
Να καταθέσουν τα όπλα κάλεσε τα μέλη του PKK ο ηγέτης της κουρδικής οργάνωσης, Αμντουλάχ Οτσαλάν, σε μία ιστορική κίνηση
ΜΑΡΙΛΕΝΑ ΚΟΥΝΤΟΥΡΗ
Κάλεσμα στα μέλη του PKK να καταθέσουν τα όπλα προκειμένου να ξεκινήσει μία ειρηνευτική διαδικασία με το τουρκικό κράτος, απηύθυνε ο επί 26 χρόνια κρατούμενος ηγέτης της κουρδικής οργάνωσης, Αμπντουλάχ Οτσαλάν.
Η σχετική δήλωση του Κούρδου ηγέτη,o oποίος δημιούργησε το PKK το 1978, διαβάστηκε στα τουρκικά και τα κουρδικά.
O Oτσαλάν, μεταξύ άλλων, τόνισε: “Το κάλεσμα που έκανε ο Ντεβλέτ Μπαχτσελί, η βούληση που εξέφρασε ο πρόεδρος και η θετική ανταπόκριση όλων των κομμάτων δημιούργησαν το κατάλληλο περιβάλλον για να ζητήσω την κατάθεση των όπλων. Αναλαμβάνω την ιστορική ευθύνη αυτού του καλέσματος. Ολες οι ομάδες του PKK θα πρέπει να αυτοδιαλυθούν.
Η εξέλιξη είναι σαφώς ιστορική μετά από δεκαετίες αντάρτικου αγώνα των Κούρδων της Τουρκίας που είχε ως τελικό στόχο την αυοδιάθεση.
Παρά πάντως την έκκληση Οτσαλάν, ο οποίος παραμένει μία εμβληματική φιγούρα του κινήματος, είναι αμφίβολο αν οι μαχητές του PKK προχωρήσουν πράγματι στην αυτοδιάλυση των ομάδων τους.
Για την Τουρκία ο αγώνας του PKK συνιστούσε ανοιχτή πληγή. Απασχαλούσε ισχυρές και πολυπληθείς ομάδες του στρατού και προκαλούσε απώλειες οι οποίες με τη σειρά τους έφερναν λαϊκή δυσαρέσκεια.
Η Αγκυρα τα τελευταία χρόνια είχε σκληρύνει τη στάση της, πείθοντας και τη Δύση να χαρακτηριστεί το PKK τρομοκρατική οργάνωση. Εκτοτε η επίσημη Τουρκία προβαίνει σε διωγμούς Κούρδων στην Τουρκία δια ασήμαντον αφορμή.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο εκ των ηγετών του HDP, του φιλοκουρδικού κόμματος που μετονομάστηκε σε DEP, Σελαχαντίν Ντεμιρτάς παραμένει φυλακισμένος σε φυλακές υψίστης ασφαλείας στην Ανδριανούπολη. Εκλεγμένοι δήμαρχοι παύονται από τη θέση τους, δημόσιοι λειτουργοί συλλαμβάνονται υπό το πρόσχημα της υποστήριξης σε τρομοκρατική ομάδα.
Ιδού και η σχετική φωτό από την ανακοίνωση που είναι η πρώτη του Οτσαλάν μετά από πολλά χρόνια.
Το χρονικό
Η υπόθεση του Αμπντουλάχ Οτσαλάν και η εμπλοκή της Ελλάδας αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες διπλωματικές κρίσεις της δεκαετίας του 1990. Ο ηγέτης του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), καταζητούμενος από την Τουρκία και τις ΗΠΑ, αναζητούσε καταφύγιο σε ευρωπαϊκές χώρες, αλλά καμία δεν του παρείχε άσυλο υπό την πίεση της Άγκυρας.
Η Ελλάδα αρχικά αρνήθηκε κάθε εμπλοκή, ωστόσο, στην πορεία βρέθηκε στο επίκεντρο του διεθνούς θρίλερ, που κατέληξε στη σύλληψή του στις 15 Φεβρουαρίου 1999 στο Ναϊρόμπι της Κένυας, από την τουρκική ΜΙΤ, με τη στήριξη των ΗΠΑ και του Ισραήλ.
Το γεγονός αυτό προκάλεσε πολιτική κρίση, με τρείς υπουργούς της κυβέρνησης Σημίτη να παραιτούνται, ενώ οι αντιδράσεις των Κούρδων στην Ευρώπη πήραν ακραίες διαστάσεις, με επιθέσεις σε ελληνικές πρεσβείες και αυτοπυρπολήσεις διαδηλωτών.
Η υπόθεση χαρακτηρίστηκε διεθνές διπλωματικό φιάσκο για την Ελλάδα και άφησε βαθιά τραύματα στις ελληνοκουρδικές σχέσεις.
Το χρονολόγιο της υπόθεσης Οτσαλάν
Το ανθρωποκυνηγητό για τη σύλληψη του Οτσαλάν διήρκεσε σχεδόν πέντε μήνες, καθώς καμία χώρα δεν ήθελε να του προσφέρει άσυλο.21 Σεπτεμβρίου 1998: Ο Οτσαλάν εγκαταλείπει τη Συρία μετά από απειλές της Τουρκίας για στρατιωτική επέμβαση. Μεταβαίνει στην Ελλάδα ως ενδιάμεσος σταθμός πτήσης από τη Δαμασκό προς τη Στοκχόλμη. Ο τότε αρχηγός της ΕΥΠ, Χαράλαμπος Σταυρακάκης, ενημερώνει τον Σάββα Καλεντερίδη, ο οποίος τον αναγνωρίζει στην αίθουσα αφίξεων και τον οδηγεί σε ειδικό χώρο της ΕΥΠ. Ο Οτσαλάν υποστηρίζει ότι έχει λάβει άδεια από την ελληνική κυβέρνηση, κάτι που η ΕΥΠ διαψεύδει. Ο Κώστας Σημίτης αρνείται να τον δεχθεί.
Οκτώβριος 1998: Ο Οτσαλάν, συνοδευόμενος από τον Καλεντερίδη, ταξιδεύει στη Ρωσία όπου του έχουν απευθύνει πρόσκληση. Από τη Μόσχα, κάνει αιτήσεις σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, αλλά οι περισσότερες αρνούνται να τον δεχτούν.
12 Οκτωβρίου 1998: Φτάνει στη Ρώμη, όπου συλλαμβάνεται, αλλά η Ιταλία αρνείται την έκδοσή του στην Τουρκία, επικαλούμενη τη θανατική ποινή.
Νοέμβριος 1998 – Ιανουάριος 1999: Χάνονται τα ίχνη του, με αντικρουόμενες πληροφορίες για το πού βρίσκεται.
29 Ιανουαρίου 1999: Με πρωτοβουλία του απόστρατου αξιωματικού Αντώνη Ναξάκη, μεταφέρεται ξανά στην Ελλάδα από την Αγία Πετρούπολη, χωρίς επίσημη έγκριση. Η κυβέρνηση διατάζει την απομάκρυνσή του.
1 Φεβρουαρίου 1999: Επιστρέφει στην Αθήνα, όπου παραμένει δύο ώρες, πριν μεταφερθεί μυστικά σε σταθμό της ΕΥΠ στην Κέρκυρα.
2 Φεβρουαρίου 1999: Κατόπιν εντολής της κυβέρνησης, μεταφέρεται στην Κένυα, όπου φιλοξενείται στην ελληνική πρεσβεία στο Ναϊρόμπι.
10-13 Φεβρουαρίου 1999: Οι ελληνικές αρχές τον πιέζουν να εγκαταλείψει την πρεσβευτική κατοικία. Ζητά πολιτικό άσυλο, αλλά το αίτημά του απορρίπτεται.
15 Φεβρουαρίου 1999: Οι κενυατικές αρχές τον μεταφέρουν προς το αεροδρόμιο. Όταν έφτασε στο διάδρομο απογείωσης, πίστευε πως θα μεταφερθεί στην Ολλανδία. Μόλις μπήκε στο αεροσκάφος, τον συνέλαβε η τουρκική ΜΙΤ, με τη στήριξη των ΗΠΑ και της Mossad.
Η πολιτική κρίση στην Ελλάδα
Η διαχείριση της υπόθεσης προκάλεσε σοβαρούς τριγμούς στην ελληνική κυβέρνηση. Οι χειρισμοί χαρακτηρίστηκαν χαοτικοί και ερασιτεχνικοί, με αποτέλεσμα την παραίτηση τριών υπουργών:Θεόδωρος Πάγκαλος (Υπουργός Εξωτερικών)
Αλέκος Παπαδόπουλος (Υπουργός Εσωτερικών)
Φίλιππος Πετσάλνικος (Υπουργός Δημόσιας Τάξης)
Η υπόθεση χαρακτηρίστηκε ως διπλωματική ήττα για την χώρα μας, με τον Οτσαλάν να κατηγορεί την ελληνική κυβέρνηση από τη φυλακή για προδοσία, ενισχύοντας την οργή των Κούρδων.
Οι αντιδράσεις τόσο στην Ελλάδα όσο στην Ευρώπη ήταν βίαιες. Στην Αθήνα – για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους – Κούρδοι πολιτικοί πρόσφυγες αυτοπυρπολήθηκαν σε ένδειξη διαμαρτυρίας ενώ σε πολλές χώρες χιλιάδες Κούρδοι διαδήλωσαν, καταλαμβάνοντας ελληνικές πρεσβείες. Στο Βερολίνο, δε, προσπάθησαν να καταλάβουν το ισραηλινό προξενείο και δέχθηκαν πυρά από Ισραηλινούς φρουρούς.
Οι τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα της χώρας μας, αμέσως μετά τη σύλληψη Οτσαλάν, άρχισαν να ξεπλέκουν το νήμα της ιστορίας. Τα συνθηματικά που χρησιμοποιούσαν οι πρωταγωνιστές για να μην τους καταλαβαίνουν όταν μιλάνε για το θέμα, διαδόθηκαν ευρέως. Ο υπουργός Εξωτερικών Θεόδωρος Πάγκαλος αποκαλούνταν «μεγάλος τραγουδιστής», ο πράκτορας Σάββας Καλεντερίδης «δεσποινίδα Κατεχάκη» και η πρεσβευτική κατοικία «εθνικά χρώματα», ενώ ο Οτσαλάν «γιαγιά»!
Όπως είχε δηλώσει στο NEWS 24/7 ο καθηγητής στρατηγικής επικοινωνίας, Αθανάσιος Ν. Σαμαράς, “η σύλληψη του Οτσαλάν αποτέλεσε μία κρίση, η ευθύνη της οποίας αποδόθηκε στην κυβέρνηση Σημίτη, ρίχνοντας το ΠΑΣΟΚ στο χαμηλότερο ποσοστό του από το 1981”. Παρά την αρχική πτώση στις δημοσκοπήσεις, το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να ανακάμψει, κερδίζοντας οριακά τις εκλογές του 2000.
Η δίκη και η κράτηση του Οτσαλάν
Μετά τη σύλληψή του, ο Οτσαλάν μεταφέρθηκε στην Τουρκία, όπου οδηγήθηκε σε δίκη, η οποία, όπως ήταν αναμενόμενο, προσέλκυσε το διεθνές ενδιαφέρον. Η διαδικασία ξεκίνησε στις 31 Μαΐου 1999 στο νησί Ιμραλί, υπό αυστηρά μέτρα ασφαλείας.
Οι τουρκικές αρχές τον κατηγόρησαν για τρομοκρατία και εσχάτη προδοσία, με την κύρια κατηγορία να αφορά την ευθύνη του για τον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων κατά τη διάρκεια των επιθέσεων του PKK.
Η δίκη διήρκεσε έναν μήνα και ολοκληρώθηκε στις 29 Ιουνίου 1999 με την καταδίκη του σε θάνατο.
Ο Οτσαλάν αρνήθηκε τις κατηγορίες ότι υποκινούσε βία και ισχυρίστηκε πως επιδίωκε πολιτική λύση στο Κουρδικό ζήτημα. Επικαλέστηκε τις συνθήκες της απαγωγής του και κατηγόρησε την Ελλάδα και άλλες χώρες για τον ρόλο τους στη σύλληψή του. Η υπεράσπισή του υποστήριξε ότι η δίκη ήταν άδικη, καθώς διεξήχθη υπό ακραίες συνθήκες απομόνωσης και χωρίς τη δυνατότητα πλήρους νομικής εκπροσώπησης.
Τον Οκτώβριο του 2002, μετά από πιέσεις της διεθνούς κοινότητας και στο πλαίσιο των μεταρρυθμίσεων που έκανε η Τουρκία για να εναρμονιστεί με τα ευρωπαϊκά πρότυπα, η θανατική ποινή καταργήθηκε και η ποινή του Οτσαλάν μετατράπηκε σε ισόβια κάθειρξη.
Από τότε βρίσκεται φυλακισμένος στο νησί Ιμραλί, σε απόλυτη απομόνωση, με περιορισμένη επικοινωνία με τον έξω κόσμο. Σπάνια επιτρέπεται η πρόσβαση σε δικηγόρους ή συγγενείς, ενώ παραμένει μια κεντρική φιγούρα για το κουρδικό κίνημα, με τους υποστηρικτές του να ζητούν την απελευθέρωσή του.
Λίγα λόγια για τον Αμπντουλάχ Οτσαλάν
Ο ηγέτης του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK) είναι μία από τις πιο αμφιλεγόμενες πολιτικές προσωπικότητες της Μέσης Ανατολής. Γεννημένος το 1949 στην Τουρκία, ξεκίνησε τη δράση του τη δεκαετία του 1970, ιδρύοντας το PKK το 1978, με στόχο τη δημιουργία ανεξάρτητου κουρδικού κράτους.
Η οργάνωσή του εξελίχθηκε σε μια από τις πιο δραστήριες ανταρτικές ομάδες στην περιοχή, διεξάγοντας ένοπλο αγώνα ενάντια στο τουρκικό κράτος από το 1984. Ο Οτσαλάν καθοδήγησε μια σειρά στρατιωτικών επιχειρήσεων που προκάλεσαν έντονες συγκρούσεις με τον τουρκικό στρατό, οδηγώντας σε χιλιάδες θανάτους και εκτεταμένες καταστροφές στην Τουρκία και στο βόρειο Ιράκ.
Παρότι αρχικά επιδίωκε την πλήρη ανεξαρτησία του Κουρδιστάν, τις δεκαετίες του 1990 και 2000 μετέβαλε τη στρατηγική του, ζητώντας αυτονομία και δικαιώματα για τους Κούρδους εντός της Τουρκίας. Κατά τη διάρκεια της κράτησής του, ο Οτσαλάν δήλωσε πως στηρίζει μια ειρηνική λύση και έχει εκδώσει αρκετά πολιτικά και φιλοσοφικά κείμενα στα οποία αναπτύσσει το όραμά του για την «δημοκρατική αυτονομία».
Ωστόσο, το PKK συνεχίζει τη δράση του, γεγονός που έχει καταστήσει τον Οτσαλάν σημείο αναφοράς τόσο για τον κουρδικό αγώνα όσο και για τις εντάσεις μεταξύ Τουρκίας και των Κούρδων της Μέσης Ανατολής. Ο ίδιος παραμένει φυλακισμένος στο Ιμραλί από το 1999, με περιορισμένη επικοινωνία, αλλά εξακολουθεί να θεωρείται ηγέτης του κουρδικού κινήματος.
Η αντιδικία με την Ελλάδα
Το 2008 οι δικηγόροι του Οτσαλάν κατέθεσαν αγωγή κατά του Ελληνικού Δημοσίου στο Διοικητικό Δικαστήριο Αθηνών, κατηγορώντας την Ελλάδα για παραβίαση των δικαιωμάτων του. Ισχυρίστηκαν ότι οι ελληνικές αρχές παρέβησαν τη νομιμότητα, καθώς ο Οτσαλάν είχε αιτηθεί πολιτικό άσυλο δύο φορές, αλλά αντί αυτού παραδόθηκε στην Τουρκία.
Η αγωγή απορρίφθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2017, με το σκεπτικό ότι η πολιτική που ακολούθησε η ελληνική κυβέρνηση ήταν πέρα από τον έλεγχο της διοικητικής δικαιοδοσίας και ότι το χρονικό διάστημα που παρέμεινε στην Ελλάδα δεν ήταν επαρκές, για να εξεταστεί το αίτημα ασύλου του.
Ο Οτσαλάν επανήλθε με νέα αγωγή το 2015, ζητώντας ηθική αποζημίωση ύψους 20.100 ευρώ, αλλά η προσφυγή του δεν έγινε δεκτή.
Το 2022, για πρώτη φορά, ο Οτσαλάν προχώρησε σε προσφυγή κατά της Ελλάδας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ). Ζήτησε να εξεταστεί αν οι ενέργειες των ελληνικών αρχών κατά την άφιξή του στην Ελλάδα το 1998, η απόρριψη του αιτήματός του για άσυλο και η μεταφορά του στην Κένυα και η παράδοσή του στην Τουρκία, παραβιάζουν την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΣΔΑ).
Στην προσφυγή του, ο Οτσαλάν επικαλείται παραβίαση του άρθρου 3 για απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση, του άρθρου 5 για παράνομη κράτηση και του άρθρου 6 για έλλειψη δίκαιης δίκης.
Σύμφωνα με τη Deutsche Welle, το ΕΔΑΔ έδωσε προθεσμία 12 εβδομάδων στα δύο μέρη (Οτσαλάν και ελληνική κυβέρνηση) για να υποβάλουν τις απόψεις τους. Η απόφαση του Δικαστηρίου για την υπόθεση “Οτσαλάν κατά Ελλάδας” δεν έχει γίνει γνωστή ενώ παλαιότερα δημοσιεύματα αναφέρουν ότι ενδεχομένως να περιλαμβάνει δημόσια ακρόαση. Οι ελληνικές αρχές έχουν απορρίψει τις κατηγορίες, υποστηρίζοντας ότι η υπόθεση είχε ήδη εξεταστεί από τα ελληνικά διοικητικά δικαστήρια.
Πηγή: news247.gr