Έτος o

Δημοσιεύθηκε: Πέμπτη 7 Ιανουαρίου 2021

Το φλερτ Μεγάλης Βρετανίας - Τουρκίας ως πηγή ανησυχίας για τη Δύση (ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ!)

Γιώργος Σκαφιδάς

«… το 2021 θα είναι μια πραγματικά ξεχωριστή χρονιά λόγω του εορτασμού της επετείου των διακοσίων χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση […] Κι εμείς στη Βρετανία είμαστε περήφανοι για τον ρόλο που διαδραματίσαμε στις δεκαετίες του 1820 και 1830 ώστε να βοηθήσουμε να αναγεννηθεί η Ελλάδα και να πάρει τη θέση της μεταξύ των ανεξάρτητων κρατών», γράφει στην Καθημερινή (3/1/21) η – ομιλούσα άπταιστα την ελληνική γλώσσα – πρέσβειρα του Ηνωμένου Βασιλείου στη χώρα μας, Κέιτ Σμιθ. Συνεχίζοντας, η κυρία Σμιθ μάλιστα υπογραμμίζει ότι «… δεν είναι ίσως τόσο δύσκολο», δεδομένων των συνθηκών που έχει δημιουργήσει ο αγώνας κατά της πανδημίας, «ακόμη κι από την απόσταση των διακοσίων χρόνων, να έρθουμε στη θέση των επαναστατών εκείνης της εποχής»…

Μόλις λίγα 24ωρα νωρίτερα ωστόσο, στο όνομα του post-Brexit οράματος μιας – εκτός ΕΕ μεν, «παγκόσμιας» δε – Βρετανίας («Global Britain»), μια άλλη Βρετανίδα αξιωματούχος (επίσης απόφοιτος της Οξφόρδης, όπως και η Σμιθ), η υπουργός Εμπορίου Λιζ Τρας θα υπέγραφε συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Τουρκία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

«Έπειτα από χρόνια καταστροφικής οικονομικής κακοδιαχείρισης και άγριων διαφωνιών με τις ΗΠΑ και την ΕΕ για την τουρκική πολιτική απέναντι σε Ρωσία, Συρία, Λιβύη, Ελλάδα και Κύπρο, ο Ερντογάν χρειαζόταν επειγόντως μια νίκη», γράφει ο Σάιμον Τίσνταλ στον Guardian. Μια νίκη την οποία η βρετανική κυβέρνηση θα του χάριζε απλόχερα, αδιαφορώντας όμως για ανθρώπινα δικαιώματα και αξίες, όπως σημειώνει ο Βρετανός αναλυτής.

Ο δεύτερος καλύτερος πελάτης διεθνώς

Για την Τουρκία και τις τουρκικές εξαγωγές, το Ηνωμένο Βασίλειο ξεχωρίζει ως η δεύτερη μεγαλύτερη αγορά διεθνώς έπειτα από εκείνη της Γερμανίας. Ως ο δεύτερος καλύτερος πελάτης δηλαδή για τα made in Turkey προϊόντα (υφάσματα, οικιακές συσκευές κ.ά.) στο εξωτερικό. Ξεχωρίζει, όμως, και ως μια από τις (όχι πολλές) χώρες έναντι των οποίων η Άγκυρα διατηρεί πλεονασματικό ισοζύγιο συναλλαγών. Οι Τούρκοι, με άλλα λόγια, εξάγουν στη Μεγάλη Βρετανία πολύ περισσότερα από όσα εισάγουν, με το ύψος των τουρκικών εξαγωγών να προσεγγίζει τα 11,3 δισ. δολ. για το έτος 2019 (σύμφωνα με την Άγκυρα), ξεπερνώντας κατά πολύ τις τουρκικές εισαγωγές που κατά την ίδια περίοδο θα ανέρχονταν σε 5,6 δισ. δολ.

«Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι ένας από τους λιγοστούς εναπομείναντες φίλους της Τουρκίας στη Δύση […] Οι σχέσεις Ηνωμένου Βασιλείου-Τουρκίας ενδυναμώθηκαν τα τελευταία χρόνια ενώ οι σχέσεις και των δύο χωρών με την Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν επιδεινωθεί», γράφουν οι Σαμ Λόου και Λουίτζι Σκατσιέρι στην ιστοσελίδα του Centre for European Reform, υπογραμμίζοντας μάλιστα με νόημα ότι η Μεγάλη Βρετανία «έχει υπάρξει λιγότερο επικριτική από άλλες Ευρωπαϊκές χώρες» απέναντι στις τουρκικές κινήσεις στο μέτωπο της Λιβύης.

Η BAE Systems επεκτείνεται στην Τουρκία

Ήταν Ιανουάριος του 2017, έπειτα από την έναρξη της πρώτης τουρκικής στρατιωτικής εισβολής στη Συρία («Ασπίδα του Ευφράτη») και παράλληλα με τις μαζικές εκκαθαρίσεις κατά επικριτών του τουρκικού καθεστώτος στο εσωτερικό, όταν η Βρετανίδα τότε πρωθυπουργός Τερίσα Μέι βρέθηκε στην Άγκυρα για επαφές με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, επαφές στο πλαίσιο των οποίων οι Βρετανοί (BAE Systems) συμφωνήσουν να συνεργαστούν στενά με την τουρκική πολεμική αεροπορία (Turkish Aerospace Industries) προκειμένου η τελευταία να αναπτύξει το δικό της 5ης γενιάς μαχητικό αεροσκάφος TF-X (αν και στην πορεία η εν λόγω συνεργασία θα συναντούσε σκοπέλους, με τη βρετανική Rolls-Royce να αντιδρά στους όρους διαμοιρασμού της βρετανικής τεχνογνωσίας που επιχειρούσε να θέσει η τουρκική Kale Group).

Τον Μάιο του 2018, στον απόηχο των τουρκικών στρατιωτικών εισβολών («Κλάδος Ελαίας») στη βορειοδυτική Συρία (Αφρίν, Ιντλίμπ), θα ήταν πια η σειρά του Ερντογάν να επισκεφθεί το Ηνωμένο Βασίλειο, με τα δημοσιεύματα (Middle East Eye) τότε να υποστηρίζουν ότι η Μεγάλη Βρετανία έχει – από το αποτυχημένο τουρκικό πραξικόπημα του 2016 και έπειτα – πουλήσει στην Τουρκία όπλα αξίας μεγαλύτερης των 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων. 

«Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει εγκρίνει πωλήσεις όπλων αξίας 1,3 δισ. στερλινών στην Τουρκία από το 2013 και μετά. Εταιρείες του Ηνωμένου Βασιλείου βοήθησαν την Τουρκία να αναπτύξει οπλισμένα drones, ενώ η BAE Systems βοηθά την Τουρκία να αναπτύξει το δικό της μαχητικό αεροσκάφος», σημειώνει στην ιστοσελίδα της η βρετανική Campaign Against Arms Trade.

Και προσλήψεις στην Άγκυρα

Σημειωτέον ότι οι Βρετανοί είχαν επιχειρήσει να συνεργαστούν με την Τουρκία και στο παρελθόν, για παράδειγμα στο μέτωπο της ανάπτυξης της φρεγάτας TF-2000. Όσο για τη βρετανική BAE Systems, εκείνη αξίζει να σημειωθεί ότι επί του παρόντος (αρχές Ιανουαρίου 2021) κάνει… προσλήψεις έχοντας προκηρύξει θέσεις εργασίας για μηχανικούς κ.ά. στην Άγκυρα, με στόχο «να επεκτείνει την παρουσία της στην Τουρκία» όπως σημειώνεται, κι αυτό μάλιστα σε «στενή συνεργασία» με την Turkish Aerospace Industries και την τουρκική πολεμική αεροπορία για την ανάπτυξη του τουρκικού μαχητικού TF-X.

Η βρετανική BAE Systems μαζί με την τουρκική Nurol Holding συμπράττουν, άλλωστε, ως (συμ)μέτοχοι και στην αμυντική βιομηχανία-κοινοπραξία FNSS που έχει την έδρα της στην Άγκυρα και παραρτήματα σε Μαλαισία, Ομάν, Ινδονησία. Βρετανοί και Τούρκοι έχουν επίσης συνεργαστεί στο πλαίσιο της παραγωγής του μεταγωγικού αεροσκάφους A400M Atlas, ενώ βρετανικές εταιρείες (όπως για παράδειγμα η Leonardo και η – πλέον υπό αμερικανική ιδιοκτησία – EDO MBM) έχουν λειτουργήσει ως προμηθευτές για τις τουρκική αμυντική βιομηχανία.

Υπερ των τουρκικών εισβολών στη Συρία

Υπό το πρίσμα των τουρκοβρετανικών βιομηχανικών συγκλίσεων, αποκτά νόημα και εκείνο το τιτίβισμα του σημερινού πρωθυπουργού της Βρετανίας Μπόρις Τζόνσον που τον Ιανουάριο του 2018, τότε ως υπουργός Εξωτερικών, έπαιρνε θέση υπέρ των τουρκικών στρατιωτικών επιχειρήσεων κατά των Κούρδων στη βορειοδυτική Συρία υποστηρίζοντας μάλιστα ότι έτσι – δια της εισβολής δηλαδή στα εδάφη μιας ξένης χώρας – η Τουρκία «θέλει να κρατήσει ασφαλή τα σύνορά της».

Βρετανοί (Αϊντεν Τζέιμς, Ντάνιελ Μπερκ κ.ά.) που είχαν πολεμήσει ως εθελοντές μαζί με τους (συμμάχους των Αμερικανών) Κούρδους κατά των τζιχαντιστών στη βόρεια Συρία θα οδηγούνταν στις βρετανικές φυλακές ως «τρομοκράτες» κατά την επιστροφή τους πίσω στην πατρίδα… προτού τελικώς απελευθερωθούν – έπειτα από μήνες κάποιοι – χωρίς όμως να δικαιούνται τίποτα, ούτε αποζημίωση, ούτε συγγνώμη. Οι εν λόγω υποθέσεις έμελλε να δώσουν τροφή σε υποψίες-καταγγελίες περί τουρκικού παρεμβατισμού επί των βρετανικών εσωτερικών υποθέσεων…

Για την ιστορία και μόνο, προκειμένου να καταγραφεί στα «πρακτικά» ως «μνημείο» υποκριτικού πολιτικού καιροσκοπισμού, υπενθυμίζεται πως ήταν ο ίδιος ο Μπόρις Τζόνσον (που σήμερα υπογράφει συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Τουρκία, πανηγυρίζοντας για τη σύσφιξη των τουρκοβρετανικών δεσμών) που το 2016 έκανε εκστρατεία υπέρ του εξόδου της Βρετανίας από την ΕΕ με επιχείρημα-φόβητρο την προοπτική η Τουρκία να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φωτογραφίζοντας μάλιστα την εν λόγω προοπτική ως απειλή για τον Βρετανούς ψηφοφόρους και το βρετανικό εθνικό σύστημα υγείας… αν και δισέγγονος ο ίδιος του Αλί Κεμάλ.

Υπό το πρίσμα των τουρκοβρετανικών βιομηχανικών συγκλίσεων, αποκτά νόημα και η επίμονη άρνηση της βρετανικής κυβέρνησης να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία των Αρμενίων ως «γενοκτονία». «Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου ακόμη αρνείται να χρησιμοποιήσει τη λέξη “γενοκτονία” σχετικά με τη συστηματική σφαγή των Αρμενίων κατά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι στρατηγικοί και οικονομικοί δεσμοί μας με την Τουρκία θεωρούνται πολύ πολύτιμοι για να διαταραχθούν», έγραφε με καυστική διάθεση ο Τζάιλς Φρέιζερ στο Unherd τον Απρίλιο του 2019.

Βρετανοί και Τούρκοι «επενδύουν» εδώ και χρόνια στη σύγκλιση, μέσα από επιχειρηματικές-πολιτικές συμφωνίες και έργα κοινού ενδιαφέροντος. Το ετήσιο Turkish–British Tatlıdil Forum έμελλε να γίνει θεσμός τα προηγούμενα χρόνια (προ-κορονοϊού), ενώ ο Βρετανός πρέσβης στην Άγκυρα Ντόμινικ Τσίλκοτ έχει κατ’ επανάληψη πλέξει το εγκώμιο της Τουρκίας (1, 2) μέσα από τις (ιστο)σελίδες του αγγλόφωνου τουρκικού Τύπου. Όσο για τον νέο επικεφαλής των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών (MI6), εκείνος είναι ο Ρίτσαρντ Μουρ, άλλοτε πρέσβης της Μεγάλης Βρετανίας στην Άγκυρα (και – ειρήσθω εν παρόδω – οπαδός της τουρκικής ποδοσφαιρικής ομάδας Beşiktaş).

«Και τι μας νοιάζει εμάς, ας κάνουν ό,τι θέλουν», θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς αναφερόμενος στο τουρκοβρετανικό φλερτ, με τον Σάμιουελ Ραμάνι ωστόσο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης να σημειώνει με νόημα πως έτσι, μέσω Βρετανίας δηλαδή, η Τουρκία εξασφαλίζει μεγαλύτερα περιθώρια διαπραγματευτικών ελιγμών έναντι των ΗΠΑ και της ΕΕ…

Πηγή: amynanet.gr


ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
×