλες κατηγορίες συλλογικοτήτων με βάση κουλτουραλιστικά και γλωσσικά κριτήρια. Έτσι έχουμε από την μιά τις Λατινικές χώρες οι οποίες συνιστούν ένα γεωγραφικό χώρο αποτελούμενο από τις Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Πορτογαλία, τον Γερμανικό κόσμο με προεξάρχουσα δύναμη την Γερμανία και συνεπικουρούμενη από χώρες όπως η Αυστρία, στον οποίο περιλαμβάνω και τις χώρες της Σκανδιναβίας, τον Σλαβικό χώρο με βασική δύναμη την Ρωσία, καθώς και την Αγγλία η οποία λειτουργεί καθαρά ως ξεχωριστός δρών με τα δικά τους χαρακτηριστικά.

Με αυτούς τους χώρους καλείται η Ελλάδα να συνδιαλλαγεί, ως ξεχωριστός εθνογλωσσικός και εθνοθρησκευτικός δρών, με σκοπό όχι μόνο την αντιμετώπιση επιθετικών δρώντων όπως η Τουρκία, αλλά και για άσκηση επιρροής σε έναν χώρο όπως η χερσόνησος του Αίμου, όπου εκεί τα πράγματα είναι ρευστά από εθνοτικής και πολιτισμικής πλευράς και που αποτελούν πεδίο σύγκρουσης όλων των μεγάλων δυνάμεων.

Επομένως η Ελλάδα θα πρέπει να σταθμίσει πολύ σοβαρά τις σχέσεις της με την Γερμανία από εδώ και πέρα, έχοντας στο νου πως η δεύτερη έχοντας μακρά ιστορική και όχι μόνο παράδοση με την Τουρκία δεν πρόκειται για κανένα ευρωπαϊκό ή άλλο όραμα να θυσιάσει αυτή την σχέση. Θα λέγαμε μάλιστα πως η σχέση Γερμανίας – Τουρκίας προσομοιάζει με την «ειδική σχέση» Αγγλίας – ΗΠΑ, πράγμα που διαφαίνεται και στο έργο του γεωστρατηγιστή θεωρητικό Αχμέτ Νταβούτογλου, ο οποίο είχε σαφώς επηρεαστεί από την θεωρία της γερμανικής γεωπολιτικής σκηνής.



ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
×