Έτος o

Δημοσιεύθηκε: Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2021

Ποια τα πρώτα συμπεράσματα από τη νέα, έκτακτη επικοινωνία Μπάιντεν-Πούτιν

του Κώστα Ράπτη

Η πενηντάλεπτη βιντεοσύσκεψη που είχαν χθες Πέμπτη οι πρόεδροι των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και της Ρωσικής Ομοσπονδίας Βλαντίμιρ Πούτιν αποτέλεσε, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, σημαντικό βήμα για την αποκλιμάκωση των πρωτοφανών εντάσεων που συσσωρεύθηκαν το τελευταίο διάστημα μεταξύ των δύο πυρηνικών δυνάμεων, με αφορμή την ουκρανική κρίση.

Η πρωτοβουλία της νέας αυτής, έκτακτης επικοινωνίας, παρουσιαζόμενης ως μέρους των παραδοσιακών για την εποχή ανταλλαγών ευχών μεταξύ ηγετών, ανήκε ως γνωστόν στον Πούτιν, σε μια εμφανή προσπάθεια να αποκτήσει "τέμπο” η διαπραγματευτική διαδικασία η οποία άνοιξε με την προηγούμενη βιντεοδιάσκεψη των δύο ανδρών στις αρχές του μηνός και έλαβε θεαματική τροπή με την επίδοση στις 15 Δεκεμβρίου και κατόπιν τη δημοσιοποίηση του οιονεί "τελεσιγράφου” της Ρωσίας, με την διατύπωση σε σχέδιο διεθνών συνθηκών με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ αντιστοίχως των "κόκκινων γραμμών” ασφαλείας της Μόσχας, ήτοι της μη περαιτέρω επέκτασης της Ατλαντικής Συμμαχίας προς ανατολάς και της μη ανάπτυξης επιθετικών όπλων κοντά στα ρωσικά σύνορα.

Προφανώς το Κρεμλίνο ήθελε να εξασφαλίσει ότι η συζήτηση δεν θα εκτραπεί σε ένα παιχνίδι εξαγοράς χρόνου, με την αμερικανική πλευρά να καλύπτεται πίσω από άκαμπτους συμμάχους της, όπως οι Βαλτικές Δημοκρατίες, να εστιάζει επιλεκτικά σε τμήμα μόνο των ρωσικών προτάσεων ή να παρεμβάλλει άλλα θέματα, όπως η διαπραγμάτευση μιας νέας συμφωνίας για τα πυρηνικά όπλα – σαν αυτές από τις οποίες οι ίδιες οι ΗΠΑ έχουν αποσυρθεί μονομερώς.

Τι είναι αυτό που δίνει στον Πούτιν την αίσθηση ότι στην παρούσα φάση μπορεί να υπαγορεύσει τον ρυθμό και το περιεχόμενο των διαπραγματεύσεων; Είναι το πλεονέκτημα που έχει αποκτήσει η ρωσική πλευρά από τις εξοπλιστικές της προόδους των τελευταίων ετών και από τη σύσφιξη της συνεργασίας της με την Κίνα και (αφανέστερα) με το Ιράν, νέο μέλος του Συμφώνου της Σαγκάης. Είναι επίσης η εκτίμηση ότι αφενός η παρουσία του "ρεαλιστή” Μπάιντεν ανοίγει ένα παράθυρο ευκαιρίας, την ίδια ώρα που η προεδρία του κάθε άλλο παρά έχει "απογειωθεί” και τα εσωτερικά του προβλήματα του επιβάλλουν να κλείσει τα μέτωπα "πολυτελείας”.

Και ο Μπάιντεν ανταποκρίθηκε. Σύμφωνα με τις on the record και τις off the record ενημερώσεις του Λευκού Οίκου για την χθεσινή συνομιλία, η συνέχεια θα δοθεί στο πλαίσιο του Στρατηγικού Διαλόγου ΗΠΑ-Ρωσίας στις 9 και 10 Ιανουαρίου στη Γενεύη, στη συνεδρίαση του μικτού Συμβουλίου ΗΠΑ-Ρωσίας στις 12 Ιανουαρίου στις Βρυξέλλες, αλλά και σε διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο του ΟΑΣΕ στις 13 Ιανουαρίου.

Η αμερικανική πλευρά ενδιαφέρεται να κατηγοριοποιήσει σε ομόκεντρους κύκλους τα θέματα της ατζέντας και να μην φανεί επ' ουδενί ότι παρακάμπτει τους συμμάχους της. Όμως ό,τι έχει ήδη δρομολογηθεί είναι ακριβώς μια διαπραγμάτευση πρωτίστως διμερής, ενώ όσοι παίκτες δεν διαθέτουν "στρατηγική αυτονομία”, κατά τη ρωσική ορολογία, καλούνται να ακολουθήσουν. Η προβληματική συνοχή και η μειωμένη βαρύτητα της Ευρώπης δεν θα μπορούσε να γίνει περισσότερο σαφής. Άλλωστε, με ηγέτες όπως αυτοί της Γαλλίας και της Γερμανίας, ο Πούτιν έχει ήδη ανοίξει το δικό του κανάλι επικοινωνίας.

Δεν θα πρέπει να διαφύγει της προσοχής επίσης το γεγονός ότι η διαπραγμάτευση προχωρά "από πάνω προς τα κάτω” και όχι, όπως θα ήταν λογικό, με την προετοιμασία του εδάφους αρχικά σε χαμηλότερο, υπηρεσιακό επίπεδο. Όμως αυτό ταιριάζει τόσο με την κατατεθειμένη άποψη του Μπάιντεν ότι μεταξύ μεγάλων δυνάμεων οι άμεσες επαφές μεταξύ ηγετών είναι αναντικατάστατες, όσο και με την εκτίμηση της ρωσικής πλευράς ότι οι αντιστάσεις σε μία συμφωνία θα είναι τόσες εντός της "πολυφωνικής” Ουάσιγκτον, ώστε η μόνη πιθανότητα επιτυχίας να περνά από την παράκαμψη των ιεράκων άνωθεν.

Αναλύοντας τις ανακοινώσεις των δύο προεδρικών μεγάρων αντιλαμβάνεται κανείς ότι τον μεν Κρεμλίνο παρουσιάζει την υιοθέτηση της ατζέντας του ως προαποφασισμένη ήδη από τις αρχές Δεκεμβρίου, ενώ ο ένοικος του Λευκού Οίκου επενδύει τους ελιγμούς του με ένα στοιχείο "αποφασιστικής” ρητορικής, που συνίσταται στην προειδοποίηση ότι η μεν διπλωματία έχει τον ρόλο της, αλλά αν υπάρξουν επιθετικές κινήσεις της Ρωσίας έναντι της Ουκρανίας, τότε θα σημάνει η ώρα σκληρών κυρώσεων, καθώς και ενίσχυσης της ουκρανικής άμυνας.

Όμως η "επαπειλούμενη ρωσική εισβολή" είναι ένα ενδεχόμενο που η δυτική επικοινωνιακή σφαίρα επιμένει να προβάλλει, ενώ τυχόν νέες κυρώσεις θα σημάνουν, όπως προειδοποίησε και χθες η ρωσική πλευρά, ακόμη και διακοπή των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας.

Με άλλα λόγια, ο μεν Μπάιντεν (βαθιά αναμεμιγμένος στο ουκρανικό ζήτημα προσωπικά, ήδη από το 2014 οπότε αποτελούσε τον αντιπρόεδρο του Ομπάμα) θα πρέπει να κινηθεί σε ένα ναρκοπέδιο, όπου παραμονεύουν οι καταγγελίες συμμάχων και εσωτερικών αντιπάλων ότι "συνθηκολογεί”, ενώ αντίθετα ο Πούτιν, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, θα έχει ήδη εξασφαλίσει καθεστώς ισότιμου συνομιλητή των ΗΠΑ και θα έχει νομιμοποιήσει περαιτέρω την άποψη ότι μόνο η επιστροφή στη λογική της "αδιαίρετης συλλογικής ασφάλειας” μπορεί να εγγυηθεί την ειρήνη.
Διαβάστε ακόμα:


Πηγή: capital.gr




ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
×