Γιώργος Σκαφιδάς
Ήταν 12 Νοεμβρίου του 2021, όταν η τουρκική κυβέρνηση φιλοξένησε στην Κωνσταντινούπολη την 8η Σύνοδο Κορυφής του επονομαζόμενου Τουρκικού Συμβουλίου, μια σύνοδο στο πλαίσιο της οποίας το εν λόγω Συμβούλιο αναβαπτίστηκε μάλιστα ως «Οργανισμός Τουρκικών Κρατών». Για να πάρουν μέρος στην τελετή της αναβάπτισης βρέθηκαν εκεί βέβαια και όλοι οι ηγέτες των επονομαζόμενων «τουρκικών κρατών»: του Αζερμπαϊτζάν, του Καζακστάν, της Κιργιζίας, του Ουζμπεκιστάν, της Ουγγαρίας και του Τουρκμενιστάν.
Και ήταν 17 Νοεμβρίου, μόλις ένα πενθήμερο μετά, όταν οι κ.κ. Ερντογάν και Μπαχτσελί παρουσιάστηκαν να ποζάρουν, κατά τη διάρκεια συνάντησης που είχαν στην Άγκυρα, κρατώντας έναν – μπαχτσελικής εμπνεύσεως, σύμφωνα με τα τουρκικά ΜΜΕ – «χάρτη του τουρκικού κόσμου» («Türk Dünyası Haritası»).
Η ημερομηνία και ο χάρτης
Οι εξελίξεις, ως φαίνεται, δεν πέρασαν απαρατήρητες από το Πεκίνο, το οποίο Πεκίνο φέρεται μάλιστα να ενοχλήθηκε:
-επειδή η Σύνοδος του Οργανισμού Τουρκικών Κρατών πραγματοποιήθηκε στις 12 Νοεμβρίου… η οποία 12η Νοεμβρίου έχει όμως καταγραφεί στα χρονικά και ως η ημερομηνία ίδρυσης των Δημοκρατιών του Ανατολικού Τουρκεστάν (1933-1934, 1944-1949), όπερ σημαίνει ότι αποτελεί σημείο αναφοράς για τον εθνικισμό των (υποστηριζόμενων από την Τουρκία) Ουιγούρων που διεκδικούν την ανεξαρτησία-απόσχισή τους από την υπόλοιπη Κίνα,
-αλλά και επειδή στον «χάρτη του τουρκικού κόσμου» («Türk Dünyası Haritası»), που εμφανίστηκαν να κραδαίνουν οι κ.κ. Ερντογάν και Μπαχτσελί, συμπεριλαμβανόταν ως «τουρκικός κόσμος» και η κινεζική επαρχία Ξινγιάνγκ – Σιντζιάνγκ όπου διαβιούν οι (υποστηριζόμενοι από την Τουρκία) αυτονομιστές Ουιγούροι…
Σημειωτέον πως μόλις λίγες εβδομάδες νωρίτερα, πίσω στα τέλη Οκτωβρίου, η Τουρκία είχε για πρώτη φορά συνυπογράψει και διεθνή έκκληση μαζί με περισσότερες από 40 άλλες χώρες, ζητώντας από το Πεκίνο να διασφαλίσει τον πλήρη σεβασμό του κράτους δικαίου και των δικαιωμάτων του Ουιγούρων στην επαρχία Ξινγιάνγκ – Σιντζιάνγκ.
Οι τουρκικές αιχμές προφανώς και δεν άρεσαν καθόλου στο κινεζικό καθεστώς, το οποίο θα έβγαινε μάλιστα άμεσα και στην αντεπίθεση μέσω του αναπληρωτή μονίμου αντιπροσώπου του στα Ηνωμένα Έθνη, Γκενγκ Σουάνγκ (Geng Shuang). Πως;
-Καταγγέλλοντας ως «παράνομα» όσα έχει κάνει η Τουρκία στη βορειοανατολική Σύρια αλλά και στο Ιράκ,
-Ανταλλάσσοντας φραστικά πυρά με τον μόνιμο αντιπρόσωπο της Τουρκίας στον ΟΗΕ Φεριντούν Σινιρλίογλου,
-Και κλείνοντας το μάτι στους Κούρδους.
Τουρκία και Κίνα γιόρτασαν φέτος 50 χρόνια διπλωματικών δεσμών (1971-2021), με τις σχέσεις τους ωστόσο να έχουν περάσει από πολλά σκαμπανεβάσματα μέσα στην εν λόγω πεντηκονταετία, κινούμενες από το «ψύχος» της δεκαετίας του 1990 στην αναθέρμανση της πρώτης περιόδου διακυβέρνησης του AKP, και από την κρίση του 2009 (βλ. πολύνεκρα επεισόδια στην περιοχή Ουρούμκι – Ürümqi) σε μια νέα αναθέρμανση (2010-2018) και από εκεί σε μια νέα φάση επιδείνωσης…
Συγκλίσεις αλλά και κόντρες
«Τουρκία-Κίνα: συγκλίνουν και δοκιμάζουν τις αν(τ)οχές των ΗΠΑ», γράφαμε στο Α&Δ πίσω στις αρχές Φεβρουαρίου (2021), σκιαγραφώντας τότε την κινεζική «απόβαση» στην Τουρκία όπως εκείνη έχει εκδηλωθεί τα τελευταία χρόνια: «μέσα από κινεζικές επενδύσεις σε λιμάνια (Kumport), σε εργοστάσια (Hunutlu Thermal Power Plant στα Άδανα) και σε τουρκικές εταιρείες (Trendyol/Alibaba, Netas/ZTE κ.ά.). Mέσα από τη συμμετοχή κινεζικών εταιρειών σε μεγάλα έργα υποδομών (γέφυρα Γιαβούζ Σουλτάν Σελίμ), αλλά και μέσα από κινεζικά δάνεια (China Development Bank-Turkish Industrial Bank TSKB, Eximbank-Vakıfbank) και συμφωνίες ανταλλαγής νομισμάτων (currency swaps)…».
«Οι κινεζικές εταιρείες στην Τουρκία ξεπερνούν τις 1.000», μας ενημέρωνε η Hürriyet τον Αύγουστο του 2018, ενώ μόλις τον περασμένο Νοέμβριο ο Κινέζος τραπεζίτης Gao Xiangyang έγραφε κι εκείνος για το πως η κινεζική Industrial and Commercial Bank of China (ICBC) «ανθεί» στην Τουρκία.
Προ κορονοϊού, δεδηλωμένη πρόθεση του Πεκίνου ήταν οι κινεζικές επενδύσεις στην Τουρκία να αγγίξουν τα… 6 δισεκατομμύρια δολάρια το 2021, ενώ και ο ίδιος ο Ερντογάν είχε τον Ιανουάριο του 2021 πανηγυρίσει ως «τουρκική επιτυχία» την αγορά εμβολίων κατά του COVID-19 από την Κίνα (Sinovac–CoronaVac).
Οράματα «κινεζοποίησης» – «Κίνα» στη θέση της Κίνας
Ακριβώς έναν χρόνο μετά, στη δύση πια του 2021, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εξακολουθεί να επικαλείται την Κίνα πλην όμως για άλλους λόγους. Μιλώντας ενώπιον στελεχών του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) πίσω στις αρχές Δεκεμβρίου (2021), ο πρόεδρος Ερντογάν έστειλε το μήνυμα ότι η Τουρκία έχει τα φόντα να γίνει μια νέα Κίνα: μια χώρα δηλαδή με φθηνό εργατικό δυναμικό που θα προσελκύει επενδύσεις και θα μπορεί να λειτουργεί ως βάση βιομηχανικής παραγωγής για τα προϊόντα εταιρειών προερχόμενων από το εξωτερικό.
Ιδέες του τουρκικού λόμπι που επανέρχονται
Αξίζει να σημειωθεί ότι το τουρκόφιλο λόμπι των ΗΠΑ είχε κι εκείνο χρόνια πριν, πίσω στις 24 Ιουνίου του 2020 για παράδειγμα, στο πλαίσιο τότε διαδικτυακής εκδήλωσης με τον τίτλο «A time for allies to invest in allies: Turkish American global supply chain» στην οποία είχε μάλιστα συμμετάσχει και ο Ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής Λίντσεϊ Γκρέιχαμ, ρίξει στο τραπέζι ως ιδέα την προοπτική η Τουρκία να αντικαταστήσει κάποια στιγμή την Κίνα ως κορυφαία εφοδιαστική πηγή για τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο ίδιο πλαίσιο, το τουρκόφιλο λόμπι των ΗΠΑ έχει παρουσιάσει την Τουρκία και ως κόμβο για την προώθηση των αμερικανικών συμφερόντων στην αφρικανική ήπειρο, στην οποία όμως αφρικανική ήπειρο έχουν ήδη απλώσει τα πλοκάμια τους… οι Κινέζοι.
Ανταγωνιστικές προς την Κίνα τάσεις
Σημειωτέον πως από την πλευρά της Άγκυρας προωθείται παράλληλα τα τελευταία χρόνια ως προτιμητέα εφοδιαστική οδός – που θα συνδέει την Κίνα με την Τουρκία και άρα την Ευρώπη μέσω Κεντρικής Ασίας και Κασπίας, παρακάμπτοντας το Ιράν – και ο καλούμενος Middle Corridor ή Trans-Caspian East-West-Middle Corridor τον οποίο όμως κάποιοι αντιμετωπίζουν όχι ως συμπληρωματικό αλλά ως ανταγωνιστικό έναντι των νέων κινεζικών «δρόμων του μεταξιού» BRI (ενδεικτικά 1, 2, 3).
Στη σκιά πια της ακραίας απαξίωσης της τουρκικής λίρας η οποία ανακάμπτει μεν πλην όμως παραμένοντας στο 1 προς 11 έναντι του δολαρίου, ο Ερντογάν θυμήθηκε και εκείνος το… κινεζικό μοντέλο που θα μπορούσε να λειτουργήσει, σύμφωνα με τον ίδιο, ως «πρότυπο» για την είσοδο της Τουρκίας σε μια νέα φάση ανάπτυξης.
Με το βλέμμα (και) στην Αφρική
Παράλληλα ωστόσο, το καθεστώς Ερντογάν «θυμήθηκε» και την Αφρική στην οποία άλλωστε έχει επενδύσει αξιοσημείωτο διπλωματικό κεφάλαιο τα τελευταία χρόνια, φιλοξενώντας πίσω στα μέσα Δεκεμβρίου (16-18 Δεκεμβρίου) την 3η Σύνοδο Συνεργασίας Τουρκίας-Αφρικής («Third Türkiye Africa Partnership Summit»)…
Αμφιβολίες
Το εάν η Τουρκία θα μπορούσε να γίνει όντως μια «νέα Κίνα» από οικονομική-βιομηχανική-εφοδιαστική σκοπιά είναι κάτι που αμφισβητείται από τους περισσότερους οικονομολόγους. Η Τουρκία δεν έχει, ούτε μπορεί να πιάσει, τα «μεγέθη» της Κίνας. Δεν έχει τις υποδομές της Κίνας, ούτε την εφοδιαστική της αλυσίδα, ούτε τις επενδύσεις της στο εξωτερικό, αλλά και ούτε και πρόσβαση στις πρώτες ύλες (σπάνιες γαίες κ.ά.) που έχουν οι Κινέζοι, ενώ και πολιτικά είναι πολύ πιο ασταθής από την πατρίδα του Σι Τζινπίνγκ.
Από την άλλη πλευρά βέβαια, η Τουρκία θα μπορούσε όντως να επιχειρήσει να «κινεζοποιηθεί» με το κόστος της εν λόγω «κινεζοποίησης» ωστόσο να βαραίνει πρωτίστως τους ίδιους τους Τούρκους-Κούρδους-Σύριους κ.ά. χαμηλόμισθους (και συχνά ανασφάλιστους ή «μαύρους») εργαζομένους εντός των τουρκικών συνόρων.
Μέσα πίεσης
Σημειώνεται πάντως πως εάν η Κίνα θελήσει να πιέσει την Άγκυρα με αιχμή την οικονομία και το εμπόριο, όπως έχει ήδη κάνει και συνεχίζει να κάνει σε πολλές άλλες περιοχές της υφηλίου, τότε σαφώς και μπορεί. Η ίδια ξεχωρίζει άλλωστε ως ένας από τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της Τουρκίας, μαζί με τη Γερμανία και τη Ρωσία. Ως ένας εταίρος ο οποίος έχει μάλιστα και το εμπορικό ισοζύγιο συντριπτικά (πλεονασματικά) με το μέρος του.
Κατά τα λοιπά, δεν θα πρέπει βέβαια να λησμονούνται και οι δεσμοί που διατηρεί το Πεκίνο με το Ιράκ, το Ιράν, τη Συρία αλλά και με τους Κούρδους (του Ιρακινού Κουρδιστάν κυρίως πλην όμως όχι μόνο), με την υποσημείωση ότι οι εν λόγω δεσμοί θα μπορούσαν – εάν το απαιτήσουν οι συνθήκες – να αξιοποιηθούν και εκείνοι ως μοχλοί πίεσης έναντι της Τουρκίας…
Πηγή: amynanet.gr