Έτος o

Δημοσιεύθηκε: Πέμπτη 25 Μαρτίου 2021

Ατρόμητες γυναίκες που σήκωσαν το λάβαρο της Επανάστασης του 1821


Θρυλικές φυσιογνωμίες γένους θηλυκού έδρασαν με απαράμιλλο θάρρος και πρωταγωνίστησαν στον αγώνα για την απελευθέρωση του Γένους

Όταν αναφερόμαστε στη δράση των γυναικών κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821, τα φώτα της προβολής πέφτουν συνήθως στις πιο προβεβλημένες περιπτώσεις, όπως αυτές της Μαντώς Μαυρογένους και της Λασκαρίνας Μπουμπουλίνας.

Από τον Σωτήρη Λέτσιο

Ασφαλώς και δεν επικεντρώνεται αδίκως η προσοχή μας στις δύο αυτές κορυφαίες μορφές του Εθνικού Αγώνα και σε όσα συνεισέφεραν για την απελευθέρωση του Γένους. Πέραν αυτών, όμως, υπάρχουν και άλλες γυναίκες, οι οποίες διαδραμάτισαν ξεχωριστό ρόλο και πρωταγωνίστησαν, επιδεικνύοντας θάρρος, ηγετικό πνεύμα, στρατιωτικές ικανότητες και αυταπάρνηση, τιμώντας τις αξίες του Ελληνισμού. Για αυτό οφείλουμε να εστιάσουμε την προσοχή μας και να αναδείξουμε ορισμένες από αυτές τις θρυλικές φυσιογνωμίες.

Μόσχω Τζαβέλα, η ονομαστή Σουλιώτισσα

Αιώνιο σύμβολο αυτοθυσίας και πατριωτισμού για όλη την ανθρωπότητα έχουν καταστεί με το παράδειγμά τους οι Σουλιώτισσες. Ονομαστή Σουλιώτισσα υπήρξε η Μόσχω Τζαβέλλα, σύζυγος του Λάμπρου Τζαβέλλα και μητέρα του Φώτου.


Οταν σκοτώθηκε ο άνδρας της, η Μόσχω πήρε τη θέση του στη Δημογεροντία των Σουλιωτών και έλαβε μέρος με επιτυχία σε πολλές μάχες κατά των Τουρκαλβανών. Οταν μάλιστα ο Αλή Πασάς κρατούσε όμηρο τον γιο της Φώτο και απειλούσε ότι θα τον ψήσει ζωντανό, εκείνη του μήνυσε ότι προτιμούσε να της στείλει και εκείνης ένα μέρος από το σώμα του για να το φάει, παρά να προδώσει την πατρίδα της!

Το 1792 πολέμησε εναντίον του στρατού του Αλή Πασά, στη μάχη της Καϊάφας, επικεφαλής 400 Σουλιωτισσών! Ηταν τέτοιος ο ηρωισμός και το πάθος εκείνων των γυναικών, ώστε οι Τουρκαλβανοί, κατάπληκτοι, αναγκάστηκαν να τραπούν σε άτακτη φυγή. Η Μόσχω, μετά την καταστροφή του Σουλίου, κατέφυγε πρώτα στην Πάργα και έπειτα στην Κέρκυρα, όπου απεβίωσε το 1803.

Η τόλμη και η επινοητικότητα της Δόμνας Βισβίζη

Μια άλλη σπουδαία αγωνίστρια υπήρξε η Δόμνα Βισβίζη. Οταν ξεκίνησε η Επανάσταση, ο Αντώνιος, ο άντρας της, εξόπλισε το μπρίκι του, «Καλομοίρα», και το έθεσε στη διάθεση του ένοπλου αγώνα. Από την πρώτη στιγμή, η Δόμνα τον ακολούθησε μαζί με τα παιδιά τους και πήρε μέρος, μεταξύ άλλων, στις ναυμαχίες της Λέσβου, της Σάμου και του Ευρίπου.


Στη ναυμαχία του Ευρίπου, ο άντρας της σκοτώθηκε, αλλά η Δόμνα, δίχως να ολιγωρήσει στιγμή, έγινε η ίδια κυβερνήτης στην «Καλομοίρα». Με τόλμη και επινοητικότητα οργάνωνε συνεχώς αποστολές για τη μεταφορά με το πλοίο της πυρομαχικών και τροφίμων, όπου αυτό ήταν αναγκαίο, ενώ συγχρόνως δεν δίσταζε να βάλλει εναντίον τουρκικών στόχων. Απόδειξη του πόσο καθοριστικές υπήρξαν οι παρεμβάσεις της για την πορεία του Αγώνα αποτελεί η αναφορά του Οδυσσέα Ανδρούτσου, ο οποίος είχε επιβεβαιώσει εγγράφως ότι η Δόμνα Βισβίζη έσωσε τους άνδρες του και τον ίδιο με τρόφιμα και πολεμοφόδια, τον Μάιο του 1822.

Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός ότι στο πλοίο της φιλοξενήθηκαν οι συνεδριάσεις του σώματος του «Aρειου Πάγου της Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος». Οταν, ελλείψει χρημάτων, δεν είχε πλέον τη δυνατότητα να συντηρήσει το πλοίο της, το προσέφερε για να χρησιμοποιηθεί ως πυρπολικό. Ετσι, λοιπόν, το πλοίο της έγινε παρανάλωμα του πυρός, παίρνοντας μαζί του στον βυθό του Τσεσμέ μια τουρκική φρεγάτα, η οποία χρησίμευε για τη μεταφορά χρημάτων και χρυσού από το ένα μέρος της αυτοκρατορίας στο άλλο.

Κωνσταντίνα Ζαχαριά: Η Πελοποννήσια που έγινε παράδειγμα με την παλικαριά της

Στην Πελοπόννησο έμεινε γνωστή για την παλικαριά της και η Κωνσταντίνα Ζαχαριά. Από μικρή ηλικία είχε πάρει τον δρόμο της κλεφτουριάς, ακολουθώντας το παράδειγμα του πατέρα της Ζαχαρία Μπαρμπιτσιώτη, ενός ξακουστού αγωνιστή της περιοχής που είχε φονευθεί το 1803 από τους Τούρκους. Αμέσως μετά την κήρυξη της Επανάστασης, οι Τούρκοι αρχίζουν να εγκαταλείπουν πανικόβλητοι τα οχυρά τους στη Μεσσηνία και τη Λακωνία, καταδιωκόμενοι από ομάδες Ελλήνων αγωνιστών. Σε μια από αυτές τις ομάδες -η οποία αποτελείτο από 500 άτομα- ηγείτο η Κωνσταντίνα Ζαχαριά. Η Κωνσταντίνα είχε υψώσει, μάλιστα, το δικό της λάβαρο, μια σημαία λευκού χρώματος με γαλάζιο σταυρό. Την ακολουθούσαν πολλές γυναίκες από τη Λακωνία, κρατώντας όπλα και οτιδήποτε άλλο θα χρησίμευε ως οπλισμός.


Σύμφωνα με τις αφηγήσεις του Γάλλου περιηγητή Πουκεβίλ, ήταν τέτοια η ορμητικότητα και το μαχητικό πνεύμα που διέκριναν την ομάδα της Κωνσταντίνας, ώστε οι Τούρκοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν και να κλειστούν στο φρούριο του Μυστρά. Η πορεία, όμως, αυτής της ομάδας δεν ανακόπηκε σε εκείνο το σημείο. Κινείται παράλληλα προς τις όχθες του ποταμού Ευρώτα και φτάνει στο χωριό Λεοντάρι. Εκεί, η Κωνσταντίνα ορμά και κατεβάζει την τουρκική σημαία από όλα τα τεμένη, και πυρπολεί την οικία του τοπικού βοεβόδα. Προσπαθώντας αυτός να ξεφύγει, πέφτει νεκρός από το πιστόλι της.

Αξίζει να αναφέρουμε και τη μαρτυρία του Αγγλου περιηγητή Μπλακουάιαρ, ο οποίος τη συνάντησε μάλλον πριν από το 1825, στη Γαστούνη. Ο ίδιος είχε υπολογίσει ότι έπρεπε τότε να ήταν περίπου 20 χρόνων. Σε αυτόν είχε αποκαλύψει πως είχε πάρει μέρος στην πολιορκία της Πάτρας, όπου πληγώθηκε. Ετσι, αναγκάστηκε να γυρίσει στη Γαστούνη, προκειμένου να αναρρώσει. Στην ερώτηση του Μπλακουάιαρ τι σκόπευε να κάνει από εκεί και μετά, η ίδια απάντησε με αποφασιστικότητα: «Θα ξαναγυρίσω στο πόστο μου και θα πολεμήσω ώσπου να χαθεί κι ο τελευταίος Τούρκος από τον Μοριά!»

Σύμφωνα με τις ιστορικές πηγές, η Κωνσταντίνα πήρε μέρος και στη μάχη του Διρού (1826). Εκεί, έγραψαν σελίδες ηρωισμού και δόξας οι Μανιάτισσες, οι οποίες, έχοντας για όπλο τα δρεπάνια του θερισμού, προκάλεσαν ανεπανόρθωτο πλήγμα στον αιγυπτιακό στρατό του Ιμπραήμ Πασά.

Η αγωνίστρια της Τριπολιτσάς, Σταυριάνα Σάββαινα

Η γη της Μάνης ανέδειξε πληθώρα από γυναίκες ηρωίδες. Κορυφαία αγωνίστρια, μεταξύ άλλων, υπήρξε η Σταυριάνα Σάββαινα. Είχε παντρευτεί τον εύπορο πρόκριτο από τη Σπάρτη Γιωργάκη Σάββα, τον οποίο οι Τούρκοι απαγχόνισαν στον Μυστρά κατά τις πρώτες ημέρες της Επανάστασης. Φημισμένη για την ομορφιά, το δυναμικό παράστημα και τη βροντώδη φωνή της, η Σταυριάνα ζώστηκε τα όπλα και κατατάχθηκε στο στρατιωτικό σώμα του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Πήρε μέρος στην πολιορκία της Τριπολιτσάς και στις μάχες του Βαλτετσίου στο πλευρό του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, ενώ συμμετείχε και στις μάχες των Τρικόρφων και του εν τη Μεσσηνία Αλμυρού.

Η «Εφημερίς των Κυριών» είχε γράψει για εκείνη: «Η Σταυριάνα, μόνη μεταξύ των ανδρών, αψηφούσε τις σφαίρες και μετέφερε τις πυριτιδοβολές από προμαχώνος εις προμαχώνα. Οι περί τον Κολοκοτρώνη Μαυρομιχάλης και Πλαπούτας δυσκολεύονταν να πιστέψουν ότι γυναίκα είχε τόσο θάρρος». Παρόμοια περιγραφή γίνεται και από τον ιστορικό Ιωάννη Φιλήμονα, όταν αναφέρεται στη μάχη του Βαλτετσίου: «Λάκαινα τις, Σταυριάνα ονομαζομένη, εθελόπονος ως συστρατιώτης υπό τον Κυριακούλη Μαυρομιχάλη και μετ’ αυτού συναποκλεισθείσα εν τω Βαλτετσίω, μόνη ετόλμα συνεχώς εξέρχεσθαι από του ενός εις τον άλλον προμαχώνα και διανέμει πυριτιδοβολάς, όπου η ανάγκη εκάλει. Ην δε φύσεως ανδρικής, μελανίζουσα, αναστήματος υψηλού, εξαισίας γενναιοψυχίας, βαδίζουσα ως ανήρ και ομιλούσα ως στρατιώτης».

Ο Ιωάννης Καποδίστριας τη βοηθούσε δίνοντάς της ένα μικρό ποσό, επειδή ήθελε κατ’ αυτόν τον τρόπο να την ανταμείψει για τις υπηρεσίες της προς την πατρίδα. Ο Όθωνας ωστόσο δεν έδειξε το παραμικρό ενδιαφέρον, και αυτή επιβίωνε χάρη στις συνδρομές από οικογένειες των αγωνιστών. Η Σταυριάνα Σάββαινα πέθανε το 1868 στο Ναύπλιο, πλήρης ημερών, αλλά πάμπτωχη. Για τα έξοδα της κηδείας της χρειάστηκε να πραγματοποιηθεί έρανος!

Αγόρω Η Αγραφιώτισσα, η καπετάνισσα της Ρούμελης

Άξια εκπρόσωπος της ανυπότακτης κλεφτουριάς στην περιοχή των Αγράφων υπήρξε η Αγόρω η Αγραφιώτισσα, γνωστή και με την ονομασία «Καπετάνισσα της Ρούμελης». Η Αγόρω είχε συγκροτήσει το δικό της κλέφτικο σώμα, το οποίο αποτελείτο τόσο από άντρες όσο και από γυναίκες, και δρούσε κυρίως στην περιοχή των Αγράφων από το 1810 και μετά.

Τα κατορθώματά της εναντίον των Τούρκων εξυμνήθηκαν από το δημοτικό τραγούδι, ενώ παροιμιώδης έχει μείνει και η αυστηρότητά της, όταν κάποιος από την ομάδα της δεν τηρούσε τους άγραφους νόμους της κλεφτουριάς. Μετά τον θάνατο του Κατσαντώνη απέμεινε μόνη αυτή, με το δικό της ασκέρι, να συνεχίζει τον πόλεμο ενάντια στους κατακτητές. Σε κάποια μάχη με τους Οθωμανούς, γύρω στα 1820, τα βόλια των απίστων την πέτυχαν πισώπλατα, στερώντας την Ελλάδα από μια ατρόμητη αγωνίστρια.

Ελισάβετ Υψηλάντη, η πρωτομάνα των Φιλικών

Καθοριστική υπήρξε και η συμβολή όσων γυναικών ανέπτυξαν δράση εντός της Φιλικής Εταιρείας. Παράλειψη σοβαρή θα ήταν να μη μνημονεύσουμε την Ελισάβετ Υψηλάντη, μητέρα του Αλέξανδρου, του Δημήτριου και του Νικόλαου Υψηλάντη. Αποκαλούνταν «πρωτομάνα των Φιλικών», λόγω του ότι δεν δίστασε να προσφέρει όλη την περιουσία της για την ευόδωση των σκοπών της Επανάστασης. Στο αρχοντικό της συγκεντρώνονται τα μέλη της Φιλικής Εταιρείας στις 16 Φεβρουαρίου 1821, προκειμένου να αποφασίσουν πώς θα οργανωθεί η Επανάσταση. Στο δικό της σαλόνι ελήφθη η τελική απόφαση για την έναρξη των στρατιωτικών επιχειρήσεων.


Μάλιστα, ενώπιόν της συντάχθηκε και η εμβληματική προκήρυξη «Μάχου υπέρ πίστεως και πατρίδος». Πριν την υπογράψει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης, ζήτησε από τη μητέρα του να διαθέσει όλη την ακίνητη περιουσία της οικογένειας στον αγώνα. Και, όταν αυτή δέχθηκε, της φίλησε το χέρι. Μάλιστα, ολοκλήρωσε την προκήρυξη σημειώνοντας στο κείμενο -θέλοντας έτσι στην πράξη να τιμήσει την προσφορά της μητέρας του- και την εξής φράση: «Ασπάζομαι την χείρα της μητρός μου».

Η κατάσκοπος Μαριγώ Ζαραφοπούλα

Πολύτιμη στο έργο της Φιλικής Εταιρείας ήταν η συνδρομή της Μαριγώς Ζαραφοπούλα. Μυήθηκε σε αυτήν στις αρχές του 1821 στην Κωνσταντινούπολη, όπου διέμενε με την οικογένειά της. Διέθεσε μεγάλα χρηματικά ποσά προκειμένου να στηρίξει το έργο των Φιλικών, ενώ ακόμη και με κίνδυνο της ζωής της μετέφερε πληροφορίες και εμπιστευτικά έγγραφα χωρίς να γίνει αντιληπτή από τις τουρκικές Αρχές.

Χρησιμοποιώντας τις γνωριμίες της στην Υψηλή Πύλη κατάφερε να σώσει πολλά μέλη της Εταιρείας από τη σύλληψη, ενώ συνέβαλε και στη δραπέτευση των γιων του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, οι οποίοι ήταν αιχμάλωτοι στην Κωνσταντινούπολη. Κατάφερε να διαφύγει από την Πόλη και να βρεθεί στην Υδρα.


Διέθεσε μεγάλο μέρος της περιουσίας της για να χρηματοδοτήσει τις πολεμικές επιχειρήσεις των Ελλήνων, ενώ, ούσα πλέον στην Πελοπόννησο, συνέλεγε πληροφορίες για τις κινήσεις των Τούρκων, με την ιδιότητα πλέον της κατασκόπου.

Πηγή: newsbreak.gr


ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
×